Από τη Χαρίκλεια Βλαχάκη
Μπορεί μέχρι πρότινος να μην μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε τον άνηθο από το μαϊντανό, από τότε όμως που η κρίση χτύπησε την πόρτα μας και ο φόβος της ανεργίας κάνει επιτακτική την ανάγκη εξεύρεσης νέων τρόπων βιοπορισμού, όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που στρέφονται στην αγροτική παραγωγή αναζητώντας νέες κερδοφόρες καλλιέργειες. Σαλιγκάρια, τρούφα, σμέουρα, γκότζι, λούπινο, ιπποφαές, ρίγανη, φασκόμηλο και λεβάντα είναι ορισμένα μόνο από τα προϊόντα που μονοπωλούν τις συζητήσεις και υπόσχονται εγγυημένο κέρδος και παραγωγή. Είναι όμως έτσι; Η ιστορία του πρόσφατος παρελθόντος καταγράφει το αντίθετο, ενισχύοντας την άποψη ότι το πρόβλημα της ελληνικής παραγωγής ήταν και παραμένει η έλλειψη σχεδιασμού, η πιστοποίηση των προϊόντων και κυρίως η διάθεση.
Όπως υποστηρίζει ο γεωπόνος κ. Αθ. Βασιλακάκης, το να πάρουμε ένα στρέμμα γης και να το καλλιεργήσουμε αποτελεί μια σχετικά εύκολη υπόθεση, το ζήτημα είναι με ποιο τρόπο η σοδειά θα φτάσει από την παραγωγή στην κατανάλωση και εξηγεί πως κάτι τέτοιο θα ήταν εφικτό.
Κύριε Βασιλακάκη, το τελευταίο διάστημα έχει αναπτυχθεί μια συζήτηση που υποστηρίζει ότι η στροφή προς τη γεωργία μπορεί να είναι αυτή που θα μας οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Πράγματι πιστεύω ότι μπορεί να φέρει αποτελέσματα, όχι όμως με το μοντέλο που ακολουθούσαμε τόσα χρόνια. Δηλαδή, μέχρι σήμερα η αγροτική εργασία ξεκινούσε με τη σπορά και ολοκληρώνονταν στη συγκομιδή. Αυτό όμως είναι κάτι που θα πρέπει να αλλάξει. Ο αγρότης για να έχει μέλλον θα πρέπει να μπει δυναμικά και στο κομμάτι της διάθεσης και ει δυνατόν και στην τυποποίηση, έτσι ώστε να παρακάμψει τους μεσάζοντες και να μπορεί να βγει κατευθείαν στο σούπερ μάρκετ ή ακόμη καλύτερα στον τελικό καταναλωτή.
Δηλαδή είναι οι μεσάζοντες το πρόβλημα; Γιατί και στο εξωτερικό υπάρχουν μεσάζοντες ωστόσο τα αγροτικά προϊόντα είναι πιο φθηνά, από ότι στην ελληνική αγορά.
Κι όμως στο εξωτερικό εμπλέκονται λιγότεροι μεσάζοντες από ότι στην Ελλάδα. Για παράδειγμα η τιμή ενός προϊόντος στην Ιταλία ή τη Γερμανία, μπορεί να φτάσει μέχρι και το τριπλάσιο. Εδώ όμως αναλογία είναι 1:5.
Επίσης στο εξωτερικό υπάρχουν συστήματα όπως τα αγροτικά δημοπρατήρια, όπου ο κάθε αγρότης μπορεί να πάει και να δώσει το προϊόν του. Είναι μια εξειδικευμένη αγορά η οποία εξυπηρετεί τόσο τον παραγωγό όσο και τον καταναλωτή.
Ίσως το ίδιο συμφέρει να κάνει και ο έλληνας παραγωγός, πουλώντας μόνος του στη λαϊκή αγορά.
Πόσο εύκολο είναι όμως για τον έλληνα παραγωγό να παρακάμψει τους μεσάζοντες; Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η παραγωγή παραμένει αδιάθετη στα χωράφια.
Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί μέχρι σήμερα η ελληνική γεωργική παραγωγή δεν διέπεται από ένα σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης, με αποτέλεσμα το προϊόν να μην μπορεί να βγει στην αγορά. Ο έλληνας αγρότης δεν έχει αυτή τη συνείδηση, το να δώσει δηλαδή ποιοτικά χαρακτηριστικά στο προϊόν του. Και δεν την έχει γιατί κανείς δεν φρόντισε να τον ενημερώσει. Οι έρευνες όμως δείχνουν ότι σήμερα ο καταναλωτής, ζητά πιστοποιημένα προϊόντα. Το ίδιο και οι αγορές. Στο εξωτερικό οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ δεν βάζουν στα ράφια τους κάτι που δεν είναι πιστοποιημένο.
