Η υπόψη περιοχή περιλαμβάνει μία δεκάδα κύριων οικισμών όλων πάνω από 800 μ. υψόμετρο, αναπτυσσόμενων σε μία έκταση 700 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων, με ορεινούς βοσκότοπους, δάση, εξαιρετικές φυσικές ομορφιές και πάρα πολλά νερά, καθόσον το μέσο ύψος βροχοχιονοπτώσεων ξεπερνά τα 1.800 χλστ./έτος (σε κάποια περιοχή 2.500 (!), για σύγκριση με την Αθήνα 400) και εκτάσεις κατάλληλες για ορεινές αρδευόμενες καλλιέργειες, όπως τα οπωροφόρα (μηλιές, καστανιές, καρυδιές, κερασιές), τα χορτοδοτικά, σε συνδυασμό με την κτηνοτροφία -ποιμενική και οικόσιτη- και τα κηπευτικά.
Επιπλέον, μετά την κατασκευή του εθνικού δρόμου Άρτας - Τρικάλων έγιναν και οι αναγκαίες οδικές προσβάσεις.
Στην οδική εξυπηρέτηση θα συμβάλλει και η ενδεχόμενη κατασκευή της παλαιότερα προταθείσας Αθαμάνιας Οδού.
Η περιοχή, όμως, αυτή παρά τη φυσιογνωμία της, ως μία ελληνική Ελβετία, έχει κατά τα τελευταία χρόνια εντελώς ερημώσει, όπως δείχνουν οι σχετικές απογραφές πληθυσμού το 1991 και το 2021 από 30.000 σε περίπου 500, ήτοι 98% (!), με ανθρώπινη παρουσία μόνο Ιούλιο-Αύγουστο από τουρίστες και συνδεόμενους συναισθηματικά με τον τόπο καταγωγής τους.
Εξυπακούεται, βεβαίως, ότι η εγκατάλειψη της περιοχής για 10 μήνες τον χρόνο έχει δυσάρεστες συνέπειες στις υποδομές, τα δίκτυα (ηλεκτρισμού, ύδρευσης κ.λπ.) και ακόμα στις οικοδομές, δημόσιες, δημοτικές και ακόμα ιδιωτικές.
Προκύπτει, λοιπόν, εθνική ανάγκη τόσο η Πολιτεία όσο και η ιδιωτική πρωτοβουλία να στραφούν και προς την ανάπτυξη της ορεινής εγκαταλειμμένης Ελλάδας, εφόσον, βέβαια, υπάρχουν οι δυνατότητες, όπως η περίπτωσή μας.1.2 Η πρότασή μας
Ο υπογράφων, με βάση τα γνωστικά αντικείμενα και την πείρα του μελέτησε προ 30ετίας τα στοιχεία της περιοχής, ήτοι βροχοχιονοπτώσεις που φτάνουν 1,2 δισ. κ.μ./χρόνο (700x1,8), μήκος ποταμού (60 χλμ.), κλίσεις (1-3%), μέση παροχή (30μ3^^), αδυναμία μεγάλου ταμιευτήρα λόγω ανάγλυφου, χειμαρρώδους μορφής και υπερβολικής στερεοπαροχής και με αφορμή το μελετώμενο τότε μεγάλο υδροηλεκτρικό της Μεσοχώρας είχε προβεί σε μία, κατά την άποψή του, πιο ήπια, οικολογικότερη και πολύ φθηνότερη επέμβαση για την ενεργειακή αξιοποίηση του ποταμού, αλλά και ολόκληρης της περιοχής.
Συγκεκριμένα, διαμόρφωσε σε μορφή Ειδικής Προκαταρκτικής Μελέτης μικρά υδροηλεκτρικά έργα, οκτώ εντός της κοίτης, το καθένα ύψους περί τα 20 μ. και έξι εκτός της κοίτης (πηγές και ρέματα) συνολικής ενεργειακής παραγωγής 300 Gwh/χρόνο και δαπάνη της τάξης των 100 εκατ. ευρώ με παραποτάμιο μονοπάτι και πεζογέφυρες.
