Κάθε μέθοδος εφαρμογής έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που είναι έξω από τους στόχους αυτού του σημειώματος.
Σήμερα, οι αγρότες εφαρμόζουν τα λιπάσματα, όπως και τις άλλες εισροές στα χωράφια τους με βάση τη λογική του μέσου όρου. Θεωρούν ότι το χωράφι τους είναι ομοιόμορφο. Δηλαδή το έδαφος είναι παντού το ίδιο και παράγει εξίσου. Η ίδια παραδοχή γίνεται και με τις φυτείες στη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Είναι αυτό σωστό; Η χρήση αισθητήρων που μετρούν χαρακτηριστικά του εδάφους και της φυτείας μάς απέδειξε ότι η υπόθεση αυτή είναι λανθασμένη. Το έδαφος έχει διαφορές σε σημεία του χωραφιού και όταν αναπτύσσεται η φυτεία, επίσης, δημιουργούνται διαφορές ανάπτυξης σε σημεία του χωραφιού. Έχει γίνει, πλέον, σαφές ότι σε κάθε χωράφι και καλλιέργεια υπάρχουν ζώνες που πρέπει να δεχτούν διαφορετική διαχείριση. Θα πρέπει, επομένως, να δημιουργήσουμε ζώνες διαχείρισης για να μπορέσουμε να διαχειριστούμε σωστά τις εισροές με το ελάχιστο κόστος και τη μεγαλύτερη ωφέλεια.
Η διαχείριση κάθε τμήματος του χωραφιού πρέπει να ταιριάζει στις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν σε αυτό. Γι’ αυτό, χάρη στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες και τους αισθητήρες που διαθέτουμε μπορούμε να χωρίσουμε το χωράφι μας σε ζώνες διαχείρισης. Δηλαδή περιοχές του χωραφιού με ομοιόμορφα χαρακτηριστικά που πρέπει να δεχτούν τις κατάλληλες φροντίδες και εισροές που είναι διαφορετικές μεταξύ τους. Αυτό θα συμβάλλει στη μείωση των εισροών, ενώ θα διατηρήσει ή και θα αυξήσει τις αποδόσεις των καλλιεργειών.
Πώς μπορούμε να χαράξουμε τις ζώνες διαχείρισης; Ο κάθε αγρότης γνωρίζει το χωράφι του. Γνωρίζει το ανάγλυφο του χωραφιού, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Όταν οδηγεί ο ίδιος τη μηχανή συγκομιδής γνωρίζει και τις περιοχές με μεγαλύτερη και μικρότερη παραγωγή. Όλα αυτά είναι εμπειρική γνώση και κυρίως θυμόμαστε τις 1-2 τελευταίες χρονιές με τις κλιματικές συνθήκες της κάθε χρονιάς. Παρ’ όλο που εμπειρικά μπορούμε να χωρίσουμε το χωράφι σε ζώνες, αυτό δεν είναι πάντα επιτυχημένο, καθώς υποκειμενικά στοιχεία επηρεάζουν την κρίση μας. Σήμερα, όμως, διαθέτουμε αισθητήρες που μπορούν να μας βοηθήσουν να καθορίσουμε αντικειμενικά τα όρια της κάθε ζώνης και τα χαρακτηριστικά τους και επιπλέον να έχουμε δεδομένα περισσότερων ετών που μας βοηθούν να συνδυάσουμε παρατηρήσεις και καιρικές συνθήκες. Ας δούμε ποιους αισθητήρες και πώς θα τους χρησιμοποιήσουμε.