Οπότε ένα ελληνικό προϊόν δύσκολα μπορεί να βγει στην αγορά του εξωτερικού εφόσον δεν έχει την πιστοποίηση;
Προφανώς. Μα είναι απλή λογική. Για ποιο λόγο κάποιος να προτιμήσει ένα ελληνικό μη πιστοποιημένο προϊόν, όταν ακριβώς το ίδιο παράγει ο τούρκος ή ο αιγύπτιος αγρότης και μάλιστα σε πολύ χαμηλότερη τιμή;
Άρα εκείνο με τον οποίο ο Έλληνας παραγωγός θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τον τούρκο ή το κινέζο, είναι η ποιότητα. Η πιστοποίηση θα πρέπει να γίνει συνείδηση στον έλληνα αγρότη.
Όταν αναφέρεστε στην πιστοποίηση αναφέρεστε στα βιολογικά;
Εκτός από την πιστοποίηση για τα βιολογικά υπάρχει και πιστοποίηση για προϊόντα συμβατικής καλλιέργειας. Μία από αυτές είναι η πιστοποίηση agro2 που εγγυάται ότι το προϊόν θα φτάσει στον καταναλωτή ασφαλή από χημικά. Δηλαδή μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε φυτοφάρμακα για τις ανάγκες της καλλιέργειες, σε τέτοιους χρόνους όμως και ποσότητες που πριν από τη συγκομιδή δεν θα υπάρχουν πλέον χημικά υπολείμματα στο προϊόν.
Η ελληνική παραγωγή μπορεί να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες;
Η αλήθεια είναι ότι αυτή τη στιγμή εισάγουμε πολύ περισσότερα προϊόντα από ότι εξάγουμε. Για αυτό θα ήταν καλό να προσπαθήσουμε να καλύψουμε το ελληνικό ισοζύγιο και μετά να στραφούμε προς τις αγορές του εξωτερικού.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί πολύ απλά είναι πιο εύκολο και πιο φτηνό για τον χονδρέμπορο να εισάγει ντομάτα από την Τουρκία από το να πάει να βρει 10-20 έλληνες παραγωγούς ντομάτας, σε όλη την ελληνική επαρχία, η οποίοι σημειωτέο καλλιεργούν το ίδιο προϊόν. Δηλαδή μια ντομάτα χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Άρα το πρόβλημα του πρωτογενούς τομέα δεν είναι η παραγωγή αλλά η διάθεση.
Πιστεύω ακράδαντα ότι ακόμη και ένας μικρός συνεταιρισμός αγροτών αν φροντίσει να διαχειριστεί ολοκληρωμένα το προϊόντα του, μπορεί να τα καταφέρει. Θεωρώ ότι εκεί θα παιχτεί από εδώ και πέρα το παιχνίδι. Υποθετικά, ας πούμε ότι έχουμε 10 καλλιεργητές με κεράσια στα μέρη σας, συγκεκριμένα στην Αγιά. Αν συσκεύαζαν το προϊόν και με καλή κι έξυπνη διαφήμιση το προωθούσαν ως καλό, τοπικό και πιστοποιημένο θα μπορούσαν να βγουν δυναμικά στην αγορά αλλά και στο εξωτερικό. Γιατί τότε θα ήταν ο ίδιος ο καταναλωτής που θα τους αναζητούσε.
Ποια είναι η άποψη σας για τις νέες «εναλλακτικές» καλλιέργειες όπως το ιπποφαές, η τρούφα ή η εκτροφή σαλιγκαριών που υπόσχονται υψηλή παραγωγή, άμεση διάθεση και υψηλά εισοδήματα;
Στη δεκαετία του 80, πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε νέα καλλιέργεια στην Ελλάδα, το ΕΘΙΑΓΕ, έκανε πειράματα, δοκίμαζε τα είδη και τις ποικιλίες για τις εδώ κλιματολογικές συνθήκες και αφού έβλεπε ότι μπορεί να ευδοκιμήσει και να αποδώσει οικονομικά, έδινε το πράσινο φως. Τα τελευταία χρόνια όμως το ΕΘΙΑΓΕ έχασε το ρόλο του, σήμερα δε έχει συγχωνευτεί με άλλους οργανισμούς, οπότε κάθε νέο είδος που μπαίνει στο χωράφι, μπαίνει χωρίς καμία μελέτη και σχεδιασμό. Οι ροδιές που μπήκαν πάνω στη Μακεδονία για παράδειγμα, ήταν εντελώς ακατάλληλες για τις κλιματολογικές συνθήκες με αποτέλεσμα φέτος την άνοιξη να υποστούν πολλές ζημίες.
