ΑΘΗΝΑ
«Αθηνά Νο 2» με μείωση πανεπιστημιακών τμημάτων και ενσωμάτωση τεχνολογικών ιδρυμάτων σε ομοειδή ΑΕΙ, μετακίνηση ερευνητών μεταξύ ΑΕΙ και ερευνητικών κέντρων, πριμοδότηση της συνεργατικής έρευνας ανάμεσα στα μέλη των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων και θέσπιση πρότυπων, μεικτών μεταπτυχιακών προγραμμάτων, που ενισχύονται από την Πολιτεία, προτείνει νέο πόρισμα για την Παιδεία της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.
Το νέο πόρισμα παρουσιάζεται επίσημα σημερα αυτή τη φορά συμπληρώνοντας το προηγούμενο πόρισμα της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.
Το νέο υπο - πόρισμα έχει οκτώ ωστόσο σκέλη. Σε αυτά μεταξύ άλλων αναφέρεται επί λέξει:
* Στη γεωγραφική απομόνωση επιμέρους ερευνητικών μονάδων, σε συνδυασμό τον κατακερματισμό ή τις εκτεταμένες αλληλεπικαλύψεις των ερευνητικών δραστηριοτήτων.
* Στην πολυτυπία εργασιακών σχέσεων και διοικητικών / διαχειριστικών πρακτικών στα ερευνητικά κέντρα (ΕΚ).
* Στα ελλείμματα προσωπικού και κρίσιμων μαζών σε ΑΕΙ (πανεπιστήμια και ΤΕΙ) και ΕΚ, σε συνδυασμό με τη μαζική μετανάστευση νέων επιστημόνων στο εξωτερικό.
* Στη σχετικά περιορισμένη αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων στη λεγόμενη «αλυσίδα της καινοτομίας» (βασική έρευνα - εφαρμοσμένη έρευνα - εμπορική εκμετάλλευση καινοτόμων εφαρμογών).
* Στην κατάσταση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών.
* Στη μεγάλη διαφορά που παρατηρείται στο επίπεδο των σπουδών, αλλά και της ερευνητικής δραστηριότητας, ανάμεσα σε τμήματα των ΑΕΙ με ομοειδή γνωστικά αντικείμενα.
* Στην αδυναμία ενσωμάτωσης νέων επιστημόνων στα ΑΕΙ και ΕΚ.
Τονίζεται στο νέο πόρισμα:
* Η εθνική πολιτική για την έρευνα και την καινοτομία δεν μπορεί να στηρίζεται αποκλειστικά στα προγράμματα ΕΣΠΑ που χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από κοινοτικά ταμεία.
* Απαραίτητη προϋπόθεση για να αρθρωθεί μια εθνική στρατηγική είναι η δημιουργία ενός Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας - που, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.
Βασικές προτεραιότητες του ιδρύματος θα πρέπει να είναι η κάλυψη των ερευνητικών αναγκών (μισθοί, αναλώσιμα), η δικτύωση των ερευνητικών και ακαδημαϊκών μονάδων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, η συμβολή στην αξιοποίηση εμπορικά εκμεταλλεύσιμων και μη αποτελεσμάτων και η διασύνδεση με την υγιή, καινοτόμο επιχειρηματικότητα. Ήδη γίνονται συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα.
* Η οριζόντια κινητικότητα μελών ΔΕΠ πανεπιστημίων, ΤΕΙ και ερευνητικών κέντρων
*Για να καλυφθούν οι ανάγκες στο επίπεδο των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών και στο επίπεδο της κάλυψης κρίσιμων μαζών στα ΕΚ, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί είτε η δυνατότητα μετακίνησης ερευνητών των ΕΚ προς ΑΕΙ μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες (και αντίστροφα), είτε η διπλή ιδιότητα προκειμένου περί «ζευγών» που περιλαμβάνουν ένα πανεπιστημιακό τμήμα και ένα συγκεκριμένο ερευνητικό ινστιτούτο.
* Η μακροχρόνια συνεργασία με δύο διαφορετικά ιδρύματα μπορεί να αντιστοιχεί είτε σε ένα καθεστώς παράλληλης άσκησης κυρίων καθηκόντων, είτε στη μόνιμη μετακίνηση, με βάση διαδικασίες που θα πρέπει να εξειδικευθούν περαιτέρω.
Οι προτάσεις της Επιτροπής της Βουλής
* Αύξηση των κονδυλίων για τον Ενιαίο Χώρο Έρευνας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης
* Σχεδιασμός για την ίδρυση πρότυπων, μεικτών μεταπτυχιακών προγραμμάτων, μόνο υπό συγκεκριμένες γεωγραφικές, θεματικές και ποιοτικές προϋποθέσεις, ώστε να μην παρατηρηθούν επικαλύψεις και κατασπατάληση πόρων.
* Η συγκρότηση εικονικών ινστιτούτων (virtual institutes) ως μέθοδος δικτύωσης ακαδημαϊκών και ερευνητικών μονάδων.
Στο πόρισμα γίνεται λόγος και για «ερευνητικές υποδομές που βρίσκονται κάτω από ένα ιδιότυπο καθεστώς "προσωπικής ιδιοκτησίας"».
Τονίζεται ότι υπάρχει «έδαφος γόνιμης συνεργασίας για την διασφάλιση πρόσβασης ερευνητών, ακαδημαϊκών φορέων, ΕΚ και στελεχών της βιομηχανίας τόσο σε εθνικό, όσο και σε περιφερειακό και σε διεθνές επίπεδο. Κάτι τέτοιο θα δημιουργήσει προστιθέμενη αξία σε όρους αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού και ολοκλήρωσης φιλόδοξων ερευνητικών σχεδίων».