Πρώτα από όλους αισθητήρες μέτρησης της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του εδάφους, δηλαδή της ευκολίας κίνησης του ηλεκτρικού ρεύματος στο χωράφι. Έχω εξηγήσει αναλυτικά παλαιότερα ότι το έδαφος αποτελείται από αέρα και στερεή φάση που είναι κακοί αγωγοί του ηλεκτρισμού και νερό που είναι καλός. Επομένως, αν δημιουργήσουμε μια διαφορά δυναμικού ή ένα μαγνητικό πεδίο, τότε όσο περισσότερη υγρασία έχει το έδαφος τόσο περισσότερο ηλεκτρικό ρεύμα παράγεται. Σε ποια εδάφη έχουμε περισσότερη υγρασία; Στα πιο λεπτόκοκκα, δηλαδή στα βαριά εδάφη. Αν, επομένως, περάσουμε τον αισθητήρα από ένα χωράφι μετά από βροχή, τότε η υψηλή αγωγιμότητα δείχνει βαρύ έδαφος και η χαμηλή περισσότερο προς αμμώδες. Έχουμε δύο τύπους οργάνων που μετρούν την ηλεκτρική αγωγιμότητα των εδαφών (εικόνες). Με δίσκους που δημιουργούν διαφορά δυναμικού και μετρούν τη ροή ρεύματος και με δημιουργία μαγνητικού πεδίου. Με τους αισθητήρες αυτούς δημιουργούμε ομοιόμορφες ζώνες εδάφους που μπορούν να αντιστοιχούν σε ζώνες διαχείρισης. Όταν κάνουμε ανάλυση εδάφους, παίρνουμε χωριστά δείγματα από κάθε ζώνη και επομένως έχουμε στοιχεία για τη σύνθεση του εδάφους, τα θρεπτικά στοιχεία που έχει και τι στοιχεία πρέπει να προσθέσουμε. Προσθέτοντας τις σωστές δόσεις λιπασμάτων πετυχαίνουμε καλύτερες αποδόσεις με μικρότερο κόστος.
Ζώνες διαχείρισης για εφαρμογή λιπασμάτων μπορούμε να κάνουμε και με βάση τους χάρτες παραγωγής του χωραφιού. Σε πολλές μηχανές συγκομιδής, π.χ. θεριζοαλωνιστικές, υπάρχουν αισθητήρες που μετρούν την παραγωγή και στο τέλος μας δίνουν χάρτες με ζώνες παραγωγής. Θυμίζω παλαιότερα σημειώματα που σας περιέγραψα πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε χάρτες παραγωγής σε οπωρώνες με φρούτα που συγκομίζονται με τα χέρια μετρώντας τις κλούβες στις σειρές των δένδρων. Καθώς γνωρίζουμε τα στοιχεία που αφαιρούνται από το έδαφος με την παραγωγή που παίρνουμε γνωρίζουμε τις ποσότητες των στοιχείων που αφαιρούνται και επομένως τις δόσεις που πρέπει να εφαρμόσουμε την επόμενη χρονιά για να διατηρήσουμε την επάρκεια σε κάθε ζώνη. Αυτό που ουσιαστικά κάνουμε είναι να εκτιμούμε τι αφαιρούμε και να το αποκαθιστούμε επιτυγχάνοντας τη διατήρηση της ισορροπίας στο χωράφι μας με εξοικονόμηση λιπασμάτων και μεγιστοποίηση της παραγωγής.
Η δημιουργία ζωνών διαχείρισης μας βοηθά να εφαρμόσουμε σωστά κυρίως το φώσφορο και το κάλιο. Για το άζωτο το κύριο κριτήριο είναι το χρώμα των φυτών.
Μια φυτεία ή μέρος της φυτείας με έντονο πράσινο χρώμα μας δείχνει επάρκεια αζώτου, ενώ ένα ανοιχτό ή κιτρινωπό χρώμα δείχνει έλλειψη αζώτου.
Προϋπόθεση ο αποκλεισμός άλλων αιτίων κιτρινίσματος των φυτών, όπως κάποια ασθένεια ή κάποιο τμήμα που νεροκρατά, όπως π.χ. μια γούρνα. Για τους αισθητήρες αυτούς θα αναφερθούμε στο επόμενο σημείωμα.
Γράφει ο Φάνης Γέμτος,
γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας