Το Σάββατο 30 Αυγούστου έληξαν οι εργασίες του 3ου Θερινού Σχολείου Τζουμέρκων και Ν.Α. Πίνδου, που διεξήχθησαν (25-30 Αυγούστου 2014) στη Νεράιδα του Δήμου Λίμνης Πλαστήρα Καρδίτσας, με τη συνδιοργάνωση της Περιφέρειας Θεσσαλίας/Περιφερειακής Ενότητας Καρδίτσας, του Δήμου Λίμνης Πλαστήρα, του Κέντρου Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας ‘Ο Απόλλων. Καρδίτσας και της Αναπτυξιακής Καρδίτσας.
Το Θερινό Σχολείο (ΘΕΣΤ) εστίασε από τη μια μεριά σε θεωρητικά ζητήματα και από την άλλη στην επιτόπια έρευνα σε δημοτικά διαμερίσματα της περιοχής, ώστε οι φοιτητές να ασκηθούν στη σύνδεση θεωρίας και πράξης και παράλληλα να εξοικειωθούν με τα πραγματικά προβλήματα της περιοχής.
Τέσσερις ομάδες εργασίας με την καθοδήγηση πανεπιστημιακών καθηγητών διερεύνησαν ζητήματα τοπικού πολιτισμού, παράδοσης και γνώσης, επιχειρηματικότητας και τουρισμού, καθώς και διατροφής και μετασχηματισμών στη σχέση πόλης – υπαίθρου.
Η άσκηση της επιτόπιας έρευνας σχετικά με τη δράση των πολιτιστικών συλλόγων των χωριών Κρυονερίου και Κερασιάς, με επικεφαλής τη Ρέα Κακάμπουρα, επίκουρη καθηγήτρια Λαογραφίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δ.Ε. του Πανεπιστημίου Αθηνών έδειξε ότι τα οικεία σωματεία ασχολούνται με τη διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων που σχετίζονται με την διατήρηση και προβολή της τοπικής παράδοσης. Διοργανώνουν τα πανηγύρια των χωριών τους, την κοπή πίτας και χοροεσπερίδες για τη σύσφιξη των κοινωνικών δεσμών ανάμεσα στα μέλη, ασχολούνται με την έκδοση ημερολογίου, εκδρομών, αλλά και άλλων εκδηλώσεων, που συνιστούν νέες «παραδόσεις» στην ελληνική επαρχία με την επανάληψή τους κάθε καλοκαίρι. Ο σύλλογος της Κερασιάς έχει και κοινωνική δράση, ενισχύει οικονομικά «αναξιοπαθούντες» συγχωριανούς και έχει τράπεζα αίματος στο νοσοκομείο της Καρδίτσας. Φάνηκε επίσης κάποια υστέρηση στο έμπρακτο ενδιαφέρον των συλλόγων για την τουριστική αξιοποίηση της τοπικής παράδοσης ως πόλου έλξης επισκεπτών από άλλα μέρη της Ελλάδας.
Μια άλλη ομάδα με επικεφαλής την ερευνήτρια της Ακαδημίας Αθηνών Ανδρομάχη Οικονόμου επισήμανε σημαντικά ζητήματα που αφορούν τη δομή και λειτουργία των αγροτικών νοικοκυριών και συγκεκριμένα την αξιοποίηση πολλών καλλιεργειών, την πολυαπασχόληση των αγροτών, τη λειτουργία κλειστής γεωργικής οικονομίας (αυτάρκεια οικογενειών), αλλαγές στη χρήσης γης με συρρίκνωση της γεωργικής δραστηριότητας (καθοριστική υπήρξε η κατασκευή της τεχνητής λίμνης Πλαστήρα), καθώς και τη στήριξη από επιδοτήσεις – επιχορηγήσεις. Επίσης, τη διατήρηση τοπικών ειδών ζώων και ποικιλιών φυτών, την υπολειτουργία ή απουσία των συνεταιρισμών καθώς και την εκβιομηχάνιση γεωργίας σε αντιδιαστολή με τη διατήρηση παραδοσιακών πρακτικών στην κτηνοτροφία. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά το τοπικό διατροφικό σύστημα διέκρινε τη διατήρηση τοπικών συνταγών, τον εμπλουτισμό των τοπικών διατροφικών συνηθειών με νέες συνταγές, αλλά και τη μεταφορά αστικών διατροφικών προτύπων στην παραδοσιακή κουζίνα.
