Δήλωσε ότι «δεν τίθεται ζήτημα περαιτέρω μείωσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων, δεν τίθεται θέμα περαιτέρω μείωσης των μισθών».
Όπως είπε, τίθεται ζήτημα να επιστρέψουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις.
«Γι' αυτό το λόγο, οι κοινωνικοί εταίροι συζήτησαν σε ένα περιβάλλον συνεννόησης και κατέληξαν σε σημαντικές συγκλίσεις γύρω από τα θέματα για τα οποία θέλουμε να δημιουργηθεί εθνικό κοινωνικό μέτωπο, το οποίο θα μας βοηθήσει στο να αποκρούσουμε τις ακραίες νεοφιλελεύθερες θέσεις των γνωστών παικτών που θέλουν να συνεχιστεί η απορρύθμιση στην αγορά εργασίας» ανέφερε.
«Τις επόμενες ημέρες», υπογράμμισε, «θα υπάρξει κοινό κείμενο εκ μέρους των κοινωνικών εταίρων, το οποίο θα ζητήσουμε να στηριχθεί και πολιτικά από τα κόμματα».
«Έτσι, πιστεύουμε ότι στη διαπραγμάτευση του Σεπτεμβρίου θα μπορέσουμε να κάνουμε αυτό το μεγάλο βήμα της επιστροφής της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, για να ενισχυθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων» υποστήριξε ο υπουργός.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η ΕΣΕΕ ζήτησε το "ξεπάγωμα" της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, με την επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού στην αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων και τη διατήρηση του 13ου και 14ου μισθού.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΣΕΕ
Αναλυτικά οι θέσεις της ΕΣΕΕ για τα εργασιακά είναι οι εξής:
Το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων (διαπραγμάτευση, συλλογική σύμβαση ή προσφυγή στην μεσολάβηση/διαιτησία) που ισχύει από 25ετίας έχει πράγματι προβλήματα στην πράξη. Αυτό που χρειάζεται όμως, δεν είναι ισοπέδωση του συστήματος αλλά βελτίωσή του, μέσα από τον κοινωνικό διάλογο.
• Η επαναφορά της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επιβίωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και το ουσιαστικό αντίκρισμα που έχουν στην κοινωνία και στην οικονομία.
• Η εθνική κλαδική σύμβαση των εμπορικών επιχειρήσεων ήταν ανέκαθεν το σημείο αναφοράς για τον κλάδο, δημιουργώντας καθεστώς σταθερότητας των εργασιακών σχέσεων στον κλάδο και ενισχύοντας σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στους συμβαλλόμενους εργοδότες και εργαζόμενους.
• Η μετενέργεια των συλλογικών συμβάσεων πρέπει να είναι αντικείμενο των διαπραγματεύσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και δεν μπορεί να ορίζεται από το κράτος.
• Οι επιχειρησιακές συμβάσεις με ενώσεις προσώπων εμφανίζουν έξαρση, αποτυπώνοντας στην ουσία την επιθυμία των επιχειρήσεων να προσεγγίσουν τον κατώτατο μισθό έτσι όπως ορίζεται από το κράτος. Αν και το έντονο ενδιαφέρον αυτήν την εποχή για επιχειρησιακές συμβάσεις είναι όψιμα αυξημένο για λόγους που δεν σχετίζονται με την συλλογική διαπραγμάτευση, εντούτοις συνιστούν διέξοδο για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε δυσμενή θέση, ώστε να διατηρήσουν ακέραιες τις θέσεις εργασίας.
Τί ζητούν οι εταίροι - Τί απαντά το Εργασίας
Υπενθυμίζεται πως βάσει κειμένου - θέσεων που δημοσιοποιήθηκε οι δανειστές φέρονται να ζητούν:
α) καθορισμό του κατώτατου μισθού από το κράτος,
β) κατάργηση της προϋπηρεσίας ή αποσύνδεσή της από τις κατώτατες αμοιβές των ανειδίκευτων εργαζομένων,
γ) αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων από το 6% που είναι σήμερα στο 10%,
δ) από το 2017 αλλαγή του κατώτατου μισθού των 586 ευρώ, με στόχο να αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς (single rate) χωρίς κανένα επίδομα (ισοδυναμεί με κατάργηση 13ου - 14ου μισθού), ώστε να είναι συγκρίσιμος με άλλα κράτη της ΕΕ.
Ο Γ. Κατρούγκαλος σημείωσε πως πρόκειται για κείμενο που «απηχεί τις γνωστές θέσεις του ΔΝΤ, τις οποίες επιδιώκουμε να απομονώσουμε και να εξουδετερώσουμε στη διαπραγμάτευση».
Τόνισε πως η κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει να τεθεί τίποτε άλλο στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης πέρα από την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που έχει προτείνει η ίδια η Αθήνα, και των δύο πάγιων αιτημάτων του ΔΝΤ, που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις και τον συνδικαλιστικό νόμο.
Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση δεν θα δεχθεί να συζητηθεί «καμία επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων, τίποτα ασύμβατο με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο». Τόνισε μάλιστα ότι «η Ελλάδα θα επιστρέψει στην κοινωνική Ευρώπη μετά το τέλος της διαπραγμάτευσης, δεν θα απομακρυνθεί περισσότερο από αυτήν».
Σε κάθε περίπτωση οι ρυθμίσεις που απαιτούν οι δανειστές συνιστούν επιστροφή σε «εργασιακό μεσαίωνα» και είναι βέβαιο ότι θα πυροδοτήσουν έντονες κοινωνικές αντιδράσεις με μαζικές κινητοποιήσεις και απεργίες.