Πριν μπω στην ουσία του εν περιλήψει θέματος, θα ήθελα να παραθέσω στο παρόν κείμενο, ένα σχετικό απόσπασμα από ένα προηγούμενο άρθρο μου, που δημοσιεύθηκε την 4/3/24 στην εφημερίδα σας, για να αρχίσω από εκεί το σχόλιό μου. Το απόσπασμα λοιπόν αυτό έχει ως εξής.
« Άκουσα τότε αυτό που είχε πει ένας από τους μετέχοντες του συνεδρίου καθηγητές, ότι τα πολλά νερά που κατέκλυσαν την περιοχή και την πόλη της Φλωρεντίας προέκυψαν επειδή δεν αποροφήθηκαν επαρκώς από το έδαφος και αυτό συνέβη επειδή το έδαφος αυτό όχι μόνον είχε συμπυκνωθεί υπερβολικά, αλλά είχε και καθίσει και μάλιστα σε ένα βάθος τριών εκατοστών περίπου, από την αρχική του θέση και αυτή η συμπύκνωση και καθίζηση, προέκυψε από τους συνεχείς σεισμούς που προηγήθηκαν, τους κραδασμούς από τα αυτοκίνητα, τα τρένα τα αεροπλάνα και άλλα, όπως και από τα βαριά μηχανήματα που περνούσαν από επάνω του και συνεχώς το συμπίεζαν και ότι η κατάσταση αυτή πολύ γρήγορα θα πήγαινε διαρκώς προς το χειρότερο». Και επανέρχομαι στο θέμα μας. Αν λοιπόν δεχθούμε ότι ισχύουν τα παραπάνω των Ιταλών, τότε η αιτία τής μη αποστράγγισης των εδαφών, γύρω από τη λίμνη Κάρλα, μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι στην περιοχή εκείνη, υπήρχε και λειτουργούσε επί σειρά ετών, μια πολύ μεγάλη στρατιωτική μονάδα, η μονάδα του Στεφανοβίκειου, η οποία μονάδα, με τα πολλά και μεγάλα εκείνα ελικόπτερα, τα οποία με τους κραδασμούς των μηχανών τους, αλλά περισσότερο με τον δυνατό αέρα που έριχναν οι έλικές τους πάνω στο έδαφος, συμπίεσαν αυτό τόσο πολύ, ώστε τελικά να το καταστήσουν αδιαπέρατο από τα νερά που το κατέκλυσαν. Έτσι, μετά από τα παραπάνω, προκύπτει το εύλογο ερώτημα, για το τι μέλει γενέσθαι από εδώ και πέρα.
Επ αυτού, θα έλεγα ότι, μετά από κάποια τεχνητή βοήθεια που μπορεί να δοθεί τώρα για την απομάκρυνση ορισμένων νερών από εκεί, δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε, από το να περιμένουμε, μετά την απομάκρυνση της μονάδας αυτής των ελικοπτέρων από εκεί, τη Μητέρα Φύση, με κάποιο βραδύ ή πιο γρήγορο ρυθμό, να επαναφέρει το έδαφος στην προτέρα του κατάσταση και μετά πάλι οι αγρότες μας καλλιεργητές, με κάποιες βαθιές αρόσεις, να το καταστήσουν ικανό για να απορροφά φυσιολογικά, τα δικά του ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα. Πάντως, αυτή τη φορά, πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί, για να μη δημιουργήσουμε μαζί με την μετακίνηση της μονάδας των ελικοπτέρων και παρόμοιο πρόβλημα καταστροφής του γόνιμου εδάφους εκεί που θα πάει, αλλά για να αποφύγουμε κάτι τέτοιο να συμβεί, καλύτερο θα ήταν να επιλέξουμε γι’ αυτή τη δουλειά, άλλες άγονες περιοχές της χώρας μας. Έτσι, τελειώνοντας το άρθρο μου αυτό, ας μου επιτραπεί να υψώσω και εγώ, μαζί με τους τόσους άλλους, τη φωνή διαμαρτυρίας για την αλόγιστη χρήση της γόνιμης γης, που γίνεται σήμερα για αλλότριους σκοπούς, μια ενέργεια που θα οδηγήσει τις επόμενες γενιές, μπροστά στην ανάγκη εύρεσης νέου χώρου και τόπου για καλλιέργειες, όπως λ. χ. να κάνουν μεγάλους, σε πλάτος και μήκος εδαφικούς αναβαθμούς, σε λόφους και χαμηλά βουνά, όπως το έχουν κάνει, από παλιά οι αγρότες, σε άλλες φτωχές σε πεδινά εδάφη περιοχές της ανατολής και όχι μόνον, ή να κάνουν και άλλους μικρότερους μεν αναβαθμούς, αλλά σε πολύ επικλινείς ακτές, όπως το έχουν κάνει οι Ιταλοί στο Αμάλφι. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καθόλου άσχημο, από την άποψη δημιουργίας ενός καινούργιου και ωραίου τοπίου και εφόσον θα υπάρχουν και αρκετά χρήματα για να γίνουν τέτοια πολυδάπανα έργα, όπως και μακρύς διαθέσιμος χρόνος, για να μπορέσουν να ολοκληρωθούν αυτά.
Νίκος Μπρουσοβάνας, συνταξιούχος γεωπόνος