Το μεγαλύτερο ποσοστό των φωνών διαμαρτυρίας που εναντιώνονται στις αλλαγές και καταγγέλλουν ότι «κρύβουν σκοπιμότητες» και «υποκρύπτουν εναντίωση στην Ορθόδοξη Εκκλησία», προέρχονται από Χριστιανικά Σωματεία της Ελλάδας, μεταξύ αυτών και της Λάρισας, που αντιδρούν δυναμικά, για να μην συμπεριληφθούν τελικά οι αναθεωρητέες διατάξεις του Συντάγματος, αν και θεωρείται οριστική η αλλαγή τους, αφού υπερψηφίστηκαν από τη Βουλή.
Ο πρόεδρος του παραρτήματος Λάρισας του Συλλόγου της Ιεράς Ορθόδοξης Ιεραποστολής «Μέγας Βασίλειος» κ. Ιωάννης Τσολάκης μιλά στην «Ε» και καταθέτει τους προβληματισμούς, που απασχολούν το σύνολο της χριστιανικής κοινότητας της Λάρισας, καθώς και τις θέσεις του, για την αναθεώρηση των επίμαχων άρθρων του Συντάγματος.
Απαντά στα ερωτήματα:
-Με την κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους (άρθρο 3), κινδυνεύει να καταργηθεί η πρωινή προσευχή και οι αγιασμοί στα σχολεία;
-Κινδυνεύουν να καταργηθούν οι αργίες των μεγάλων γιορτών της Ορθόδοξης πίστης, όπως Χριστούγεννα και Πάσχα;
-Πώς διασφαλίζεται η συνέχεια όλων αυτών;
«Εγείρονται σοβαρά ζητήματα» αναφέρει ο κ. Τσολάκης και προσθέτει: «Η ελληνική Πολιτεία είναι πλέον θρησκευτικά ουδέτερη. Τι ακριβώς σημαίνει θρησκευτική ουδετερότητα; Ποια από τις ποικίλες μορφές ουδετερότητας που εφαρμόζονται στα ήδη ουδετερόθρησκα κράτη προβλέπεται για τη χώρα μας; Γιατί δεν υπάρχει καμία σχετική διευκρίνιση;
Για ποιον λόγο η επίμαχη πρόταση προστίθεται στο άρθρο 3, που ρυθμίζει τις σχέσεις της Εκκλησίας με την Πολιτεία, και όχι – όπως θα ήταν αναμενόμενο – στο άρθρο 13, που αναφέρεται στη θρησκευτική ελευθερία και αφορά σε όλα τα θρησκεύματα;
Αυτό δε φαίνεται να υποκρύπτει μια ιδιαίτερη εναντίωση προς την Ορθόδοξη Εκκλησία σε σχέση με τις υπόλοιπες νόμιμες θρησκείες;
Δυστυχώς, δεν είναι δύσκολο να εννοήσει κανείς ότι με τη συγκεκριμένη ρήτρα περί ουδετερόθρησκου Κράτους και μάλιστα ενσωματωμένη στο ίδιο το Σύνταγμά μας εκείνο που επιδιώκεται είναι ο εξοβελισμός από τον δημόσιο βίο κάθε στοιχείου που θυμίζει την ορθόδοξη χριστιανική πίστη μας. Τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό;
Αναφέρω επιγραμματικά και εντελώς ενδεικτικά: Κατάργηση της προσευχής στο σχολείο και στον στρατό. Αφαίρεση των εικόνων από τα σχολεία, τα δικαστήρια και τα νοσοκομεία. Αφαίρεση του σταυρού από τη σημαία μας.
Μετατροπή του μαθήματος των Θρησκευτικών από ομολογιακό σε θρησκειολογικό (αυτό θα πείτε έχει ήδη γίνει, αλλά κρίθηκε αντισυνταγματικό από το Συμβούλιο της Επικρατείας). Κατάργηση των δημόσιων αργιών που σχετίζονται με εορτές της πίστης μας, όπως Χριστούγεννα, Δεκαπενταύγουστος, Καθαρά Δευτέρα κ.λπ.
Κατάργηση της νομικής αποδοχής του θρησκευτικού γάμου και θέσπιση αποκλειστικής αναγνώρισης του πολιτικού. Και πολλά άλλα…».
Και καταλήγει: «Με λίγα λόγια εκείνο που επιχειρείται είναι η αποκοπή του Έθνους μας από την ορθόδοξη χριστιανική του πίστη».
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Μία από τις προτάσεις που υπερψηφίστηκαν αφορά στην 1η παράγραφο του άρθρου 21, που αναφέρεται στην οικογένεια.
«Με την επαναδιατύπωση της παραγράφου αυτής, η οικογένεια παύει πια να αναγνωρίζεται ως «θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους», επισημαίνει ο κ. Τσολάκης και σημειώνει: «Επιπλέον, η υποχρέωση του Κράτους να έχει υπό την προστασία του την οικογένεια, καθώς και τον γάμο, τη μητρότητα και την παιδική ηλικία αντικαθίσταται από μια εγγύησή του για αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Υπάρχει κανείς που να μην αντιλαμβάνεται ότι για τη συντήρηση και προαγωγή ενός Έθνους είναι θεμελιωδώς αναγκαία η οικογένεια;
Για ποιον λόγο λοιπόν πρέπει να αφαιρεθεί η σχετική αναγνώριση από το Σύνταγμά μας; Και για ποιον λόγο, πολύ περισσότερο, πρέπει να συρρικνωθεί η προστασία του Κράτους προς την οικογένεια, εκφυλιζόμενη σε μια εξασφάλιση αποδεκτού επιπέδου διαβίωσης;
Μήπως έτσι καθίσταται πιο εύκολη στη συνέχεια η αλλοίωση του θεμελιώδους αυτού θεσμού;
Μήπως έτσι ανοίγεται ευρυχωρότερος ο δρόμος π.χ. για την αναγνώριση άλλων μορφών συμβίωσης ως απολύτως ισότιμων προς την οικογένεια, χωρίς να είναι αναγκαίος ο γάμος ή η διαφοροποίηση στο φύλο;».
Της Λένας Κισσάβου