Οι πυρκαγιές που δυστυχώς, όπως κάθε καλοκαίρι έτσι και στο φετινό, είναι η κύρια είδηση στη χώρα μας, έχουν ανυπολόγιστες συνέπειες στο περιβάλλον, την οικονομία και στην ανθρώπινη υγεία. Ένας τραγικός πολύ σύντομος απολογισμός το αναδεικνύει ανάγλυφα. Τα τελευταία χρόνια κάηκαν εκατ. στρ. δάσους, εκατοντάδες χιλιάδες ζώα, χιλιάδες στρ. γεωργικές καλλιέργειες, χιλιάδες σπίτια, εκατοντάδες ανθρώπινες ζωές (84 το 2007 στις πυρκαγιές της Πελοποννήσου, 102 το 2018 στο Μάτι, πέντε στις φετινές πυρκαγιές). Αυτές όμως οι απώλειες, όσο δραματικές και εάν είναι, είναι μόνο όσες φαίνονται με γυμνό μάτι. Δυστυχώς υπάρχουν και πολλές άλλες καταστροφικές συνέπειες που δεν είναι ορατές «δια γυμνού οφθαλμού». Κάποιες από τις πιο σημαντικές από αυτές θα αναφερθούν συνοπτικά στο άρθρο αυτό.
Βιοποικιλότητα: Αρχίζοντας από την πιο μεγάλη σε σημασία επίπτωση για τη ζωή στον πλανήτη, δηλαδή τη βιοποικιλότητα, αναφέρονται τα παρακάτω: Σε περιόδους που ο άνθρωπος είχε μικρή ή καμία επίδραση στην εμφάνισή τους (πριν το ανθρωπόκενο, που πιστεύεται ότι άρχισε στα μέσα του 20ού αιώνα) οι πυρκαγιές ήταν μόνο φυσικές και καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της βιοποικιλότητας στον πλανήτη. Όταν όμως η ανθρώπινη δραστηριότητα εντάθηκε σημαντικά (στην περίοδο του ανθρωπόκενου), η συχνότητα των πυρκαγιών αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό (τις τελευταίες δεκαετίες ιδιαίτερα έχει καταγραφεί αύξηση της συχνότητας, έκτασης και σφοδρότητας των πυρκαγιών) επηρεάζοντας και οικοσυστήματα που δεν ήταν επιρρεπή σε πυρκαγιές, με αποτέλεσμα να απειλούνται με εξαφάνιση και μετασχηματισμό ολόκληρα οικοσυστήματα. Ομάδα επιστημόνων σε δημοσίευσή τους στο περιοδικό Science αναφέρουν ότι στην περίοδο του ανθρωπόκενου οι αλληλεπιδράσεις των ανθρωπογενών αιτιών, όπως της κλιματικής αλλαγής, των χρήσεων γης και των βιοτικών εισβολών έχουν αυξήσει τη δραστηριότητα των πυρκαγιών και των επιπτώσεών τους στη βιοποικιλότητα. Εκτιμάται ότι περισσότερα από 4.400 χερσαία και υδρόβια είδη από πολύ μεγάλο αριθμό βιοτόπων αντιμετωπίζουν κινδύνους λόγω της αλλαγής της συμπεριφοράς των πυρκαγιών (αναφορά 1). Η Μεσόγειος όπου βρίσκεται η χώρα μας, θεωρείται ως παγκόσμιο hotspot της βιοποικιλότητας και η περιοχή της Ευρώπης με τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα. Λόγω όμως της κλιματικής αλλαγής έχει χάσει εξ αιτίας της ερημοποίησης περίπου 11-25% της έκτασής της με ανάλογες απώλειες στη βιοποικιλότητα. ΕπΙπλέον σημειώνεται ότι δυστυχώς η ΕΕ δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να αναχαιτίσει την απώλεια της βιοποικιλότητας έχοντας αποτύχει να τη μειώσει κατά 15% μέχρι το 2020, όπως προβλέπεται στη σύμβαση για βιοποικιλότητα. Αυτό αποδίδεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι οι οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με τα ζητήματα αυτά, προτάσσουν την προστασία των δομημένων περιουσιακών στοιχείων από τις πυρκαγιές και βάζουν σε δεύτερη μοίρα τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, αν και είναι δυνατό με κατάλληλο σχεδιασμό να προωθηθούν με παράλληλο τρόπο και οι δύο αυτοί τομείς. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η πολιτική της εκκένωσης των κατοικημένων περιοχών σε περιπτώσεις μεγάλων πυρκαγιών αγνοώντας οποιαδήποτε άλλη παράλληλη προσπάθεια, η οποία δέχθηκε βάσιμη κριτική. Επομένως στη σύγχρονη εποχή ο ρόλος των πυρκαγιών και οι επιπτώσεις τους έχουν αλλάξει σημαντικά σε σύγκριση με την περίοδο που οι πυρκαγιές ήταν ένα φυσικό φαινόμενο και απαιτείται προσαρμογή των πολιτικών στα σύγχρονα δεδομένα.