Η ομάδα με επικεφαλής τον Γιώργο Βλάχο, επίκουρο Καθηγητή του Τμήματος Αγροτικής Οικονομίας & Ανάπτυξης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με αφετηρία το φαινόμενο της «ανθεκτικότητας» του αγροτικού χώρου στις συνθήκες της κρίσης, όπως αυτό παρουσιάστηκε στο θεωρητικό σκέλος του Θερινού Σχολείου, διέκρινε στην επιτόπια έρευνα τα αίτια του φαινομένου, σε αντιστοιχία με τη θεωρία. Πιο συγκεκριμένα, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τη δομή, λειτουργία, αλλά και την πορεία προς το μέλλον αγροτικών νοικοκυριών, των οποίων η αντίδραση στις σημερινές συνθήκες κρίσης είναι η υιοθέτηση ενός μοντέλου «γεωργίας χαμηλού ρίσκου».
Τέλος, η ομάδα που ασχολήθηκε με την επιχειρηματικότητα και τον τουρισμό, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Κουτσούρη, Eπικ. καθηγητή Γεωργικών Εφαρμογών και Εκπαίδευσης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, μέσα από συνεντεύξεις με κατοίκους της περιοχής και συγκεκριμένα από τις κοινότητες Κρυονερίου, Κερασιάς και Νεοχωρίου, επιχείρησε να ανιχνεύσει την υπάρχουσα επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση, τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις, καθώς και τις αναπτυξιακές προοπτικές στην περιοχή.
Τα ίδια τα προβλήματα όπως αποτυπώθηκαν θέτουν τους άξονες των λύσεων τους, σε ένα πλαίσιο συνεπούς κρατικής πολιτικής. Μια αναπτυξιακή πρόταση που θα αντιμετωπίζει την περιοχή ως λειτουργικό όλον, όπου ο τουρισμός θα εντάσσεται στο τοπίο και θα συναντά τους ανθρώπους του και τις ασχολίες τους (άρα και τις αγρο-κτηνοτροφικές), μέσα από μια επανατοποθέτηση -και θεσμική- απέναντι στον αγροτοτουρισμό και τον ήπιο θεματικό τουρισμό (θρησκευτικό, αθλητικό, πολιτιστικό) συνιστά σταθερή πρόταση, με την προϋπόθεση ότι θα προκύψει μέσα από διαβούλευση με την τοπική κοινωνία και ορθή διεπιστημονική τεκμηρίωση.
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση του Θερινού Σχολείου ενέπλεξε μια διευρυμένη διεπιστημονική ομάδα σε μια εις βάθος διερεύνηση και προβληματισμό πάνω στην τοπική πραγματικότητα. Με την πολύτιμη βοήθεια των τοπικών αρχών, φορέων και απλών πολιτών αντλήθηκαν και επεξεργάστηκαν πολλά στοιχεία, τα οποία θα αποτελέσουν ένα είδος παρακαταθήκης.
Συμπερασματικά, ένα κατά βάση εκπαιδευτικό συμβάν ανέδειξε ζητήματα, προϋποθέσεις και κατευθύνσεις που αφορούν άμεσα την τοπική αναπτυξιακή διαδικασία. Αυτό είναι ακριβώς το πεδίο, στο οποίο οφείλει η έρευνα και το πανεπιστήμιο να συναντηθεί με τους θεσμικούς φορείς αλλά και τους μεμονωμένους πολίτες της περιοχής. Το Θερινό Σχολείο αποτελεί μια εφαρμοσμένη εναλλακτική πρόταση για τη σχέση της τοπικής κοινωνίας στην Καρδίτσα και τη Θεσσαλία γενικότερα με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Συνιστά, ως εκπαιδευτική δραστηριότητα, μια εξωστρεφή δραστηριότητα για το επιστημονικό δυναμικό λειτουργώντας ως πεδίο αλληλόδρασης, ενώ παράλληλα υλοποιεί τη βασική ιδέα για την εξοικείωση των νέων επιστημόνων και πολιτών με την περιφέρεια, σε μια εποχή που εντείνεται ο προβληματισμός για τις επαγγελματικές και επιστημονικές τους δραστηριότητες.
Με άλλα λόγια, το Θερινό Σχολείο (ΘΕΣΤ) αποτελεί έμπρακτη έκφραση μιας νέας σχέσης της τοπικής κοινωνίας με το πανεπιστήμιο, στο πλαίσιο της οποίας γονιμοποιείται μια νέα αντίληψη.