Αυτά γράφει ο Τρικαλινός συγγραφέας Βασίλης Πελίγκος σε κείμενό του για τον αθλητισμό επί της Τουρκοκρατίας αναφέροντας επίσης χαρακτηριστικά ότι οι ράχες και κορυφές των βουνών από την πρώτη μέρα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης έγιναν τα «στάδια των κλεφταρματολών».
Επίσης, σε άρθρο του στο «Βήμα» ο επί τιμή πρόεδρος του ΠΣΑΤ, Πέτρος Λινάρδος, αναφέρει ότι ο καθηγητής της Ιστορίας του Αθλητισμού στο ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θωμάς Γιαννάκης, γράφει ότι «ο αυτοσχέδιος λαϊκός αθλητισμός ερχόταν αντιμέτωπος με τα δεινά της κατάκτησης και αφύπνιζε το άτομο από τις καταπιέσεις» («Η φυσική αγωγή από το 394 μ.Χ.», έκδοση 1981).
Και ο επίκουρος καθηγητής της Ιστορίας του Αθλητισμού στο ΤΕΦΑΑ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, Σωτήρης Γιάτσης, (σε εκτενές κεφάλαιο του βιβλίου του «Ιστορία της Αθλησης και των Αγώνων στον ελληνικό κόσμο κατά τους ελληνορωμαϊκούς, βυζαντινούς και νεότερους χρόνους», Θεσσαλονίκη, 2000) συμπυκνώνει όλη αυτήν τη θαυμαστή λαϊκή παράδοση στο ότι «η άθληση με τη γενική έννοιά της ήταν μέρος της στρατιωτικής ζωής των, αφού με τις τότε συνθήκες έπρεπε να είναι αθλητές». (Θυμίζει μάλιστα και το του Μακρυγιάννη «ήσαν αϊτοί στα ποδάρια και λιοντάρια στην καρδιά»).
Ο δρόμος, το λιθάρι, η σκοποβολή, το άλμα, η άρση βαρών, η πάλη και άλλα παλικαρίσια αγωνίσματα οδηγούν τον σημαντικότατο λαογράφο, Δημήτριο Λουκάτο, να γράψει επιγραμματικά ότι «οι Ελληνες της Τουρκοκρατίας καλλιεργώντας τα αθλήματα ασκήθηκαν στον αγώνα για τον αγώνα της ανεξαρτησίας». Και άλλοι πολλοί ειδικοί έχουν επισημάνει αυτήν την παραμελημένη -ως γνώση των πολλών- πλευρά του αθλητικού ‘21.
ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ ΤΑ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΑ
Σε δημοσίευμά του ο Κερκυραίος δημοσιογράφος, Ηλίας Αλεξόπουλος, αναφέρει και τ’ αγωνίσματα…
* ΣΗΜΑΔΙ: «Toυφέκι μου περήφανο, σπαθί μου παινεμένο και το καριοφιλάκι μου σαν κόρη φυλαγμένο...». Το δημοφιλέστερο «σπορ» των Κλεφταρματολών. Ένας στόχος, σημάδεμα και βόλι, καριοφίλι και κουμπούρα. Μαρτυρείται κι «εναλλακτικά»: Πετούσε κάποιος στον αέρα ένα δακτυλίδι και ο σκοπευτής προσπαθούσε να περάσει το βόλι από μέσα!
* ΠΗΔΗΜΑ: Σε τρεις μορφές: άλμα μ’ ένα βήμα («τσμια»), δύο («τσδυο»), τρία («τστρεις»). «Εις μήκος» (πάνω από ρυάκια, θάμνους, βράχους), αλλά και σε «εις ύψος». Π.χ., πάνω από... ενωμένες πλάτες αλόγων! Πώς υπολόγιζαν την επίδοση; Πάντως, στο «Υπόμνημα των Ψαρών» του Νικόδημου, το ρεκόρ του καπετάν Μακρή στο τριπλό, υπολογίστηκε ίσο με «960 βελόνες του ραψίματος»!
* ΠΑΛΕΜΑ: Κληρονομιά αιώνων. Σταθερό θέαμα και των τοπικών γιορτών, «μπροστά στα μάτια της πανέμορφης κοπελιάς, της τσούπας», κατά την παρατήρηση του Βασίλη Βυτίναρου («Αθλητική Ηχώ», φ. 25/3/1987). Ο Βρατσάνος («Αθλητικά Χρονικά», φ. 20/4/1932) αναφέρει ότι στα Ψαρά, σε σχόλες και γιορτές, «μερικοί εγυμνώνοντο, άλειφαν το κορμί τους με λάδι και εγυμνάζοντο στην τούρκικη πάλη».
* ΛΙΘΑΡΙ: «Εκατό οργιές το πήδημα, εξήντα το λιθάρι...». Εξίσου δημοφιλές, «προγονάκι» της σφαιροβολίας. Μια πέτρα (λιθάρι) ακανόνιστου σχήματος και βάρους και... όποιος της πετάξει πιο μακριά. Παραμονές του ’21, ο Didot το «αποκάλυπτε» και σε μορφή... δισκοβολίας: «Το ρίξιμο του μαρμαρένιου δίσκου διατηρείται ακόμη σε μερικά νησιά...».
* ΔΡΟΜΟΙ: «Τρέξιμο», «πηλάλα» ή «γλάκιο» (ανάλογα τον τόπο), ποιος θα πάει γρηγορότερα ως την πηγή, το λόφο απέναντι, τον πλάτανο.
Στη λαϊκή του εκδοχή, απαντάται και μετ’ εμποδίων (φυσικά για τους «λημερίτες», τεχνητά ή φυσικά για τους «πανηγυρτζήδες»), σε ανηφοριά ή αυτό: «το κυνήγι του λαγού»! Έπρεπε, λέει, να τον πιάσουν, δίχως να χρησιμοποιήσουν άλογο ή όπλα. Με τα χέρια...
* ΙΠΠΑΣΙΑ: Ο καλός αγωνιστής ήταν, εξ ορισμού, και έξοχος αναβάτης. Πέραν της ένοπλης ιππικής επιδεξιότητας, αγώνες ταχύτητας ή υπερπήδησης εμποδίων γίνονταν συνέχεια.
Συν κάτι πολύ πιο σύνθετο: αναβάσεις και καταβάσεις, ενώ ο ίππος κάλπαζε, έχοντας αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα! Ο απλός λαός το ασκούσε σπανιότερα. Αναγκαστικά. Τα άλογα τους τα ‘παιρναν οι Τούρκοι...
* ΔΟΚΙΜΙ: «Λιθάρι έχω ‘ς την πόρτα μου, δοκίμι ‘ς την αυλή μου κι όποιος το σηκώσ’ απότ’ εσάς, εκειός θελά με πάρει...». Άρση (βαρών) ογκώδους λίθου ή μαρμάρου, είτε μ’ ένα, είτε με τα δύο χέρια – ανάλογα του βάρους. «Όταν δε είναι πολύ, μέχρι του ώμου και εκείθεν προς τα οπίσω “του νώμου των”» (λεξικό Παντελίδη). Κι ενίοτε, στην πλάτη. Οι ρίζες του χάνονται στα ακριτικά χρόνια (Διγενής).
Αυτά ήταν...
Κι ακόμα, ο χορός, το τόξο (περίφημη, παράδειγμα, στην Κρήτη, η αντάρτικη δράση των Χαΐνηδων σε «σαΐτα» και «δοξάρι»), το κολύμπι (νησιώτες, κύρια, Υδραίοι, Σπετσιώτες, Ψαριανοί. Κρήτες, του Αιγαίου), το σπαθί...
«ΤΡΟΠΑΙΟ», ΕΝΑ ... ΟΙΚΟΣΙΤΟ ΑΡΝΙ!
Στους λαϊκούς αγώνες, τα έπαθλα δεν έλειπαν. Συνηθέστερα, ένα οικόσιτο αρνί. Η άλλο «σφαχτό». Μαρτυρούνται κι άλλα τρόφιμα (όλα πήγαιναν μετά στο κοινό τραπέζι). Παράδειγμα, κουλούρες.
Ο Παλιουρίτης («Αρχαιολογία») λέει: για τον πρώτο «εν αρνείον», για τον δεύτερο χέλι («έγχυλυ») για τον τρίτο «οψάριον», ενώ οι αποτυγχόντες «συριγμούς απεκόμιζον».
Στο Υπόμνημα του (Ψαριανού) Νικόδημου, πάλι, τονίζεται ότι «οι χαμένοι επλήρωναν τα έξοδα γεύματος πλουσίου», ενώ ο Μπουοντελμόντι (Κρήτη) γράφει πως «τιμούν τον νικητή μ’ ένα στεφάνι από πράσινα φύλλα ελιάς. Και τις γυναίκες (χορός) με στεφάνι καμωμένο από λουλούδια».
Έπαθλα, εν είδει κινήτρου, φαίνεται να «έπαιζαν» και στα κλεφταρματολίτικα λημέρια. Ο καπετάν Γιαννιάς, π.χ., υπόσχεται στον Καραχάλιο «μια ‘σημένια στο ζωνάρι». Πιθανόν, ίσχυε και σε εορτές. Όπως κι αυτό: ο νικητής να έπαιρνε γυναίκα του «μια όμορφη»!
Ιστορικοί και λαογράφοι, άλλωστε, καταγράφουν τους νικητές των λαϊκών αγώνων ως... περιζήτητους γαμπρούς! Στα «Τρικαλινά», μάλιστα, ο φιλόλογος – λαογράφος, Θ. Νημάς, αναφερόμενος στην περίπτωση της Χάσιας (ορεινή Δυτική Θεσσαλία), επισημαίνει πως συχνά η επιλογή του μνηστήρα γινόταν με αγώνα δρόμου -ή, σπανιότερα, πάλης- που προκήρυσσε ο ίδιος ο πατέρας της κοπέλας! Για να βρει τον πιο λεβέντη...
ΚΑΠΕΤΑΝΑΙΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ
Λένε πως ο ξακουστός Νικοτσάρας πηδούσε με ένα σάλτο επτά άλογα το ένα κοντά στο άλλο. Αναφέρεται, επίσης, ότι ο περίφημος αντρειωμένος της Πελοποννήσου Ζαχαριάς όταν έτρεχε χτυπούσαν οι φτέρνες στη ράχη του. Αμολούσε το άλογο στον ανήφορο έτρεχε πίσω ο Ζαχαριάς, το πρόφταινε και πηδούσε στη ράχη του.
Κάποτε, λέει, που οι Τούρκοι είχαν όμηρους στην Πόλη κάτι Ψαριανούς, πήγε πρεσβεία να παρακαλέσει τον Σουλτάνο να τους αφήσει ελεύθερους. Μαζί και δαύτος. Γίγαντας, θεριό.
«Μόλις τον είδε ο Σουλτάνος τον εθαύμασε.
- Βάι, βάι! Νεμπεχλιβάνβαρ! Μάσσαλα! Μάσσαλα! Φτου! Φτου!
Ας τα εξηγήσωμε: Πω, πω, πω! Τι παλαιστής είν’ αυτός! Να μη βασκαθή! Φτου! Φτου!»
Και, μέσω του δραγουμάνου του, έστειλε στους Ψαριανούς το μήνυμα: αν ο Νικολάρας παλέψει και νικήσει τον αράπη παλαιστή του, θα τους αφήσει λεύτερους.
«Ο Νικολάρας εδέχθη πρόθυμος. Έβγαλε αφελέστατα το γελέκο, το πουκάμισό και τη φουφούλα του μέσα στο σουλτανικό διαμέρισμα και περίμενε. Καμμιά φορά ήλθε και ο Αράπης και τον ετίναξε κι αυτόν κάτω, ενώ ο Σουλτάνος κατάπληκτος και χειροκροτών, όχι μόνον απέλυσε τους ομήρους, αλλά και εφόρτωσε τους Ψαριανούς με δώρα...».
***
Θα κλείσουμε με επίλογο τα λόγια του Πέτρου Λινάρδου: «Άραγε υπάρχει κάποιο σωματείο ή κάποιο σχολείο όπου ένας «γυμναστής» θα κάνει λόγο στα παιδιά γι’ αυτή την πτυχή -καίριας αποτελεσματικότητας- στον ξεσηκωμό του Γένους των Ελλήνων; Αυτός ο λόγος δεν θα είχε τη ρουτινιάρικη όψη μιας επετειακής αναφοράς αλλά τη σύνδεση της παράδοσης της αθλητικής με το σήμερα. Πρόκειται (ή όχι) για απαξίωση της λαϊκής παράδοσης; Στην προκειμένη περίπτωση -μια και το καλεί η ημέρα, η 25η Μαρτίου- ας θυμηθούμε τι έγραψε ένας σοφός ιστορικός του αθλητισμού, διευθυντής εδώ και κάποιες δεκάδες χρόνια της Σωματικής Αγωγής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ο Κώστας Τσιαντάς, σ’ ένα μικρό πόνημα του 1971: ότι, δηλαδή, τα αγωνίσματα στα οποία συναγωνίζονταν τα κλεφτόπουλα, σε κάθε κατάλληλη ευκαιρία, ήταν λαϊκή άθληση και ταυτοχρόνως προετοιμασία για τον μεγάλο αγώνα. «Η αξιοθαύμαστη αντοχή των κλεφτών» γράφει ο Κ. Τσιαντάς «ήταν απόκτημα διαρκούς ασκήσεως και προσπαθειών που απέβλεπαν στην όσο το δυνατόν καλύτερη συγκρότηση του ψυχικού κόσμου και της σωματικής διαπλάσεώς τους, κάτι ανάλογο με τις σημερινές προπονήσεις».Πηγές:
*Π. Ν. ΛΙΝΑΡΔΟΣ Επί τιμή πρόεδρος του ΠΣΑΤ άρθρο στο «Βήμα» με τίτλο: Η σπουδαία αθλητική παράδοση των προεπαναστατικών χρόνων.
*ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ (Κερκυραίος δημοσιογράφος βραβευθείς από τον ΠΣΑΤ με το βραβείο του ΕΔΟΕΑΠ): Δημοσίευμα: Ο αθλητισμός το 1821.
*ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Δ. ΠΕΛΙΓΚΟΣ: Αθλητική ιστορία των Τρικάλων.
Του Σωτ. Κέλλα