Ο Λαρισαίος πολιτικός τονίζει ότι η Νέα Δημοκρατία θα καταργήσει τον σχετικό νόμο, που χαρακτηρίζεται από αναξιοκρατία και κομματοκρατία και διαλύει τις Δομές Εκπαίδευσης.
Αναλυτικά το κείμενο της ερώτησης, που συνυπογράφεται από την τομεάρχη Παιδείας της ΝΔ, κ. Νίκη Κεραμέως και τους αν. τομεάρχες, βουλευτές Ν. Αργολίδας και Ν. Καστοριάς κ.κ. Ιωάννη Ανδριανό και Μαρία Αντωνίου έχει ως εξής:
«Ως παράταξη είχαμε καταγγείλει τη στόχευση της κομματικής άλωσης της Διοίκησης της Εκπαίδευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ, με το Ν. 4547/2018 για την “Αναδιοργάνωση των Δομών Υποστήριξης της Α’θμιας και Β’ θμιας Εκπαίδευσης”.
Είχαμε επισημάνει, ακόμα, ότι η Κυβέρνηση επιχειρεί τον έλεγχο της επιστημονικής καθοδήγησης της Εκπαίδευσης και, μάλιστα, στην πρόσφατη συζήτηση του Νομοσχεδίου στη Βουλή, θέσαμε συγκεκριμένα ερωτήματα στον Υπουργό και φαίνεται, από την εξέλιξη της διαδικασίας, ότι δικαιωνόμαστε.
Συγκεριμένα, μεταξύ άλλων, επισημάναμε:
1. Πώς είναι δυνατόν οι Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου από τους οποίους ξεκινούν οι επιλογές, να επιλέγονται από Περιφερειακά Συμβούλια – και όχι από Κεντρικό Συμβούλιο - στα οποία, μάλιστα, προεδρεύουν οι νυν περιφερειακοί διευθυντές Εκπαίδευσης, που είναι μετακλητοί, δεν έχουν αξιολογηθεί και στην επιλογή τους κυριάρχησαν η αναξιοκρατία και η κομματοκρατία;
2. Πώς είναι δυνατόν στα ίδια Συμβούλια να συμμετέχουν διευθυντές Εκπαίδευσης, οι οποίοι έχουν επιλεγεί από εκλεκτορικό σώμα, που κρίθηκε ως αντισυνταγματικά επιλεγμένο;
Μιλούσαμε, λοιπόν, για ένα συγκεντρωτικό και απόλυτα κομματικά ελεγχόμενο Σύστημα Διοίκησης της Εκπαίδευσης.
Το Υπουργείο, εν τω μεταξύ, ξεκινώντας τη διαδικασία, έθεσε ασφυκτικές και μη εφαρμόσιμες προθεσμίες υλοποίησης.
Αποδεικνύεται, έτσι, ότι η συγκρότηση των Συμβουλίων Επιλογής δημιουργεί και άλλα ζητήματα, όπως:
Το φαινόμενο να αναρτώνται σε Περιφερειακές Διευθύνσεις (Αττική, Κεντρική Μακεδονία) νέοι, χωριστοί, συμπληρωματικοί πίνακες μη δεκτών υποψηφίων, που αποτελεί γεγονός με διοικητικές, νομικές και ηθικές διαστάσεις.
Καθώς, μάλιστα, το χρονοδιάγραμμα του Υπουργείου δεν μπορούσε να υλοποιηθεί μέσα στις αφυκτικές προθεσμίες που είχαν τεθεί, ο έλεγχος των δικαιολογητικών των υποψηφίων γίνεται από διοικητικούς υπαλλήλους, ενώ αποτελεί αρμοδιότητα του Συμβουλίου Επιλογής.
Έτσι, προκύπτει ζήτημα πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα των υποψηφίων από αναρμόδια πρόσωπα.
Είναι επίσης απορίας άξιο το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις στη συγκρότηση των Περιφερειακών Συμβουλίων Επιλογής δεν μετέχουν μέλη ΔΕΠ είτε από Παιδαγωγικά Τμήματα είτε από συναφείς Καθηγητικές Σχολές των ΑΕΙ, ώστε να εγγυηθούν την επιστημονική αρτιότητα και εγκυρότητα ως προς το Παιδαγωγικό μέρος των επιλογών.
Όλα αυτά πλήττουν ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη των υποψηφίων στα Συμβούλια Επιλογής.
Κατόπιν όλων αυτών, ΕΡΩΤΑΣΘΕ Κύριε Υπουργέ:
1. Για ποιο λόγο δεν συγκροτείτε ένα Κεντρικό Συμβούλιο με συμμετοχή του ΑΣΕΠ, για την επιλογή όλων των Στελεχών της Εκπαίδευσης, ώστε να μην παρατηρούνται απαράδεκτες διαδικασίες, μερικές από τις οποίες επισημάναμε παραπάνω;
2. Θα λάβετε κάποια μέτρα, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των υποψηφίων απέναντι στα Συμβούλια Επιλογής και, αν ναι, ποια θα είναι αυτά;».