Περιβάλλον: Οι πυρκαγιές απελευθερώνουν στην ατμόσφαιρα τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα που είναι το κύριο αέριο του θερμοκηπίου. Σύμφωνα με την υπηρεσία της ΕΕ Copernicus από τις πρόσφατες πυρκαγιές στην Αττική, Ρόδο, Μαγνησία και Κέρκυρα και στις περιοχές εκλύθηκαν στην ατμόσφαιρα 1 εκατ. τόνοι διοξειδίου του άνθρακα ποσότητα που αντιστοιχεί με τις εκπομπές περισσότερων από 2.000 χιλ. αυτοκινήτων για ένα χρόνο ή με 2,3 εκατ. βαρέλια πετρελαίου, ενισχύοντας το φαύλο κύκλο της ρύπανσης της ατμόσφαιρας και του φαινομένου του θερμοκηπίου. Εκτός αυτού πρέπει να αναφερθεί η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας και με άλλους επικίνδυνους για την ανθρώπινη υγεία ρύπους, όπως μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, πτητικούς πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, μέταλλα, καθώς και πολύ λεπτή οργανική ουσία που βλάπτει τους πνεύμονες.
Έδαφος: Οι μεγάλες πυρκαγιές προκαλούν τεράστιες φυσικοχημικές αλλαγές στο έδαφος με αποτέλεσμα αυτό να χάνει σχεδόν πλήρως την ικανότητά του να λειτουργεί. Πρώτα-πρώτα καταστρέφουν την οργανική του ουσία, που είναι ένα από τα σημαντικότερα συστατικά του. Το pΗ του εδάφους λόγω της δημιουργίας ανόργανων αλάτων (που είναι η στάχτη) αυξάνεται σημαντικά, εξαρτώμενης της αύξησης από την αρχική του τιμή. Πολλά θρεπτικά, όπως το άζωτο και ο φωσφόρος εξαερώνονται καθιστώντας το τελείως άγονο. Αυξάνονται όμως τα μη εξαερώσιμα στοιχεία ασβέστιο, μαγνήσιο και Κάλιο. Ακόμη καταστρέφουν πλήρως τη δομή του εδάφους που είναι η πιο βασική φυσική του ιδιότητα με μεγάλη σημασία για την ανάπτυξη των φυτών. Μία άλλη πολύ σοβαρή επίπτωση είναι η αύξηση της υδροφοβικότητας των εδαφικών σωματιδίων, μειώνοντας δραματικά τη διηθητικότητα του νερού με αποτέλεσμα την αύξηση της διάβρωσης και της καταστροφής της βιοποικιλότητάς του που είναι τεράστια (αναφορά 2). Σημειώνεται ότι σε ένα γραμμάριο υγιούς εδάφους μπορεί να ζουν δισεκατομμύρια μικροοργανισμοί. Θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 120 oC που είναι συνήθεις στις μεγάλης έντασης πυρκαγιές, καταστρέφουν πλήρως τις βιολογικές και φυσικές ιδιότητες των εδαφών. Επειδή συνήθως οι πυρκαγιές ακολουθούνται από έντονες βροχοπτώσεις, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι με τη διάβρωση που ακολουθεί ολοκληρώνεται η καταστροφή του εδάφους, το οποίο ως γνωστόν είναι μη ανανεώσιμος φυσικός πόρος.
