Από τον εκλογικό αγώνα... ταχύτητας η πολιτική ζωή της χώρας θα περάσει από αύριο στον... μαραθώνιο των διερευνητικών εντολών εφ’ όσον φυσικά από το αποτέλεσμα των σημερινών εκλογών δεν αναδειχθεί κόμμα με απόλυτη αυτοδυναμία στη Βουλή.
Σε μια τέτοια περίπτωση, θα εφαρμοστεί η γνωστή (και) από τις εκλογές του 2012 διαδικασία των τριών διερευνητικών εντολών βάσει του άρθρου 37 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει:
-Μόλις οριστικοποιηθεί το επίσημο αποτέλεσμα των εκλογών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας θα καλέσει (πιθανόν αύριο ή μεθαύριο) τον αρχηγό του πρώτου κόμματος και θα του δώσει την πρώτη διερευνητική εντολή. Ο αρχηγός του πρώτου κόμματος έχει περιθώριο τριών ημερών να διακριβώσει αν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
-Στην περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα δώσει τη διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος, ο οποίος επίσης έχει τρεις ημέρες στη διάθεσή του.
-Αν δεν τελεσφορήσει κι αυτή, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να δώσει την τρίτη διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου κόμματος σε ψήφους.
Στο σημείο αυτό είναι πιθανό να... αναλάβουν δράση οι συνταγματολόγοι αν τρίτο κόμμα στις εκλογές είναι η Χρυσή Αυγή, ο αρχηγός της οποίας ως γνωστόν είναι προφυλακισμένος. Όπως έχει ήδη γραφεί στον τύπο, το ενδεχόμενο να κληθεί ο κ. Ν. Μιχαλολιάκος στο Προεδρικό Μέγαρο δεν είναι και τόσο πιθανό. Αντίθετα, φαίνεται πιθανότερο να λάβει την εντολή... τηλεφωνικά αν και υπάρχουν ήδη συνταγματολόγοι που διατυπώνουν την άποψη ότι δεν θα πρέπει να του δοθεί καν διερευνητική εντολή.
ΕΝΝΙΑ ΗΜΕΡΕΣ
Τα τρία πρώτα κόμματα δεν είναι... υποχρεωμένα να εξαντλήσουν τον χρόνο των τριών ημερών που προβλέπει το Σύνταγμα. Μπορούν δηλαδή να επιστρέψουν αμέσως την εντολή εφ’ όσον θεωρούν πως δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
Ακόμη, πάντως, κι αν εξαντληθούν οι εννιά ημέρες, δηλαδή
- 1η διερευνητική εντολή 26, 27, 28 Ιανουαρίου
- 2η διερευνητική εντολή 29, 30, 31 Ιανουαρίου
- 3η διερευνητική εντολή 1, 2, 3 Φεβρουαρίου,
τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει (πιθανότατα στις 4 Φεβρουαρίου) τους αρχηγούς όλων των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη (νέα) Βουλή ώστε να διερευνηθεί το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης. Μπορεί να τους συναντήσει όλους μαζί (εν συμβουλίω) ή έναν έναν κατ’ ιδίαν ή όπως αλλιώς κρίνει (δεν υπάρχει περιορισμός).
Το Σύνταγμα δεν προβλέπει χρονικό περιθώριο για τη διαδικασία αυτή. Εφ’ όσον, όμως, και σ’ αυτόν τον «τέταρτο γύρο» επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής, σύμφωνα με το άρθρο 37 του Συντάγματος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιδιώκει τον σχηματισμό κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη διενέργεια εκλογών. Σε περίπτωση αποτυχίας, αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Eπικρατείας ή του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό κυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Bουλή.
ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ
Στην περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία για νέα κυβέρνηση, προκύπτει το ερώτημα για το ποιος (θα) είναι ο χρόνος ζωής της νέας Βουλής, η οποία έχει ήδη καθοριστεί ότι συγκαλείται την Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, την ημέρα εκείνη θα γίνει η εναρκτήρια συνεδρίαση της βουλευτικής περιόδου και οι βουλευτές θα δώσουν τον οριζόμενο από το Σύνταγμα όρκο.
Την επομένη (6 Φεβρουαρίου) θα εκλεγεί ο νέος πρόεδρος της Βουλής και σε νέα συνεδρίαση (πιθανόν και την ίδια ημέρα) το προεδρείο (αντιπρόεδροι, γραμματείς και κοσμήτορες). Την επόμενη ημέρα, 7 Φεβρουαρίου, θα διεξαχθεί η πρώτη ψηφοφορία για την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την οποία απαιτούνται 180 ψήφοι. Αν δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία, τότε μετά από πέντε πλήρεις ημέρες προβλέπεται να γίνει η δεύτερη ψηφοφορία κατά την οποία απαιτούνται 151 ψήφοι (αν απαιτηθεί και τρίτη ψηφοφορία, σ’ αυτή εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας με σχετική πλειοψηφία τουλάχιστον 120 ψήφων).
ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΨΗΦΟΥ ΑΝΟΧΗΣ
Κυβέρνηση με... 120 ψήφους;
Για να μετατραπεί η διερευνητική εντολή σε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης θα πρέπει να προκύψει «πασίδηλα και μάλιστα αριθμητικά» κατά τον συνταγματολόγο, πρώην υπουργό κ. Αντ. Μανιτάκη ότι ο εντολοδόχος πρωθυπουργός διαθέτει την εμπιστοσύνη της Βουλής, πριν πάει η κυβέρνηση στη Βουλή.
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα ορίζει το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής, για να λάβει μια κυβέρνηση ψήφο εμπιστοσύνης δεν είναι απαραίτητοι πάντοτε 151 ψήφοι. Και αυτό διότι το Σύνταγμα προβλέπει ότι αρκεί η πλειοψηφία των παρόντων, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή από 120 βουλευτές. Η απαιτούμενη λοιπόν πλειοψηφία είναι 151 μόνο αν οι παρόντες βουλευτές είναι 300, το σύνολο δηλαδή των βουλευτών. Αν όμως οι παρόντες είναι, για παράδειγμα 260 τότε η απαιτούμενη πλειοψηφία είναι 131 ενώ αν οι παρόντες βουλευτές είναι, για παράδειγμα, 230, η απαιτούμενη πλειοψηφία δεν είναι 116 αλλά 120 βουλευτές με βάση τη διάταξη ότι η πλειοψηφία δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών. Με βάση τα παραπάνω, ένα κόμμα μπορεί, αντί να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης προς μια κυβέρνηση, να επιλέξει την ψήφο ανοχής, να ανακοινώσει δηλαδή εκ των προτέρων ότι οι βουλευτές του θα απόσχουν από την ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης. Μια τέτοια δήλωση περί αποχής, σημαίνει ότι η κυβέρνηση του πρώτου κόμματος θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης και στην περίπτωση αυτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Κι αν δύο
κόμματα έχουν
ίσο αριθμό
βουλευτών;
Στις διερευνητικές εντολές, αν κόμματα είναι ισοδύναμα σε βουλευτικές έδρες, προηγείται εκείνο που έλαβε περισσότερες ψήφους στις εκλογές. Νεοσχηματισμένο κόμμα με κοινοβουλευτική ομάδα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Kανονισμό της Bουλής, έπεται του παλαιότερου με ίσο αριθμό εδρών. Στις δύο αυτές περιπτώσεις δεν παρέχονται διερευνητικές εντολές σε περισσότερα από τέσσερα κόμματα.