ΕΙΔΟΜΕΝΗ
Με την απογοήτευση χαραγμένη στο πρόσωπο επέστρεψαν στην Ειδομένη ορισμένοι από τους πρόσφυγες που πέρασαν προχθες, Δευτέρα, τον ορμητικό χείμαρρο κοντά στο ακριτικό χωριό Χαμηλό, με την ελπίδα να συνεχίσουν το ταξίδι τους αρχικά προς την ΠΓΔΜ και στη συνέχεια προς τη βόρεια Ευρώπη.
Ο 65χρονος Νουρ Εντίν, ο οποίος μετακινείται με αναπηρικό καρότσι εξαιτίας των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει, είναι ένας απ' αυτούς που επέστρεψαν το πρωί της Τρίτης στον καταυλισμό της Ειδομένης, μαζί με την κόρη του και τον εγγονό του.
«Ταλαιπωρηθήκαμε άδικα. Ήταν τελικά αδιέξοδο όλο αυτό. Μείναμε έξω στο κρύο χθες και ο πατέρας μου δεν το άντεξε όλο αυτό. Είναι πολύ άρρωστος» εξηγεί η κόρη του.
Χθες, περπατώντας μαζί με εκατοντάδες άλλους πρόσφυγες προς το Χαμηλό, η ίδια είχε πει πως ο πατέρας της επιχειρεί αυτό το δύσκολο ταξίδι, επειδή δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει μέσα στις λάσπες και θέλει να πάει να ζήσει με τα παιδιά του στη Γερμανία.
Τέσσερις νεαροί πρόσφυγες, μεταξύ αυτών και ο εγγονός του, κουβάλησαν στα χέρια τον Νουρ Εντίν με το αναπηρικό του καρότσι παρά τα ορμητικά νερά του χειμάρρου. Τότε, ο 65χρονος και η κόρη του δήλωναν αποφασισμένοι να ολοκληρώσουν τη διαδρομή.
Τον χείμαρρο μπορεί να τον πέρασαν τελικά, αλλά όχι και τα σύνορα με την ΠΓΔΜ και ύστερα από περίπου ένα 24ωρο απίστευτης ταλαιπωρίας, όπως λένε, επέστρεψαν στον καταυλισμό της Ειδομένης, απογοητευμένοι και μπερδεμένοι από όσα έζησαν.
Ένας άλλος Σύρος, ο 20χρονος Αμάρ, ήταν μεταξύ αυτών που έφτασαν ως τον χείμαρρο, ακολουθώντας, ωστόσο, όχι την πορεία αλλά δύο δημοσιογράφους, τους οποίους και βοηθούσε με τις γνώσεις της μητρικής του γλώσσας, της αραβικής.
«Δεν είμαι τρελός να μπω σε μια τέτοια περιπέτεια» έλεγε ενώ περπατούσε ανάμεσα στο πλήθος και εξηγούσε πως θα περιμένει τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Τουρκίας, στις 17-18 του μήνα, προκειμένου να αποφασίσει την επόμενη κίνησή του. «Θέλω να είμαι βέβαιος ότι έχω κάνει τα πάντα για να πάω στον προορισμό μου, προτού επιχειρήσω να κάνω αίτηση για το πρόγραμμα μετεγκατάστασης» εξηγεί ο νεαρός από τη Δαμασκό.
Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες εξακολουθούν να ελπίζουν πως η σύνοδος αυτής της εβδομάδας θα δώσει λύση στο πρόβλημά τους, αυξάνονται συνεχώς αυτοί που βλέπουν στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης την τελευταία ελπίδα εξόδου προς την Ευρώπη.
ΜΟΝΟ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Προχθες, την Ειδομένη επισκέφθηκε ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Γραφείου Στήριξης του Ασυλου (European Asylum Support Office, EASO) Ζαν-Πιερ Σέμπρι (Jean-Pierre Shembri), ο οποίος σε δηλώσεις του τόνισε την ανάγκη να κατανοήσουν οι πρόσφυγες πως το πρόγραμμα μετεγκατάστασης είναι ο μόνος τρόπος για να πάνε στην Ευρώπη. «Δεν είναι επιλογή το να προσπαθήσουν να πάνε μέσω διακινητών. Προσπαθούμε να προωθήσουμε έναν υπεύθυνο και ασφαλή τρόπο (μέσω του προγράμματος μετεγκατάστασης) ώστε να υπάρξει δίκαιη κατανομή των προσφύγων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης» ανέφερε.
Σημείωσε δε πως «υπάρχει μια αλλαγή στην προσέγγιση των προσφύγων σχετικά με το πού θέλουν να πάνε. Ενώ βλέπαμε αρχικά ότι υπήρχαν ένα ή δύο κράτη, στα οποία ήθελαν πραγματικά να πάνε, αυτό πλέον αλλάζει. Προφανώς επειδή και η κατάσταση στο πεδίο αλλάζει και η μετεγκατάσταση γίνεται πλέον η μόνη διέξοδος. Αυτό που χρειάζεται είναι να εκμεταλλευτούμε αυτή τη δυναμική και να διασφαλίσουμε ότι θα προχωρήσει με γοργούς ρυθμούς η καταγραφή».
ΣΚΟΠΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ ΕΛΛΑΔΑ
Εν τω μεταξύ για «μαζική και οργανωμένη» προσπάθεια προώθησης προσφύγων και μεταναστών στο έδαφος της ΠΓΔΜ από την Αθήνα, μέσα από «παράνομα περάσματα», έκανε λόγο ο Σκοπιανός υπουργός Εξωτερικών, Νίκολα Πόποσκι, σε σειρά αναρτήσεών του στο Twitter.
Ο Πόποσκι κάνει λόγο για «ενθάρρυνση», ενώ υποστηρίζει πως η παρουσία περισσότερων μεταναστών και προσφύγων σε καταυλισμούς στα σύνορα ενθαρρύνει την παράνομη μετανάστευση και χειροτερεύει τη μεταχείριση των ανθρώπων, τονίζοντας παράλληλα ότι μόνο μια ενωμένη και ανθρωπιστική απάντηση από την Ε.Ε. θα δώσει τη λύση έτσι ώστε η παράνομη μετανάστευση να μην καταστεί καθημερινότητα.
Η απελπισμένη αυτή ενέργεια προκλήθηκε έπειτα από τη διανομή άγνωστης προέλευσης φυλλαδίου στα αραβικά, που μοιράστηκε στην Ειδομένη και το οποίο συνοδευόταν από σχετικό χάρτη.
ΒΑΡΕΙΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
Εξ άλλου , απαγόρευση εισόδου στην ΠΓΔΜ για έξι μήνες επέβαλαν οι αρχές των Σκοπίων στους 50 ξένους φωτορεπόρτερ, εικονολήπτες και ακτιβιστές που εισήλθαν στο έδαφός τους, ακολουθώντας τους πάνω από 1.000 πρόσφυγες, που εγκατέλειψαν την κατασκήνωση της Ειδομένης και με υπεράνθρωπη προσπάθεια έφτασαν στη γειτονική χώρα.
Οι Αρχές της ΠΓΔΜ επέβαλαν διοικητικό πρόστιμο διακοσίων πενήντα ευρώ στον καθένα, για παράνομη είσοδο στη χώρα. Μετά την καταβολή του προστίμου, η αστυνομία της ΠΓΔΜ τούς άφησε ελεύθερους.
Όπως μεταδίδει ο φωτορεπόρτερ Γιάννης Κολεσίδης, ακολουθούσαν τους πρόσφυγες, οι οποίοι πέρασαν στο έδαφος της ΠΓΔΜ από σημείο όπου δεν υπάρχει φράχτης. Δεν γνώριζαν ακριβώς σε ποιο σημείο βρίσκονταν.
«Ξαφνικά ακούσαμε φωνές και μας περικύκλωσαν δυνάμεις του Σκοπιανού στρατού», είπε ο Κολεσίδης.
Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν στο χωριό Μόι που είναι δίπλα από τη Γευγελή και τους οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα. Σύμφωνα με δηλώσεις του φωτορεπόρτερ Δημήτρη Τοσίδη, ζήτησαν από τους συλληφθέντες 250 ευρώ από τον καθέναν ως πρόστιμο επειδή πέρασαν στο έδαφός της παράνομα.
Συγκλονιστική η μαρτυρία του φωτορεπόρτερ Γιάννη Λιάκου, που κρατήθηκε σε αστυνομικό τμήμα.
“Κατά τις 12 η ώρα έφυγε μεγάλος αριθμός από την Ειδομένη, κυρίως σύριοι πρόσφυγες, με σκοπό να περάσουν το φράχτη των Σκοπίων και να μπουν στη χώρα. Μετά από τρεις ώρες απίστευτης ταλαιπωρίας, τελείωσε ο φράχτης και ο κόσμος – ίσως 1.000, ίσως λιγότεροι – μπήκαν στα Σκόπια. Διανύσαμε 14 χιλιόμετρα”.
“Ήταν άνθρωποι με παιδάκια και μωρά μηνών στα χέρια. Πέρασαν όλοι όμως, παρά τον κίνδυνο να πνιγούν. Ήταν απίστευτη η εμπειρία αυτή, με τους πρόσφυγες να περνούν το ποτάμι”.
“Μετά από τρεις ώρες υπεράνθρωπων προσπαθειών, φτάσαμε σε ένα χωριό έξω τη Γευγελή. Εμείς ως φωτορεπόρτερ, δεν ξέραμε που ήταν τα σύνορα. Ένα βήμα μπροστά είναι τα Σκόπια και ένα βήμα πίσω είναι η Ελλάδα”, ανέφερε.
“Ξαφνικά βλέπουμε συνοριοφύλακες, με το όπλο ανά χείρας να μας συλλαμβάνουν. Μας απέκλεισαν από τους μετανάστες, που τους αφήνανε και πέρναγαν και τελικά κατέληξαν στο χωριό, όπου τους συγκέντρωσαν σε κάποια σημεία”, προσθέτει. “Εμάς μας είχαν σε περιορισμό, όχι κινητά, όχι κάμερες, απαγόρευση στρατιωτικού τύπου” τονίζει.