Τα υπόψη έργα της κοίτης αμβλύνουν τις αιχμές πλημμυρών, κατακρατούν τα φερτά υλικά (ο Αχελώος στην περιοχή αυτή είναι ουσιαστικά χειμαρροπόταμος), επιτρέπουν την κυκλοφορία της ιχθυοπανίδας, δεδομένου ότι ο Άνω Αχελώος είναι από τα καλύτερα περιβάλλοντα για την άγρια πέστροφα και τις ποτάμιες δραστηριότητες (κεκλιμένα επίπεδα) είναι σχεδόν αθάνατα (ενώ τα μεγάλα μετά τις επιχώσεις καταντούν απλής ροής, ενώ έχουν γίνει, εν τω μεταξύ, τεράστιες και μη ανατάξιμες κατασκευές) και προφανώς ως πολύ μικρά δεν κινδυνεύουν από σεισμούς σε μία σεισμογενή χώρα.
Η ομαλοποίηση της ροής και η κατακράτηση της στερεοπαροχής έχει τεράστια σημασία για τους κατάντη ταμιευτήρες και ιδιαίτερα του μακράν μεγαλύτερου των Κρεμαστών (αποφυγή αιχμών πλημμυρών και επίχωσης που μειώνει την αποδοτικότητά του). Τα ίδια έργα και για τον ίδιο σκοπό πρέπει να γίνουν και στους κυρίως κλάδους, δηλαδή, του Αγραφιώτη, του Ταυρωπού και του Κρικελιώτη.
Επιπλέον, για τις τοπικές κοινωνίες προσφέρουν θέσεις εργασίας στην προκειμένη περίπτωση 30 μόνιμες, εκατοντάδες για τις συντηρήσεις και χιλιάδες στο στάδιο κατασκευής και το σπουδαιότερο διαθέτουν ως μικρά υδροηλεκτρικά (ισχύς <15 Mw), το 3% των ακαθαρίστων εσόδων στις τοπικές κοινωνίες και συγκεκριμένα εδώ 80 εκατ. ευρώ/χρόνο (300x0,09x0,03 εκ.).
Στο μεταξύ, κατασκευάστηκε το λεγόμενο υδροηλεκτρικό Μεσοχώρας και η πρότασή μας έμεινε στο μεγαλύτερο μέρος της στα... χαρτιά!2. Το έργο Μεσοχώρας
2.1 Ένας σύντομος σχολιασμός
Το έργο Μεσοχώρας με ύψος φράγματος 150 μ., ισχύ 160 Mw, ετήσια παραγωγή 360Gwh και δαπάνη 500 εκατ. ευρώ παρουσιάστηκε ως έργο αποθήκευσης, ενώ στην πραγματικότητα είναι κυρίως έργο εκτροπής, καθόσον η υψομετρική διαφορά του σταθμού παραγωγής από τη Μεσοχώρα αγγίζει τα 200 μ., ενώ η συμμετοχή του φράγματος στην υψομετρική διαφορά του έργου δε φτάνει τα 100 μ. (υδροληψία 720 - έδαφος 630).
Εξάλλου, ο, κατά τη μελέτη, ωφέλιμος όγκος των 200 εκ^ λόγω της μεγάλης κλίσης του ποταμού (2%) και της έντονης στερεοπαροχής γρήγορα θα απομειωθεί και θα μείνει καθαρά πλέον έργο εκτροπής.
Θα αρκούσε, λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, μία απλή και ολιγοδάπανη υδροληψία στη θέση του ογκώδους φράγματος, όπως ακριβώς έγινε σε σχετικό έργο στον παραπόταμο του ίδιου ποταμού Γκούρα.
Ανεξαρτήτως, πάντως, των ανωτέρω σχολίων το έργο έγινε, αλλά δε λειτουργεί επί 20ετία και πλέον.
Αποτελεί διελκυστίνδα μεταξύ συλλογικοτήτων, αλλά και διοικητικών -και μέχρι περιφερειαρχών- μεταξύ Θεσσαλίας και Δυτικής Ελλάδας ως σχετιζόμενο με το έργο εκτροπής του Αχελώου, ενώ δεν έχει καμία σχέση με αυτό, καθόσον είναι καθαρά τοπικό υδροηλεκτρικό και, επίσης, έγινε αντικείμενο πολυάριθμων προσφυγών των κατοίκων του οικισμού Μεσοχώρα ως θιγόμενων.
