«Με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου σχεδιάζονται νέα εμπόδια στη μόρφωση της νέας γενιάς, υψώνονται ταξικοί φραγμοί στην πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, βαθαίνει ο χώρος για την εμπορευματοποίηση της γνώσης. Ουσιαστικά, επανέρχονται οι πλέον συντηρητικές ρυθμίσεις που τόση ζημιά επισώρευσαν στην εκπαίδευση πριν καταργηθούν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Μια απλή ανάγνωση του σχεδίου νόμου αποκαλύπτει την ιδεοληπτική προσήλωση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας σε αναχρονιστικούς δογματισμούς, συντηρητικά πρότυπα και νεοφιλελεύθερες επινοήσεις που αναπαράγουν και διευρύνουν ανισότητες, διαχωρισμούς και αποκλεισμούς. Ό,τι είναι δημόσιο και δημοκρατικό, επειδή ακριβώς είναι κοινωνικό, με μια προκρούστεια πρακτική πρέπει να μπει στα καλούπια της ιδιοτέλειας, της πειθάρχησης και της χειραγώγησης.
Μετατρέπει τα Γυμνάσια και τα Λύκεια σε απέραντα εξεταστικά κέντρα, σχεδόν διπλασιάζοντας τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα. Πιστή στο γενικότερο δόγμα «νόμος και τάξη» αυστηροποιεί τις ποινές των μαθητών, επαναφέροντας ακραίες αναχρονιστικές ρυθμίσεις. Επαναφέρει μια αυταρχική μορφή εσωτερικής και κυρίως πολλαπλής εξωτερικής αξιολόγησης για σχολεία και εκπαιδευτικούς, με τιμωρητική σκοπιμότητα. Αυξάνει τον αριθμό των πρότυπων σχολείων, με απροσδιόριστα κριτήρια, δημιουργώντας έτσι σχολεία δύο κατηγοριών.
Ορθώνει νέους φραγμούς στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και «κλείνει» ΕΠΑΛ. Επιχειρεί να περάσει και άλλες δυσμενείς αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών. Επιδιώκει να αλλάξει την ίδια τη φιλοσοφία του Νηπιαγωγείου δίνοντάς του χαρακτηριστικά Γυμνασίου. Αυξάνει τον ανώτερο αριθμό μαθητών/τριών σε νηπιαγωγεία και δημοτικά, ανά τμήμα. Η λειτουργία ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από ΑΕΙ ή τα θερινά προγράμματα σπουδών δεν αποτελούν καινοτομία. Είναι η δημιουργία ενός προγεφυρώματος ιδιωτικοποίησης με επικίνδυνες ασάφειες. Στη διαδικασία ανάδειξης Πρυτανικών Αρχών στα ΑΕΙ, αναδεικνύεται η πολιτική αλλεργία της ΝΔ σε κάθε έννοια ουσιαστικής δημοκρατικής λειτουργίας.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν μας αιφνιδιάζει με τις ιδέες της, που είναι γνωστές. Ηθικά αδίστακτη και κοινωνικά ανάλγητη, η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ χρησιμοποιεί το «μένουμε σπίτι» ως εμβρυουλκό των αναχρονιστικών και νεοφιλελεύθερα ιδεοληπτικών προταγμάτων της. Με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες σε άτυπη αργία, την εκπαιδευτική κοινότητα «εξ αποστάσεως» και την κοινωνία σε καραντίνα η κα Κεραμέως νομίζει πως δικαιούται να εκβιάζει την τυπική νομιμοποίηση του Κοινοβουλίου. Αντί να θέσει τις πολιτικές της στη βάσανο της δημοκρατικής διαβούλευσης και αντιπαράθεσης, σε εύλογο χρόνο, επιλέγει την επιβολή σιωπητηρίου. Δυστυχώς για την ίδια και τη κυβέρνηση, τα μαθήματα Δημοκρατίας δεν διακόπτονται ποτέ…».