Όταν λέμε διεθνείς σχέσεις, αναφερόμαστε σε όλα όσα συμβαίνουν ανάμεσα στα κράτη και βασίζονται στην ατομική ή στη συλλογική λήψη αποφάσεων από ανθρώπους, σύμφωνα με την καθηγήτρια Βάλερι Χάντσον. Τομέας των Διεθνών Σχέσεων είναι η Ανάλυση της Εξωτερικής Πολιτικής, ο πιο σύνθετος και ο πιο άγνωστος, ειδικά στην Ελλάδα, όπως αναφέρει καθηγητής Δημήτρης Καιρίδης. Στη χώρα μας οι διεθνείς σχέσεις αρχίζουν και τελειώνουν με την ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία με τη σειρά της αρχίζει και τελειώνει με τις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία.
Μπορούμε σε δύο λέξεις να συμπυκνώσουμε τις διεθνείς σχέσεις και τον αθλητισμό, την αθλητική διπλωματία, η οποία, επίσης, είναι μία ανεξερεύνητη περιοχή θεωρίας και πράξης στις διπλωματικές σπουδές. Σε μια εποχή που κόσμος είναι ολοένα και πιο ρευστός, ασταθής και μεταβαλλόμενος, κι ενώ το διπλωματικό περιβάλλον είναι πλουραλιστικό κι η αθλητική διπλωματία έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες, υπάρχει τεράστιο κενό γι’ αυτήν, και στη βιβλιογραφία και στις διπλωματικές σπουδές. Στην Ελλάδα ευτυχώς υπάρχει ο καθηγητής Δημήτρης Γαργαλιάνος, με σημαντικό επιστημονικό και διδακτικό έργο στη Διοίκηση, στην Οργάνωση και στις Διεθνείς Σχέσεις του Αθλητισμού.
Η αθλητική διπλωματία προϋπάρχει και λειτουργούσε στην επίλυση μακροχρόνιων διενέξεων ή και αντίθετα ως μέσο πίεσης, όπως ήταν το μποϊκοτάζ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980 και του 1984 ή ο αποκλεισμός της Ρωσίας από τις αθλητικές διοργανώσεις σήμερα. Για πρώτη φορά εμφανίζεται τον 8ο αιώνα π.Χ., διά της Ολυμπιακής Εκεχειρίας. Η διοργάνωση αγώνων για πολιτικά οφέλη είναι μία παλαιά πρακτική. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες, στη διάρκεια του 2ου, αλλά και του 3ου αιώνα μ.Χ. δημιούργησαν εκατοντάδες νέους αγώνες για πολιτικά οφέλη. Η Ελλάδα για πρώτη φορά αξιοποίησε τον αθλητισμό το 1906 στη Μεσολυμπιάδα που αποτέλεσε για να διαφημίσει εντός και εκτός Ελλάδας το θέμα της εθνικής της αποκατάστασης με την ενοποίηση των αλυτρώτων περιοχών. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν μετατραπεί σε εργαλείο επίδειξης πολιτικής δύναμης και προπαγάνδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Βερολίνου το 1936.
Με τον ίδιο τρόπο διάφορα αθλητικά γεγονότα βοήθησαν στην επανέναρξη διπλωματικών σχέσεων ή στην εξάλειψη μίσους και φόβου. Διάσημη είναι η «διπλωματία του πινγκ πονγκ» κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου μεταξύ Αμερικής και Κίνας και «η διπλωματία του ράγκμπι» στη Νότια Αφρική το 1995, μετά το τέλος του Απαρτχάιντ. Η πιο χαρακτηριστική σύγχρονη περίπτωση κράτους που χρησιμοποιεί συστηματικά τον αθλητισμό ως εργαλείο για την εθνική στρατηγική είναι το Κατάρ. Πέτυχε να λανσάρει το brand name Κατάρ μέσω του αθλητισμού, διοργάνωσε μία σειρά μεγάλων αγώνων από το 2006 και έπειτα, και διεκδικεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2036. Εάν πετύχει θα είναι η πρώτη αραβική χώρα που θα φιλοξενήσει Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά θα είναι, επίσης, η μόνη χώρα στην περιοχή που έχει φιλοξενήσει τόσο το Παγκόσμιο Κύπελλο της FIFA όσο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό θα ήταν μια τεράστια επιτυχία για το Κατάρ.
Η αθλητική διπλωματία αποτελεί ένα δυνητικό εφόδιο για την τόνωση της πολιτικο-οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών και πολιτισμών, αλλά και για την προώθηση των στρατηγικών τους θέσεων. Είναι μία προέκταση της πολιτικής διπλωματίας, που συμβάλλει πάντα στην επίτευξη στόχων της εξωτερικής πολιτικής της εκάστοτε χώρας. Προσωπική μου άποψη είναι ότι η χρήση του αθλητισμού ως εργαλείου στις διεθνείς σχέσεις μπορεί να έχει περισσότερο απτά αποτελέσματα από την υπερδιπλωματία, διότι πρόκειται για μία μη συγκρουσιακή προσέγγιση που βασίζεται κυρίως στη διαμεσολάβηση και τη διπλωματία.
* Ο Παντελής Περιβολάρης είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας, επιστήμων του Ελληνικού Πολιτισμού, ιστορικός, υποψήφιος διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.