Δεν κατόρθωσε το ελληνικό κράτος να κάνει επί τόσα χρόνια αν υπήρχε τέτοιος κίνδυνος έναν οικισμό μερικών δεκάδων σπιτιών σε μέρος κοντινό, αλλά πιο ασφαλές δαπάνης λίγων εκατομμυρίων ευρώ μπροστά στα δεκάδες εκατομμύρια που χάθηκαν και χάνονται συνεχώς.2.2 Η πρότασή μας
Εφόσον έτσι έχει η κατάσταση κι όπως φαίνεται θα συνεχιστεί σε βάρος της εθνικής και τοπικής οικονομίας και κοινωνίας, προτείνουμε οι τεχνικοί της ΔΕΗ, συμβουλευόμενοι ενδεχομένως ειδικότερους αρμόδιους μελετητές, ντόπιους ή ξένους, να προβούν στις αναγκαίες τροποποιήσεις του έργου, ώστε να λειτουργήσει έστω και σε ένα σημαντικό ποσοστό της δυναμικότητάς του.
Κατά την άποψή μας θα μπορούσε να αγνοηθεί η αποθήκευση, έτσι και αλλιώς μικρή και προσωρινή (λόγω προσχώσεων), και να μετατραπεί το έργο σε καθαρό εκτροπής με συμμετοχή της υψομετρικής διαφοράς του φράγματος όχι περισσότερο από 30 μέτρα, δηλαδή ουσιαστικά υποβιβασμό ανάλογο της υδροληψίας και του εκχειλιστή, ώστε να υπάρχει δυνατότητα και ενός στοιχειώδους αποδεκτού ιχθυόδρομου. Εκτιμάται ότι η μείωση της αρχικής προβλεπόμενης απόδοσής του δε θα ξεπεράσει το 30%.
Ευχής έργο θα ήταν να υπαχθεί και το υπόψη έργο, όπως θα διαμορφωθεί, στην κατηγορία του 3% κατ’ εξαίρεση προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, παρ’ όλο που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει σε ισχύ τα 70 Mw και παραγωγή μεγαλύτερη των 200Gwh/χρόνο [ο υπογράφων φρονεί ότι η διάκριση των υδροηλεκτρικών θα έπρεπε να είναι η φυσική (ροής-αποθήκευσης) και όχι η τεχνητά νομοθετημένη της ισχύος με όριο το 15Mw].3. Παρατηρήσεις
Η περιοχή του Ασπροποτάμου, λόγω των φυσικών χαρακτηριστικών που περιγράψαμε και της κοινωνικοπολιτιστικής ομοιότητας, αλλά κυρίως της μεγάλης απόστασης από το αντίστοιχο διοικητικό κέντρο (Τρίκαλα), θα μπορούσε να αποτελέσει ίδια διοικητική ενότητα (Δήμο), με το ενδεχόμενο υπαγωγής και του οικισμού Θεοδώριανα που έχει στον υπέρτατο βαθμό όλα τα ανωτέρω χαρακτηριστικά (σχολιάζεται σε ιδιαίτερο τεύχος με τίτλο: «Το πιο «πράσινο» χωριό της χώρας»), αλλά παρόλο ότι βρίσκεται στην ίδια λεκάνη του Άνω Αχελώου, ανήκει σε άλλο διοικητικό κέντρο αρκετά μακρινό (Άρτα 80 χλμ.) και στον Δήμο Κεντρικών Τζουμέρκων, αποκομμένο και από αυτόν από ορεινούς όγκους.
Τέλος, με την υλοποίηση των ανωτέρω προτάσεων και ιδιαίτερα της μεγάλης ηλεκτροπαραγωγής καθαρής ενέργειας με τη συμβολή και της παραγωγής του προτεινόμενου ταμιευτήρα στον Πηνειό - κλάδος Μουργκάνη, ανερχόμενης συνολικά σε 400 Gwh/χρόνο, όχι μόνο το αναφερόμενο χωριό και ο προτεινόμενος Δήμος, αλλά και ολόκληρος ο Νομός Τρικάλων μπορεί να γίνει ο πρώτος πράσινος νομός της χώρας.1. Αν ποτέ κατασκευασθεί το έργο όπως αρχικά σχεδιάστηκε, πρέπει για τη μακροημέρευσή του να γίνουν προς τα ανάντη αναβαθμοί συγκράτησης της πλούσιας στερεοπαροχής, της οποίας είναι εύκολη και όχι δαπανηρή η αφαίρεση και ίσως και χρήσιμη (αμμοχάλικο οδοστρωσίας), ενώ από την τεχνητή λίμνη δύσκολη και πολυδάπανη.
* Ο Αθανάσιος Ν. Ντάσκας είναι πολιτικός μηχανικός - περιβαλλοντολόγος υδραυλικός μηχανικός και υδρολόγος των Πολυτεχνείου και Πανεπιστημίου Grenoble.