Συμμετέχοντας ως ομιλητής στην εκδήλωση, θεωρώ ότι έχει ενδιαφέρον να επαναλάβουμε μέσα από αυτό το άρθρο, ορισμένες θέσεις, πολλές από τις οποίες κατά καιρούς αναδείξαμε για τον πολύπαθο Πρωτογενή Τομέα της Γεωργίας (ΠΤΓ), με ιδιαίτερη αναφορά στη Θεσσαλία, που αποτελεί το πιο αντιπροσωπευτικό τμήμα του στη χώρα. Ας δούμε, λοιπόν, τα δεδομένα:
Είναι το κλίμα σε κρίση στην Ελλάδα;
Σύμφωνα με ανάλυση ομάδας του Αστεροσκοπείου Αθηνών (αναφ. 1), στην περίοδο 1991-2020 οι βασικές παράμετροι του κλίματος για τη γεωργία θερμοκρασία και βροχόπτωση παρουσίασαν τις παρακάτω τάσεις:
Θερμοκρασία: Στην περίοδο αυτή στον ελλαδικό χώρο καταγράφηκε μία τάση αύξησης της θερμοκρασίας αέρα 0,05oC τον χρόνο, που ισοδυναμεί με αύξηση της θερμοκρασίας περίπου 1,5oC στα τελευταία 30 χρόνια, με σημαντικές, όμως, γεωγραφικές διαφοροποιήσεις. Σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας που είναι απομακρυσμένες από τη θάλασσα η αύξηση της θερμοκρασίας ήταν κατά μέσο όρο 0,07oC, δηλαδή συνολικά κατά 2oC. Παράλληλα, έχει καταγραφεί σημαντική μείωση του αριθμού ημερών παγετού (θερμοκρασία κάτω του μηδενός) κατά 15 ημέρες. Ο χειμώνας 2023-2024 ήταν ο θερμότερος όλων των εποχών, για τις οποίες υπάρχουν καταγραφές. Επιπλέον, τα τελευταία τέσσερα χρόνια καταγράφηκαν οι τρεις θερμότεροι χειμώνες (μέση θερμοκρασία του χειμώνα 2023-2024 8,2oC). Ακόμη, το καλοκαίρι του περασμένου χρόνου οι μήνες Ιούνιος και Ιούλιος ήταν οι θερμότεροι μέχρι σήμερα, ενώ η μέση θερμοκρασία του καλοκαιριού παρουσίασε αύξηση κατά 2,9oC, φθάνοντας τους 26,2oC.
Βροχόπτωση: Στην ίδια περίοδο 1990-2020 έχει καταγραφεί μία τάση αύξησης της βροχόπτωσης στις περιοχές της Ηπείρου και των Ιόνιων νήσων, που φθάνει τα 12-15 mm τον χρόνο. Μικρή μείωση έχει καταγραφεί στην Κεντρική Θεσσαλία και Ανατολική Πελοπόννησο, καθώς και την Ανατολική Κρήτη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο αριθμός ημερών βροχόπτωσης που έμμεσα δείχνει την ένταση των βροχοπτώσεων. Στη Δυτική Ελλάδα και Θράκη ο αριθμός αυτός αυξήθηκε συνολικά κατά 15 στην τριακονταετία. Ιδιαίτερη, όμως, σημασία έχει για τη γεωργία η αύξηση του αριθμού ημερών με ισχυρή βροχόπτωση που φαίνεται ότι είναι σημαντική.
Ξηρασία: Η παράμετρος αυτή έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για τη γεωργία, την οποία επηρεάζει έντονα. Στην αναφερόμενη ανάλυση η μετεωρολογική ξηρασία (δηλαδή ο αριθμός διαδοχικών ημερών με βροχόπτωση μικρότερη του 1 mm κατ’ έτος) παρουσίασε τάση αύξησης σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, αλλά στις άλλες περιοχές παρουσίασε μία τάση μείωσης. Αξιοσημείωτο είναι, όμως, το δεδομένο ότι στην τριακονταετία 1991-2000 μειώθηκαν σημαντικά οι χιονοπτώσεις, κυρίως στα βορειοδυτικά τμήματα της χώρας, επηρεάζοντας αρνητικά τον υδρολογικό κύκλο.Ιδιαίτερα για τη Θεσσαλία η κλιματική κρίση έδειξε την παρουσία της με τον πιο δραματικό τρόπο το φθινόπωρο του 2023. Σύμφωνα με στοιχεία του meteo.gr, στις 5 Σεπτεμβρίου, στο μεγαλύτερο μέρος της Θεσσαλίας, σε 24 ώρες έπεσαν 150 mm βροχής, ενώ στο ανατολικό τμήμα της (περιοχή Πηλίου) έπεσαν 754 mm, με το πασίγνωστο φαινόμενο «Daniel». Δύο εβδομάδες αργότερα (στις 25 Σεπτεμβρίου) ακολούθησε βροχόπτωση στο Πήλιο 306 mm σε μία ημέρα και με το μηνιαίο ύψος βροχής να φθάνει στην περιοχή στα 933 mm (!). Τα αποτελέσματα είναι γνωστά και οι συνέπειές τους δυστυχώς θα ακολουθούν τους πληγέντες για πολύ ακόμα.
