των επιπτώσεών του και της αποκατάστασης και επανεκκίνησης της λειτουργίας των παραγωγικών συστημάτων. Στο άρθρο αυτό θα συνοψίσουμε το τι πρέπει να γίνει ώστε να (ξανα)καλλιεργηθούν τα γεωργικά εδάφη που επηρεάστηκαν από τις πρόσφατες πλημμύρες. Αυτό θεωρείται απαραίτητο ιδιαίτερα σε μια χρονική περίοδο που για το θέμα αυτό διατυπώθηκαν δημόσια σημαντικά αποκλίνουσες απόψεις.
Οι αιφνίδιες ακραίες πλημμύρες προκαλούν σοβαρές επιπτώσεις στη γεωργική γη που μπορεί να είναι άμεσες και εύκολα ορατές, αλλά και έμμεσες που δεν φαίνονται με γυμνό μάτι, όμως επηρεάζουν καθοριστικά την παραγωγικότητά της. Οι κυριότερες από αυτές είναι η απόθεση στη γεωργική γη φερτών υλικών, όπως βράχοι, χαλίκια, κορμοί δένδρων, συντρίμμια διαφόρων κατασκευών, λεπτόκοκκα ανόργανα υλικά, όπως άμμος, ιλύς και άργιλος, αλλά και υλικά αγνώστου προέλευσης που μπορεί να περιέχουν τοξικές ουσίες, όπως τα φυτοφάρμακα, τα βιομηχανικά και αστικά ανεπεξέργαστα απόβλητα και νεκρά ζώα πλημμυρισμένων κτηνοτροφικών μονάδων ή άγρια ζώα που θανατώθηκαν από την πλημμύρα. Όλα αυτά κάνουν το πρόβλημα της αποκατάστασης των εδαφών πολυσύνθετο και εξαιρετικά δύσκολο. Διευκρινίζεται ότι στο παρόν άρθρο περιγράφονται μόνο όσες ενέργειες ενδείκνυνται για την αποκατάσταση και επανακαλλιέργεια των γεωργικών εδαφών, με τη σημείωση ότι όλες οι ενέργειες που προτείνονται, προϋποθέτουν απαραίτητα τον έλεγχο και τη λήψη μέτρων έναντι κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία.
Οι ενδεδειγμένες ενέργειες για την αποκατάσταση και επανακαλλιέργεια των εδαφών που πλημμύρισαν, μπορούν να χωρισθούν σε τρεις κατηγορίες:
α) απομάκρυνση όλων των υλικών που δυσκολεύουν την πρόσβαση στον αγρό (βλ. φωτογραφία 1) και δεν μπορούν να ενσωματωθούν με την καλλιέργεια στο έδαφος. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο πρώτο βήμα γιατί η συλλογή και η μεταφορά σε χώρους απόθεσης απορριμμάτων απαιτεί τεχνικά μέσα που δεν διαθέτει ο παραγωγός και η ανάθεση της εργασίας σε ιδιωτικές εταιρείες είναι πολύ κοστοβόρα. Η υποστήριξη της Πολιτείας σε αυτό είναι τελείως απαραίτητη.
β) αποκατάσταση των φυσικών ζημιών του επιφανειακού εδάφους. Η διάβρωση δημιουργεί χαραδρώσεις και κενά καταστρέφοντας το ανάγλυφο του εδάφους. Εάν το έδαφος είναι επικλινές, μία πλημμύρα σαν την πρόσφατη, η διάβρωση μπορεί να καταστρέψει τελείως το έδαφος οδηγώντας το σε εγκατάλειψη και ερημοποίηση. Δυστυχώς στο θέμα αυτό δεν υπάρχει επίσημη μέθοδος αποτίμησης της οικονομικής ζημίας από την Πολιτεία. Εάν οι ζημίες στο ανάγλυφο του εδάφους είναι μικρότερες και μπορούν να διορθωθούν με άροση, η δραστηριότητα που μπορεί να γίνει από τον ίδιο τον παραγωγό.
γ) αντιμετώπιση του «συνδρόμου των πλημμυρισμένων εδαφών». Η αποκατάσταση των επιπτώσεων αυτών, που αν και δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι, έχουν τεράστια σημασία (σχετικά γράψαμε σε προηγούμενο άρθρο («Ε» 19/11/2020-«Οι αόρατες επιπτώσεις στην ποιότητα και παραγωγικότητα των εδαφών»), είναι επίσης μία δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία. Με τις σχετικές ενέργειες αναμένεται να ξαναγίνει «ζωντανό» το έδαφος με την επαναφορά της μικροβιακής δραστηριότητας, η οποία είτε καταστράφηκε λόγω των αναερόβιων συνθηκών που επικράτησαν στα πλημμυρισμένα εδάφη ή δεν υπάρχει στις νέες αποθέσεις, οι οποίες στερούνται οργανικής ουσίας. Το θέμα αυτό, του οποίου η σημασία δεν είναι επαρκώς γνωστή από όσους εμπλέκονται στο πρόβλημα, παρουσιάζει πρακτικό ενδιαφέρον, δεδομένου ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον παραγωγό. Αξίζει λοιπόν να λεχθούν κάποιες παραπάνω πληροφορίες, όπως: Στο έδαφος υπάρχει τεράστιος αριθμός μικροβιακών ειδών που συμβάλλουν στην απελευθέρωση των θρεπτικών στοιχείων από τα εδαφικά συστατικά, τα οποία στη συνέχεια απορροφούνται από τα φυτά και παράγουν τα γεωργικά προϊόντα. Στα πλημμυρισμένα εδάφη και στα νέα υλικά που έχουν αποτεθεί στους αγρούς οι μικροοργανισμοί αυτοί καταστρέφονται και το έδαφος «νεκρώνεται». Η ανάπτυξη εκ νέου των μικροοργανισμών αυτών μπορεί να γίνει μέσω των καλλιεργειών κάλυψης. Τέτοιες καλλιέργειες είναι τα ψυχανθή (βίκος, φασόλια, φακή κ.λπ.) που μπορούν πραγματικά να «ζωντανέψουν» τα εδάφη.
Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι για την αποκατάσταση των εδαφών, ώστε να μπορέσουν (ξανα)καλλιεργηθούν, η Πολιτεία πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο, αφενός με άμεση σημαντική οικονομική υποστήριξη που είναι απαραίτητη για την επιβίωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, αλλά και με τεχνική υποστήριξη μέσω των ερευνητικών ινστιτούτων που πρέπει να ενισχυθούν σε όλα τα επίπεδα (τεχνική και εργαστηριακή υποδομή, προσωπικό). Μία εκτεταμένη δειγματοληψία εδαφών και ιζημάτων στις λεκάνες που πλημμύρισαν και πλήρεις αναλύσεις ανόργανων στοιχείων και οργανικών ρύπων πρέπει να δρομολογηθεί άμεσα από το Ερευνητικό Ινστιτούτο του ΕΛΓΟ στη Λάρισα. Παράλληλα πρέπει να αξιοποιηθεί ο εδαφολογικός χάρτης της Θεσσαλίας που, ενώ καταρτίστηκε δεκαετίες πριν, δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ. Ο χάρτης αυτός πρέπει να επικαιροποιηθεί και να αποτελέσει βασικό εργαλείο στα έργα αποκατάστασης των εδαφών της Θεσσαλίας. Τελειώνοντας θα πρέπει να σχολιασθεί το αρνητικό φαινόμενο, που δυστυχώς είναι συνηθισμένο σε περιόδους έκτακτων γεγονότων, να εκτοξεύονται από διάφορους «ειδικούς» ατεκμηρίωτες εκτιμήσεις για το μέγεθος και την έκταση των επιπτώσεων του Daniel που καλύπτουν ένα εύρος από το ότι «δεν υπάρχει καμία σοβαρή επίπτωση της πλημμύρας στα εδάφη, τα οποία θα καλλιεργηθούν όλα την επόμενη καλλιεργητική περίοδο» μέχρι ότι «όλα τα εδάφη της Θεσσαλίας δεν πρόκειται να καλλιεργηθούν για τα επόμενα πέντε χρόνια» (σε ελεύθερη απόδοση όσων έχουν λεχθεί στα ΜΜΕ από «αρμόδιους»). Το ακριβές μέγεθος των επιπτώσεων και τα συγκεκριμένα μέτρα αποκατάστασης πρέπει να προκύψουν από σοβαρή μελέτη, το περιεχόμενο της οποίας θα πρέπει να ορισθεί από εκπροσώπους των αγροτικών οργανώσεων, όλους τους εμπλεκόμενους επιστημονικούς κλάδους και ιδιαίτερα των επιμελητηρίων ΓΕΩΤΕΕ, ΤΕΕ, Οικονομικό, αλλά και του Ιατρικού Συλλόγου, ώστε να καλυφθεί ολιστικά το τεράστιο πρόβλημα που δημιούργησε τα ακραίο αυτό καιρικό φαινόμενο. Σε ό,τι αφορά στα επείγοντα ερωτήματα «πώς και πότε θα ξανακαλλιεργηθούν τα πλημμυρισμένα εδάφη», η απάντηση είναι ότι όσα έχουν καταστραφεί από την έντονη διάβρωση δεν θα καλλιεργηθούν ποτέ ξανά, όσα έχουν επηρεασθεί σε μικρότερο βαθμό (μικρές ρωγμές και ρηχές αποθέσεις) θα καλλιεργηθούν όταν το επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες και όσα έχουν δεχθεί μεγάλου βάθους αποθέσεις θα αποδώσουν κανονικές αποδόσεις μετά από μερικά χρόνια, εφόσον γίνουν οι επεμβάσεις που προαναφέρθηκαν.Αναφορές: Wilson et al. Farming after Flood. An Inside Look at Post-Flooding Management of Agricultural Soils. Soil Sci. Soc. Am.,
American Society of Agronomy.
*Ο Χρ. Τσαντήλας είναι Γεωπόνος, δρ Εδαφολογίας, πρ. διευθυντής Ινστιτούτου Χαρτογράφησης Εδαφών του πρ. Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (e-mail: christotsadilas@gmail.com).