Ο Στάθης Ελευθεριάδης αναμετρήθηκε με τον εαυτό του και τις δυσκολίες που του επιφύλαξε το μεγάλο ταξίδι και τελικά τα κατάφερε να διασχίσει την «καρδιά» της Ευρώπης, σε ένα συναρπαστικό ταξίδι που ξεκίνησε στις 5 Ιουλίου και ολοκληρώθηκε στις 24 του ίδιου μήνα.
Πέρασε τη Μάγχη, διέσχισε την Ολλανδία και το Βέλγιο, πέρασε μέσα από τα δάση των Αρδεννών, διέσχισε όλο το Λουξεμβούργο, το Στρασβούργο και ποδηλατώντας στο πλάι του Ρήνου έφτασε στη Γερμανία. Τα περισσότερα χιλιόμετρα τα έκανε μέσα σε ποδηλατικές διαδρομές που χαρακτηρίζουν τα δίκτυα στην Ευρώπη.
Περιγράφοντας τις εικόνες του ταξιδιού του, που έγιναν η καθημερινότητά του για 24 ημέρες, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Πέρασα από ποδηλατοδρόμους διπλής κατεύθυνσης, που ενώνουν πόλεις και ολόκληρες περιοχές. Συνάντησα στον δρόμο μου ακόμη και μητέρες να μεταφέρουν με το ποδήλατό τους σε συρόμενο τρέιλερ τα παιδιά τους, επιστρέφοντας από τη σαββατιάτικη βόλτα».
Καθημερινά έκανε μια απόσταση από 100 έως 150 χλμ, δεν αισθάνθηκε ότι συμμετέχει σε κάποιο αγώνα και έτσι το ταξίδι, οι ομορφιές των πόλεων και της ευρωπαϊκής υπαίθρου έγιναν ακόμη πιο έντονες.
Το πιο δύσκολο μέρος του πολυήμερου ταξιδιού ήταν η διάσχιση των Άλπεων, το κομμάτι της διαδρομής από την Ελβετία έως την Ιταλία. Είχε πολλές ανηφόρες αλλά και επικίνδυνα σημεία στο ορεινό οδικό δίκτυο, ενώ οι εναλλαγές του καιρού δυσκόλευαν ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Τέσσερις ισχυρές καταιγίδες που συνάντησε μέσα σε 24 ημέρες που κράτησε το ταξίδι, δεν τον προβλημάτισαν ιδιαίτερα, γιατί, όπως λέει, ήταν πολύ καλά οργανωμένος.
Τις περισσότερες νύχτες φιλοξενήθηκε σε κατοικίες εθελοντών που εντόπισε μέσα από ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης ειδικά για ποδηλάτες, ενώ κάποιες φορές, όπως λέει, χρειάστηκε να κοιμηθεί στη σκηνή του.
Τα χρήματα που χρειάστηκε να ξοδέψει για να φέρει σε πέρας αυτό το μεγάλο εγχείρημα ήταν ελάχιστα, αφού, όπως εξηγεί, δεν χρειαζόταν πάνω από 7-10 ευρώ την ημέρα για τις ανάγκες των υγρών που χρειαζόταν να καταναλώνει και το φαγητό, το οποίο, συχνά, του το πρόσφεραν αυτοί που τον φιλοξενούσαν.
Σε όλη τη διαδρομή είχε την υποστήριξη των φίλων του, που τον ενθάρρυναν συνεχώς και με τη βοήθεια της τεχνολογίας παρακολουθούσαν ανελλιπώς τη διαδρομή και γνώριζαν ακόμη και το ακριβές σημείο, όπου θα περνούσε το βράδυ του.
Με τη διαδικτυακή συντροφιά των φίλων του, αλλά και βαθιά χαραγμένα στην ψυχή και το μυαλό του τα λόγια του τρίχρονου γιου του «Μπαμπά, μην πας πολύ μακριά» ο 36χρονος κατάφερε να πετύχει τον στόχο του.