Του Δημήτρη Βάλλα
Το κτήμα της θυμίζει ένα σαλόνι υψηλής αισθητικής μέσα στον κάμπο που κάθε άλλο παραπέμπει στα όσα έχουν να κάνουν με ένα απλό χωράφι, από αυτά που έχουμε συνηθίσει όλοι μας.
Σε μία έκταση δέκα περίπου στρεμμάτων κυριαρχούν τα... χρώματα και τα αρώματα καθώς απλώνονται παντού η λουίζα, ο δυόσμος, η μέντα, το φασκόμηλο, το δενδρολίβανο, το θυμάρι, η λεβάντα, η ρίγανη...
Είναι μια ιστορία με μεράκι δύο περίπου χρόνων τώρα που κατά γενική ομολογία είναι πρότυπο για την περιοχή!
Οικογενειακή λοιπόν υπόθεση και η Λαρισαία κ. Φωτεινή Μπλιάτσιου μαζί με τον γιο της Θέμη Λέκκα το τόλμησαν πολύ κοντά στην πόλη στην περιοχή του Μεζούρλου και μάλιστα με θεαματικά αποτελέσματα!
...Η ιδέα, θα μας πει η κ. Μπλιάτσιου, ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, όταν άρχισα να παρακολουθώ στην Αμερικανική Σχολή της Θεσσαλονίκης, σεμινάρια που είχαν σχέση με την καλλιέργεια των αρωματικών φυτών. Σε ένα χωράφι που παλιά έσπερνα σιτάρι, καπνό και βαμβάκι αγοράσαμε σπόρο ελληνικό και με τον γιο μου Θέμη κάναμε τα πρώτα βήματα με πειραματική σπορά αρχικά.
Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά!
Φέτος διπλασιάσαμε και την ποσότητα παραγωγής, αλλά και την έκταση. Βέβαια, οι ποσότητες είναι μικρές και για να έχει κάποιος κέρδος από αυτές τις καλλιέργειες πρέπει να περάσουν τουλάχιστον πέντε χρόνια και να υπάρχουν υποδομές.
Χρειάζεται ξηραντήριο, μεταποίηση, αλλά και μηχανήματα . Τώρα, τα κάνουμε όλα με το χέρι, τόσο το μάζεμα, όσο και τον διαχωρισμό των κοτσανιών από τα φύλλα.
Παρά τα όσα πιθανόν να λέγονται η περιοχή μας στον κάμπο είναι ιδανική για καλλιέργεια αρωματικών φυτών, όμως χρειάζεται μεγάλη φροντίδα γιατί ας μην ξεχνάμε ότι εδώ δεν χρησιμοποιούνται λιπάσματα και όλα αυτά δεν γίνονται από μόνα τους.
Είναι γεγονός ότι χρειάζεται αρκετή χειρωνακτική εργασία .
...Ναι είναι ακόμα γεγονός ότι για τα αρωματικά φυτά υπάρχει ζήτηση στην αγορά και εμείς τα διαθέτουμε είτε σε εμπόρους, είτε απευθείας στα καταστήματα.
Βέβαια τώρα γίνεται μια κίνηση για να ενωθούν όλοι οι παραγωγοί, να υπάρξει δηλαδή κάτι σαν συνεταιρισμός ώστε να υπάρχει ενημέρωση και ευκολότερη πρόσβαση στις αγορές για τη διάθεση του προϊόντος...
Υπάρχει όντως ενδιαφέρον από πολλά νέα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν. Όμως αυτές οι καλλιέργειες απευθύνονται σε ανθρώπους που τις αγαπούν και δεν το κάνουν για το εύκολο κέρδος...
Στον χώρο μπήκαν πολλοί που πίστευαν ότι θα γίνουν γρήγορα πλούσιοι, όμως πάλι γρήγορα αποχώρισαν».
ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑ
Αφήνοντας τη Λαρισαία αγρότισσα να τριγυρνά ευτυχισμένη για αυτό που πίστεψε και έκανε μέσα στο κτήμα της που όχι τυχαία ονόμασε «Ευκαρπία» ας δούμε λίγο και τη γνώμη των ειδικών που και αυτοί κάνουν λόγο για εναλλακτικές καλλιέργειες: «Ευκαιρία για συμπληρωματικό εισόδημα αποτελούν τρία αρωματικά φυτά, η καλλιέργεια των οποίων εμφανίζει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
Ο λόγος για τις εναλλακτικές καλλιέργειες των γνωστών φυτών -θυμάρι, χαμομήλι, λεβάντα-, οι αποδόσεις των οποίων σε έσοδα φθάνουν να διπλασιάζονται όταν γίνονται με βιολογικά κριτήρια.
Αυτό όμως που καθιστά ακόμα πιο ελκυστικές τις καλλιέργειες αυτές είναι η πολύ μεγάλη ζήτηση στο εξωτερικό για ελληνικά αρωματικά φυτά, και αυτό γίνεται αντιληπτό από τις πολύ υψηλότερες τιμές που προσφέρουν σε σχέση με τις ελληνικές μεταποιητικές μονάδες. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι προσφορές που δέχονται οι ελληνικές ομάδες παραγωγών είναι διπλάσιες και τριπλάσιες από τις τιμές που προσφέρουν οι εγχώριες εταιρίες.
Πρόκειται για καλλιέργειες που δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις, προσαρμόζονται πολύ καλά στο μεσογειακό κλίμα, μπορούν να αξιοποιήσουν φτωχά και υποβαθμισμένα εδάφη και αποφέρουν ικανοποιητικό εισόδημα στους παραγωγούς. Θα πρέπει εξάλλου να σημειωθεί ότι οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούν ιδιαίτερα την ανάπτυξη αρωματικών φυτών, που δίνουν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας.
Παρ' όλο πάντως που η καλλιέργεια των αρωματικών φυτών στην Ελλάδα δεν είναι άγνωστη εδώ και δεκαετίες, θεωρείται σχετικά νέο πεδίο δράσης για τον ελλαδικό χώρο.
Το κόστος αγοράς φυτού είναι 0,12-0,2 ευρώ ανά φυτό και για προερχόμενα από ιστοκαλλιέργεια 0,28-0,35 ευρώ ανά φυτό. Όμως στις πολυετείς καλλιέργειες το κόστος για την απόκτηση πολλαπλασιαστικού υλικού βαρύνει κυρίως τον πρώτο χρόνο της καλλιέργειας, καθώς τα επόμενα χρόνια ο παραγωγός μπορεί από τις έτοιμες φυτείες να δημιουργήσει το δικό του πολλαπλασιαστικό υλικό.
Αυτό άλλωστε που προτείνουν οι ειδικοί με τις καλλιέργειες των αρωματικών φυτών είναι ο νεοεισερχόμενος παραγωγός να αρχίσει με περισσότερα του ενός είδη, τόσο ετήσια όσο και πολυετή φυτικά υλικά. Τα ετήσια δίνουν την εμπειρία μέσω του πλήρους κύκλου της καλλιέργειας κατά το πρώτο έτος, από το πολλαπλασιαστικό υλικό έως τη συγκομιδή, καθ' ον χρόνο τα πολυετή αναπτύσσονται, για να δώσουν το μέγιστο και βέλτιστο της παραγωγής τους, συνήθως μετά τον δεύτερο χρόνο».