Και η Ακαδημία Αθηνών στη συζήτηση
Το πόρισμα της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής αναφέρει ακόμη ότι τα Ινστιτούτα της Ακαδημίας Αθηνών θα πρέπει να ενταχθούν άμεσα στο υπάρχον δίκτυο ΕΚ που εποπτεύεται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας.
Τα ΑΕΙ και τα ερευνητικά ινστιτούτα προτείνεται να έχουν κοινό διοικητικό προσωπικό, αλλά παρόλα αυτά «οι όποιες αναδιαρθρώσεις θα πρέπει να εγγυώνται τα εργασιακά δικαιώματα του προσωπικού».
Κοινά πτυχία και ΤΕΙ
Σε ό,τι αφορά τα ΑΕΙ τονίζεται πως ένα «πρόσθετο πρόβλημα είναι η αδυναμία μετακίνησης των φοιτητών που δεν είναι ικανοποιημένοι από το αντικείμενο σπουδών που επέλεξαν στην αρχή των σπουδών τους. Μία μεταρρυθμιστική πρόταση θα ήταν να προβλεφτεί η δυνατότητα "μεταγραφής" σε συγγενές τμήμα ή / και η δυνατότητα απόκτησης ενός τίτλου σπουδών του τύπου "joint degree", δηλαδή πτυχίο διπλής εξειδίκευσης».
Προκειμένου περί αναδιατάξεων που αφορούν τα ΤΕΙ, προτείνεται μεσοπρόθεσμη διαδικασία ουσιαστικής αναμόρφωσης και αναβάθμισής τους. Βάση εκκίνησης αποτελεί η διαμόρφωση κριτηρίων αξιολόγησης του κάθε Τμήματος.
Ένα από τα άμεσα αποτελέσματα θα είναι η δυνατότητα εκπόνησης διδακτορικού σε εκείνα τα τμήματα που θα πληρούν τα κριτήρια.
Μακροπρόθεσμα, και ύστερα από εξέταση μιας σειράς στοιχείων από ολιγομελή επιτροπή, θα υπάρξει διαβούλευση για το ενδεχόμενο της ένταξης των ΤΕΙ σε μία από τις εξής κατηγορίες:
α. Αυτά πού είναι ήδη (ακαδημαϊκώς) ισοδύναμα με αντίστοιχα πανεπιστημιακά τμήματα ή καλύπτουν επιστημονικά πεδία που δεν θεραπεύονται στα πανεπιστήμια.
β. Αυτά που δεν πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά θα μπορούσαν να τις καλύψουν στη διάρκεια μιας τριετίας (όχι απαραίτητα στο τέλος της).
γ. Αυτά που θα μπορούσαν να συνεχίσουν να υπάρχουν στα ΤΕΙ ως τμήματα που παρέχουν τεχνολογική εκπαίδευση, περισσότερο συμβατή με τον αρχικό σκοπό ίδρυσης των ΤΕΙ. Ρυθμίσεις ανάλογες με αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω θα μπορούσαν να ισχύσουν προκειμένου περί πανεπιστημιακών Τμημάτων που αντιμετωπίζουν προβλήματα ανάλογα με εκείνα που καταγράφονται στα ΤΕΙ.
Τα Τμήματα που εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία (και αυτά της δεύτερης που θα ενταχθούν στη διάρκεια της τριετίας στην πρώτη), θα έχουν άμεσα το δικαίωμα να οργανώσουν σπουδές τρίτου κύκλου και να διερευνήσουν, επίσης άμεσα τις δυνατότητες μελλοντικής ένταξης σε ένα «ομόλογο» πανεπιστημιακό τμήμα ή να αποτελέσουν ένα αυτοτελές τμήμα σε ένα πανεπιστήμιο.
Στο τέλος της τριετίας, τα αποτελέσματα της παραπάνω διαδικασίας αξιολόγησης των τμημάτων θα έχουν δώσει τη βάση για τον παραπέρα σχεδιασμό της συνολικής αναδιοργάνωσης των ιδρυμάτων. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να ακολουθηθούν πολιτικές, ενδοϊδρυματικές και διαϊδρυματικές, ώστε, στο πλαίσιο της αναβάθμισης, περισσότερα τμήματα να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε επόμενες φάσεις στα κριτήρια. Εφόσον υπάρξουν τμήματα για τα οποία θα φανεί ότι δεν υφίστανται αντικειμενικά, ούτε σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δυνατότητες διεξαγωγής σπουδών τρίτου κύκλου, θα πρέπει να υπάρξει αναπροσαρμογή στα προγράμματα σπουδών, την απαιτούμενη διάρκεια σπουδών και στο είδος του πτυχίου που θα παρέχουν.
Και επειδή είναι...της μόδας και τα μεταπτυχιακά προγράμματα των ΑΕΙ, το πόρισμα αναφέρει: «Θα πρέπει να επανακαθοριστούν με σαφήνεια οι ακαδημαϊκοί στόχοι που εξυπηρετούν τα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ), το είδος συνεργασίας ανάμεσα σε Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και ΕΚ για τη συγκρότηση και λειτουργία ΠΜΣ, ζητήματα που αφορούν στα δίδακτρα, όπως το ανώτατο όριο διδάκτρων και το ποσοστό των εσόδων που διοχετεύεται στη φοιτητική μέριμνα, τα κριτήρια και η διαδικασία αξιολόγησης, καθώς και οι ώρες εβδομαδιαίως που θα μπορεί να αφιερώσει ένα μέλος ΔΕΠ σε διδασκαλία στο πλαίσιο του ΠΜ».