Πώς η γεωργία επηρεάζει και επηρεάζεται από την κλιματική αλλαγή
Κατ’ αρχάς ας δούμε εάν και πόσο συμμετέχει στην πρόκληση της κλιματικής κρίσης η γεωργία. Σύμφωνα με τον FAO, το 2017 το ποσοστό συμμετοχής της γεωργίας (φυτικής και ζωικής παραγωγής) παγκοσμίως στα αέρια του θερμοκηπίου (ΑτΘ) κατά 20%, κατανεμημένο κατά 11% στις καθαρές δραστηριότητες εντός των αγροκτημάτων και 9% στη σχετική χρήση γης (αναφ. 2). Σημειώνεται ότι το ποσοστό συμμετοχής μειώνεται με τον χρόνο, πέφτοντας από 29% το 1990 στο 20% το 2017. Επομένως, η γεωργία συμβάλλει με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα σημαντικά στην κλιματική αλλαγή και πρέπει να διερευνηθούν σε βάθος οι δυνατότητες και οι μέθοδοι με τις οποίες θα μπορούσαν όχι μόνο να μειωθούν οι εκπομπές από τη λειτουργία της, αλλά και να συμβάλει στη μείωση των ΑτΘ που υπάρχουν ήδη στην ατμόσφαιρα.
Δεν έχουν όλα τα φυτά την ίδια αντίδραση στην Κ.Α.
Η Κ.Α. επηρεάζει τη γεωργία μέσω των βασικών φυσιολογικών λειτουργιών, από τις οποίες εξαρτάται η ανάπτυξή τους, όπως η φωτοσύνθεση και η αναπνοή. Με την πρώτη λειτουργία τα φυτά το CO2 της ατμόσφαιρας με νερό και θρεπτικά στοιχεία και την ηλιακή ενέργεια παράγουν τις οργανικές ενώσεις, με τις οποίες γίνεται η ανάπτυξη των φυτών και η γεωργική παραγωγή. Δεν έχουν όλα τα φυτά τους ίδιους μηχανισμούς και δε δεσμεύουν CO2 με την ίδια ταχύτητα και στις ίδιες ποσότητες όλα τα φυτά. Με βάση αυτήν τη λειτουργία τα φυτά διακρίνονται σε δύο κατηγορίες (C3, C4) που επιτυγχάνουν την καλύτερη λειτουργία τους σε διαφορετικές θερμοκρασίες. Τα φυτά της κατηγορίας C3 λειτουργούν καλύτερα σε θερμοκρασίες 20-25oC και της C4 σε θερμοκρασίες 30-45oC. Αντίστοιχες διαφορές ισχύουν και για τη θερμοκρασία του εδάφους. Με βάση αυτές τις ιδιότητες τα φυτά C3 είναι λιγότερο ανθεκτικά στην αύξηση της θερμοκρασίας. Στα φυτά C3 ανήκουν οι περισσότερες γεωργικές καλλιέργειες, όπως σιτάρι, κριθάρι, βαμβάκι, βρώμη, σίκαλη, ρύζι, βαμβάκι, σακχαρότευτλα, ο καπνός, ο ηλίανθος, τα φρούτα και πολλά κηπευτικά (ντομάτες, αγγούρια, σπανάκι, πιπεριές, μελιτζάνες καρότα, πατάτες), ενώ στα φυτά C4 ανήκουν το καλαμπόκι, μερικά κηπευτικά, όπως το λάχανο, το μπρόκολο και το κουνουπίδι. Επομένως, τα περισσότερα γεωργικά φυτά είναι τα πιο ευαίσθητα στην αύξηση της θερμοκρασίας και άρα πιο ευάλωτα στην Κ.Α.Σημαντικό ρόλο, επίσης, για τις δενδρώδεις καλλιέργειες παίζουν οι θερμοκρασίες του χειμώνα, όποτε τα φυτά μπαίνουν σε μια κατάσταση στην οποία οι φυσιολογικές λειτουργίες μειώνονται σε μεγάλο βαθμό (λήθαργος) και η διάρκεια χαμηλών θερμοκρασιών που απαιτούνται για τον σχηματισμό των ανθέων και αργότερα των καρπών. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι οι ελιές χρειάζονται περισσότερες από 80 ημέρες με θερμοκρασίες ψύξης (7,2ºC) για τον σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών και καρπών, και ότι οι άριστες νυχτερινές θερμοκρασίες είναι 2-4ºC και οι μέγιστες ημερήσιες θερμοκρασίες 15,5-19ºC. Ανάλογες απαιτήσεις σε ώρες ψύχους έχουν όλες οι δενδρώδεις καλλιέργειες. Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι η Κ.Α. μέσω της μεταβολής της θερμοκρασίας επηρεάζει σημαντικά τη γεωργική παραγωγή. Άρα, η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της Κ.Α. προϋποθέτει την καταγραφή αυτών μεταβολών και την επιλογή των κατάλληλων φυτών που μπορούν να αποδώσουν σε τέτοιες συνθήκες. Πρόσφατη μελέτη (αναφ. 4) έδειξε ότι αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2οC θα μειώσει μέχρι 50% τις μισές καλλιέργειες στον πλανήτη.
Είναι αντίπαλοι η γεωργία και το κλίμα;
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι η γεωργία ως αγροδιατροφικός τομέας επιβαρύνει το κλίμα σε σημαντικό ποσοστό και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως πηγή εκπομπών ΑτΘ. Δρα, όμως, η γεωργία μόνο ως πηγή εκπομπών ΑτΘ; Η απάντηση είναι αρνητική, αφού τόσο στα φυτά όσο και στο έδαφος, εκτός από πηγές, είναι και μεγάλες αποθήκες άνθρακα. Τα φυτά συγκρατούν 560 δισ. τόνους άνθρακα, όταν στην ατμόσφαιρα υπάρχουν 750 δισ. τόνοι άνθρακα. Παράλληλα, στο έδαφος συγκρατούνται διπλάσιες ποσότητες άνθρακα από όσες στην ατμόσφαιρα (1.500 δισ. τόνοι άνθρακα) (αναφ. 3). Επομένως, με σωστή διαχείριση θα μπορούσαν στα φυτά και στο έδαφος να συγκρατηθούν μέσω μείωσης των εκπομπών ή απορρόφησης από την ατμόσφαιρα μεγάλες ποσότητες άνθρακα. Οι μέθοδoι και οι πρακτικές που θα μετέτρεπαν τη γεωργία σε πραγματικό σύμμαχο του περιβάλλοντος έχουν αναλυθεί λεπτομερώς πολλές φορές, παρουσιάζοντας τα συστήματα καλλιέργειας που συντελούν σε αυτό, όπως γεωργία συντήρησης, γεωργία άνθρακα, γεωργία ακριβείας κ.λπ. Και για να έχουμε την πραγματική εικόνα της ελληνικής γεωργίας που λειτουργεί στις παραπάνω κλιματικές συνθήκες, δίνουμε μερικά μόνο χαρακτηριστικά της με βάση στοιχεία της Eurostat: Ο αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μειώνεται συνεχώς (από 4 εκατ. περίπου το 2003 μειώθηκαν σε 3,2 εκατ. περίπου το 2016), με το 46% αυτών να κατέχουν έκταση μικρότερη των 20 στρ. και το 50% έχουν εισόδημα μικρότερο των 4.000 ευρώ τον χρόνο. Τα στοιχεία αυτά τοποθετούν στο κέντρο του ζητήματος την οικονομική κατάσταση και βιωσιμότητα των αγροτών, που εάν δεν εξασφαλιστεί, δεν μπορεί με τίποτα να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της γεωργίας και συνακόλουθα η επισιτιστική ασφάλεια και η προστασία του περιβάλλοντος.
Συμπερασματικά: Η γεωργία και το κλίμα βρίσκονται σε μία αλληλένδετη σχέση, που εάν δεν αποτυπωθεί και δε γίνει σωστά διαχείρισή της, θα ενισχύσουν έναν φαύλο κύκλο που θα λειτουργεί σε βάρος και των δύο.
Αναφορές: 1. Λαγουβάρδος, Κ. και συν. 2025. Μεταβολές κλιματικών παραμέτρων στην Ελλάδα. Αδημοσίευτα δεδομένα.
2. Faostat Analytical Brief 1. The share of agriculture in total greenhouse gas emissions. Global, regional and country trends 1990-2017.
3. University of Hampshire. Global Carbon Cycle. 2017. globecarboncycle.unh.edu/.
4. https://doi.org/10.1038/s43016-025-01135-w