Υδρολογία: Η πολύ γρήγορη αφαίρεση της βλάστησης καθώς και οι άλλες αλλαγές στα δασικά οικοσυστήματα μετά τις πυρκαγιές συνδέονται άρρηκτα με τις υδρολογικές διαδικασίες όπως η εξατμισοδιαπνοή και τις διαδικασίες επαναφόρτισης των υπόγειων υδροφορέων. Για τον λόγο αυτόν οι επιπτώσεις των πυρκαγιών στην υδρολογία μιας περιοχής είναι σημαντικές. Μεταξύ όλων των υδρολογικών συστημάτων οι καρστικοί υδροφορείς, δηλαδή υδροφορείς που βρίσκονται κάτω από ασβεστόλιθους, είναι ιδιαίτερα σημαντικοί λόγω της εξαιρετικά πλούσιας και μοναδικής βιοποικιλότητας, της βιομάζας και των υπόγειων υδατικών πόρων. Επί πλέον οι υδροφορείς αυτοί είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις περιβαλλοντικές μεταβολές. Ο λόγος για τον οποίο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά σε αυτή την κατηγορία των υδροφορέων είναι ότι μεγάλο μέρος του πλανήτη (15%) καλύπτεται από ασβεστόλιθους και ότι σημαντικό ποσοστό δασών παγκοσμίως (14%) αναπτύσσονται σε τέτοια πετρώματα (αναφορά 3). Στην Ελλάδα το 1/3 της χώρας καλύπτεται από ασβεστόλιθους και μεγάλο ποσοστό δασών βρίσκεται πάνω σε τέτοια πετρώματα. Οι γεωλογικοί αυτοί σχηματισμοί λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών τους (ασυνέχειες, ρωγμές, κενά, σπήλαια κ.λπ.) επιτρέπουν την πολύ γρήγορη κίνηση του νερού εντός αυτών και την ταχεία επαναφόρτιση των υπόγειων υδροφορέων. Πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις βρίσκονται πάνω καρστικούς υδροφορείς (Βιέννη, Ρώμη, Μονπελιέ, Σεράγεβο) και υδροδοτούνται από αυτούς. Η εύκολη διείσδυση του νερού στους υδροφορείς αυτούς διευκολύνει όμως και τη μεταφορά υδατοδιαλυτών ρύπων με αποτέλεσμα να προκαλείται ρύπανση των νερών αυτών μετά από πυρκαγιές και τις βροχές που ακολουθούν. Επομένως η γεωλογία των περιοχών στις μεγάλες πυρκαγιές αποκτά ιδιαίτερη σημασία από την άποψη αυτή.
Φαίνεται λοιπόν ότι οι επιπτώσεις των μεγάλων πυρκαγιών είναι πολύ περισσότερες, μακροχρόνιες και πολλές φορές μη αναστρέψιμες από όσες εμφανίζονται μετά την εκδήλωσή τους από τα ΜΜΕ και τους «ειδικούς» που «ενημερώνουν» το κοινό. Όπως σημειώνεται στην πρώτη αναφορά, στη νέα εποχή του «ανθρωπόκενου» οι μέθοδοι και οι τεχνικές αντιμετώπισης των πυρκαγιών και των επιπτώσεών τους πρέπει να αναθεωρηθούν εκ βάθρων. Ελπίζουμε ότι κάποιους τέτοιους προβληματισμούς και σχέδια να ακουσθούν από τους επίδοξους δημοτικούς και περιφερειακούς «κυβερνήτες» μας.
Αναφορές: 1.Kelly, L.T. et al. 2020. Fire and biodiversity in the Anthropocene. Science, Vol. 370, no 6519, 2: Agbeshie et al. 2022. A review of the effects of forest fire on soil properties. J. For. Res. https://doi.org/10.1007/s11676-022-01475-4, 3: Vihlar et al. 2022. The effects of large-scale forest disturbances on hydrology. An overview with special emphasis on karst aquifer systems.Earth-Science Reviews 235, 104243.
*Ο Χρ. Τσαντήλας είναι γεωπόνος, δρ Εδαφολογίας, πρ. διευθυντής Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ
(e-mail: christotsadilas@gmail.com).