Καταλήγουμε λοιπόν στο ότι δεν υπάρχει αγροτική πολιτική στην Ελλάδα;
Καταλήγουμε στο ότι οι αγορές που βάζουν το ιπποφαές και τα διάφορα άλλα νέα ήδη, γίνονται άθελα τους πειραματόζωα.. Αν θυμάστε πριν από μια δεκαετία δημιουργήθηκαν χωρίς κανένα σχεδιασμό δεκάδες μονάδες εκτροφής στρουθοκαμήλων, με αποτέλεσμα η προσφορά να είναι δεκαπλάσια της ζήτησης στο εσωτερικό και ανύπαρκτη η ζήτηση από το εξωτερικό. Σήμερα είναι ζήτημα να λειτουργούν 5 από εκείνες τις μονάδες. Η ελληνική αγροτική πολιτική περιορίζεται στο πως θα διαχειριστούμε τα κονδύλια.
Είναι αποδοτική η εκτροφή σαλιγκαριών;
Ας ξεκινήσουμε λίγο αντίστροφα. Από τη διάθεση. Αυτή τη στιγμή τα εκτροφεία που έχουν δημιουργηθεί στην Ελλάδα, φτάνουν για καλύψουν την ελληνική κατανάλωση και σε λίγα χρόνια και σε λίγα χρόνια, οπότε θα γίνουν πιο αποτελεσματικά και με καλύτερες αποδόσεις ενδεχομένως να την υπερκαλύψουν.
Σύμφωνα με το υπουργείο αυτή τη στιγμή λειτουργούν 76 εκτροφεία ανοιχτού τύπου σε 488 στρέμματα ενώ οι μονάδες κλειστού τύπου είναι 55 σε 89 στρέμματα. Να σημειώσω ότι πολλές εταιρίες που πουλούν τεχνογνωσία, μάνατζμεντ, κυκλοφορούν φήμες ότι στο εξωτερικό υπάρχει μεγάλη ζήτηση για ελληνικά σαλιγκάρια, κάτι που προφανώς δεν ισχύει. Μάλιστα όσοι προσπάθησαν να μπουν στην γαλλική αγορά, το διαπίστωσαν και μόνοι τους. Άλλωστε ακόμη και αυτά που εισάγουν οι γάλλοι, είναι συσκευασμένα και ανήκουν σε άλλη φυλή, η οποία δεν καλλιεργείται στην Ελλάδα.
Το ιπποφαές;
Το ίδιο ισχύει και για το ιπποφαές, το οποίο συνήθως προορίζεται για φαρμακευτική χρήση. Οπότε πριν προχωρήσουμε στην καλλιέργεια θα πρέπει να απευθυνθούμε στη φαρμακοβιομηχανία και να ενημερωθούμε για την τιμή. Βασικό είναι όλοι αυτοί που έχουν βάλει ιπποφαές να συστήσουν κάποιες ομάδες γιατί από μόνοι τους δεν νομίζω να καταφέρουν κάτι. Αυτά τα μηνύματα λαμβάνω καθημερινά.
Μήπως τα αρωματικά φυτά έχουν καλύτερη απόδοση;
Πράγματι σε πολλούς συστήνω την καλλιέργεια αρωματικών φυτών γιατί είναι προϊόντα με συνεχή ζήτηση και εύκολα στη διάθεση. Η ρίγανη για παράδειγμα είναι ένα προϊόν με σχετικά μικρό κόστος παραγωγής, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως σε όλα τα ελληνικά εστιατόρια. Αν κάποιος λοιπόν διαθέτει παραγωγή, μπορεί πόρτα – πόρτα και αποφεύγοντας τους μεσάζοντες να διαθέσει το προϊόν σε πολύ καλή τιμή. Αν τώρα αυτό το προϊόν έχει και κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά τότε ίσως να έχει και μια ευκαιρία για άνοιγμα στο εξωτερικό. Το ίδιο ισχύει και για διάφορα άλλα βότανα, ευρείας κατανάλωσης. Γενικότερα όμως πριν προβούμε σε οποιαδήποτε καλλιέργεια, θα πρέπει πρώτα να κοιτάξουμε όλη την αλυσίδα και κυρίως το τελικό στάδιο που είναι η πώληση.
Ο κ. Βασιλακάκης είναι γεωπόνος ΑΠΘ, με εξειδίκευση στη μελέτη γεωργικών εγκαταστάσεων. Το blog του http://basilakakis.wordpress.com, αποτελεί έναν από τους πιο ενημερωμένους ιστοτόπους σε θέματα αγροτικής παραγωγής, τυποποίησης αλλά και διάθεσης και παράλληλα λειτουργεί ως σημείο συνάντησης και ανταλλαγής προϊόντων και τεχνογνωσίας για δεκάδες παραγωγούς από όλη την Ελλάδα.