Στο άρθρο επισημαίνεται ότι η πρόσφατη απόφαση του Κοινοβουλίου στην Αθήνα, μετά από αίτημα της κυβέρνησης, να καταργήσει το πανεπιστημιακό άσυλο, το οποίο είχε εισαχθεί το 1982, οκτώ χρόνια μετά από την αποτίναξη της Δικτατορίας, θα πρέπει να αντιπαραταχθεί με το άσυλο, όπως αυτό ίσχυε στον αρχαίο κόσμο, ακόμα και αν εννοιολογικά σήμερα η πιο στενή του σχέση φαίνεται να είναι με το ισχύον σε ορισμένες χώρες εκκλησιαστικό άσυλο. Άλλωστε, όπως λεγόταν μέχρι πρόσφατα, ο πιθανότατα μοναδικός στον κόσμο θεσμός του ελληνικού πανεπιστημιακού ασύλου έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα και η θεσμοθέτησή του εγγυάτο την ελευθερία του λόγου και της διδασκαλίας.
Αυτό όμως δεν ισχύει, τονίζει ο Walter, καθώς το αρχαιοελληνικό άσυλο αναφερόταν σε κάτι άλλο. Η λέξη «άσυλο» προσδιόριζε ως χαρακτηριστικό έναν τόπο, όπου οι άνθρωποι ή τα πράγματα προστατεύονταν από μία επέμβαση που μπορεί να συνίστατο σε βίαιη άσκηση αυτοβοήθειας ή σε απομάκρυνση. Ο απαραβίαστος χώρος ήταν, κατά κανόνα, ένας βωμός, ένας ναός ή ένας ολόκληρος ιερός τόπος. Εκεί, η επέμβαση σε κάποιον ή κάτι θεωρείτο έγκλημα και επέφερε θεία τιμωρία. Υπήρχε διαφορά, επομένως, ανάμεσα στην προστασία του ικέτη και την προσωπική ή τοπική, νομικά και πολιτικά εγγυημένη προστασία, το άσυλο.
Και στην αρχαιότητα επιχειρήθηκε μία διεύρυνση της έννοιας του ασύλου, καθώς η ελπίδα της θείας τιμωρίας για την παραβίαση του τόπου όπου ίσχυε το άσυλο στην πράξη συχνά δεν ήταν πολύ αποτελεσματική. Ωστόσο, η διεύρυνση αυτή δεν αποσκοπούσε στην προστασία των ατόμων που ήθελαν να αποφύγουν π.χ. τη δίωξη, τους πιστωτές τους ή τον σύζυγό τους. Οι παρενέργειες που ανέκυψαν κατά την αρχαιότητα από την ευρύτερη εφαρμογή του ασύλου παρουσιάζουν ομοιότητες με τη συζήτηση που γίνεται σήμερα σε σχέση με το πανεπιστημιακό άσυλο στην Ελλάδα και τον στόχο της κυβέρνησης να μη δίδεται πλέον σε εμπόρους ναρκωτικών, κλεπταποδόχους, βιαστές ή βιαιοπραγούντες ένα ασφαλές καταφύγιο σε πανεπιστημιακούς χώρους. Δεν είναι τυχαίο ότι και στην αρχαία Ρώμη περιορίστηκαν οι τόποι στους οποίους προβλεπόταν άσυλο ή και γινόταν εξατομικευμένος έλεγχος για το αν επιτρεπόταν κάποιος να επικαλεστεί το άσυλο.
Μέρος της κληρονομιάς του Σόλωνα είναι η αντίληψη ότι οι πολίτες στο σύνολό τους, ανά πάσα στιγμή και παντού, είναι υπεύθυνοι για την τήρηση του Δικαίου και την εξασφάλιση της ευημερίας της κοινότητάς τους. Επομένως, όποιος σε ένα φιλελεύθερο κράτος Δικαίου προσπαθεί να δικαιολογήσει πολιτικά ή ακόμα απαιτεί να υπάρχουν ζώνες στις οποίες ισχύουν διαφορετικοί κανόνες, υπονομεύει τα θεμέλια αυτού του κράτους και εγκαταλείπει τους αδύναμους.
Τα ίδια ισχύουν και για το Πανεπιστήμιο, γράφει καταληκτικά ο Walter. Επειδή πρόκειται για έναν κοσμικό χώρο της επιστήμης, πρέπει να ισχύει η ελευθερία του λόγου, της έρευνας και της διδασκαλίας, στο πλαίσιο βεβαίως της έννομης τάξης. Μια ευρεία προνομιακή κατάσταση, π.χ. οι πανεπιστημιακοί χώροι ως ειδικές περιοχές όπου η αστυνομία και ο εισαγγελέας δεν θα έχουν κανένα λόγο, θα σήμαινε κυριολεκτικά την πορεία πίσω στον Μεσαίωνα, όταν φοιτητές και πολίτες έρχονταν συχνά αντιμέτωποι μεταξύ τους όπως δύο εχθρικά κόμματα και οι ακαδημαϊκοί συμπεριφέρονταν σε έναν κόσμο διαφορετικών εννόμων τάξεων με βάση τους δικούς τους κανόνες. Σε μια σύγχρονη συνταγματική κοινωνία, της οποίας τα πανεπιστήμια αποτελούν αναπόσπαστο μέρος, δεν μπορεί κάτι τέτοιο να αποτελεί στα σοβαρά αντικείμενο σκέψης.
(Πηγή ΑΠΕ)