Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν. Σύμφωνα με έμπειρους καλλιεργητές «όσοι πρόκειται να σπείρουν νέα φυτά (γυμνόριζα) θα πρέπει να το κάνουν μέχρι 10 Μαρτίου, προκειμένου να έχουν παραγωγή μετά από 4 χρόνια. Εάν προμηθευτούν γλαστράκια (φυτά με φύλλα) τότε θα έχουν παραγωγή μετά από 5 χρόνια!». Ήδη οι περισσότεροι άρχισαν να αντικαθιστούν τα κατεστραμμένα δέντρα με νέα. Το παράπονο των παραγωγών ακτινιδίου του Ομολίου είναι ότι καλούνται μόνοι τους να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον τους, αφού κανείς υπεύθυνος δεν απαντά σε ερωτήματα όπως πότε θα σταθεροποιηθούν τα καταπονημένα ή νεκρά φυτά, σε τι κατάσταση θα είναι τα καταπονημένα φυτά τον επόμενο χρόνο, πότε και πώς θα υπάρξει αποκατάσταση των υποδομών (οδικό δίκτυο, αντλιοστάσια), των αγρών που διαβρώθηκαν από το νερό, (πρόκειται για μία πολύ κοστοβόρα εργασία) και με ποιον τρόπο θα γίνει η αποκατάσταση του φυτικού κεφαλαίου. Η ιδιαίτερη ευαισθησία των ριζών της ακτινιδιάς στις αναερόβιες συνθήκες, που οδηγεί σε σταδιακή νέκρωση των ριζών και πτώση των φύλλων, έχει βεβαιωθεί από πάρα πολλές έρευνες. Επιπλέον παρατηρείται το εξής φαινόμενο. Επειδή τα δέντρα που έμειναν κάτω από το νερό, στις πλημμύρες του Σεπτεμβρίου περίπου μία εβδομάδα αντέδρασαν διαφορετικά το καθένα και στη συνέχεια ακολούθησαν θερμοκρασίες άνω των 35 βαθμών Κελσίου, κάποια στέγνωσαν τελείως, άλλα λιγότερο. Ωστόσο ο παραγωγός είναι αναγκασμένος να ξεπατικώσει όλα τα δέντρα του χωραφιού, γιατί κανείς δεν θέλει να ρισκάρει στην ανομοιομορφία της παραγωγής. Σύμφωνα με παραγωγούς του Ομολίου «αν γνωρίζαμε ότι θα υπάρξει κάλυψη του χαμένου εισοδήματος για τα επόμενα 4-5 χρόνια, οπότε και θα έχουμε παραγωγή οι περισσότεροι θα ξαναφυτέψουν τα δέντρα, γιατί γνωρίζουν την καλλιέργεια και παράγουμε ένα ποιοτικό προϊόν, ανάρπαστο στην αγορά. Η αβεβαιότητα όμως που κυριαρχεί σήμερα μας καθιστά ιδιαίτερα προβληματισμένους».
ΑΠΕΙΛΗ ΠΕΙΝΑΣ
Ο πρώην δήμαρχος Ευρυμενών και παραγωγός ακτινιδίου Δημήτρης Τσιτσές αναφέρεται στη μεγάλη οικονομική ζημιά που θα προκύψει όχι μόνο για το Ομόλιο και την ευρύτερη τοπική οικονομία, αλλά και για το κράτος αν εγκαταλειφθεί η καλλιέργεια: Κάθε χρόνο, μετά τη συγκομιδή του ακτινιδίου στην περιοχή εισρέει ένα ποσό γύρω στο 1,5 με 2 εκατομμύρια ευρώ.
Αν λείψει αυτό το ποσό, η περιοχή θα πεινάσει. Ταμείο ανεργίας οι αγρότες δεν μπορούν να πάρουν. Ωστόσο οικονομική ζημιά θα έχει και το κράτος, αρκεί να σκεφτείτε πόσα εισπράττει από το ΦΠΑ. Το κόστος εγκατάστασης ανέρχεται στα 4.000 ευρώ. Η τιμή πώληση του παραγωγού κινείται μέσο όρο στο 1€, άρα εισπράττει 40 λεπτά/κιλό. Τώρα πώς γίνεται ο έμπορος να πουλά 1,5 ευρώ και ο καταναλωτής να το αγοράζει 3 ευρώ, αυτό είναι κάτι που πρέπει να απασχολήσει την Πολιτεία. Το οικονομικό πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο σε γειτονικές περιοχές, όπως η Καρίτσα, όπου το ακτινίδιο μαζί με το κάστανο αποτελούν τις βασικές καλλιέργειες. Αν αναλογιστούμε την αντίστοιχα μεγάλη μείωση της παραγωγής στο κάστανο λόγο της φαιάς σήψης (-70%), τότε γίνεται κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος».
Γ. Ρούστας