Του Γιώργου Ρούστα
Από τις παραδοσιακές, συμβατικές καλλιέργειες των πατεράδων τους αποφάσισαν να περάσουν στην εποχή της τεχνολογίας, αξιοποιώντας τα σύγχρονα μέσα της αγοράς. Μέσα στην κρίση και κόντρα στη γενικότερη απαισιοδοξία, εκείνοι αποφάσισαν να επενδύσουν ένα σεβαστό ποσό στα χωράφια που κληρονόμησαν, ενώ βασικό κίνητρο αποτέλεσε και η επιδότηση κατά 40% που έλαβαν από τον Αναπτυξιακό νόμο του προγράμματος ΕΣΠΑ.
Ο λόγος για δύο νέους από τον Πυργετό, τον Δημήτρη Παναγιωτόπουλο και τον Γιάννη Καλλιαντζή, οι οποίοι κατασκεύασαν και λειτουργούν δύο –ξεχωριστά- υδροπονικά θερμοκήπια. Ο πρώτος υλοποίησε το όραμα του πριν από λίγους μήνες και σε 3 στρέμματα καλλιεργεί ντομάτα και ο δεύτερος πριν από 4 χρόνια, καλλιεργώντας σ΄ ένα χώρο 5,5 στρεμμάτων, αγγούρια. Ακόμη στην περιοχή του Πυργετού υπάρχει κι ένα τρίτο θερμοκήπιο, συμβατικό μεν, του Αποστόλη Σωτηρίου με ντομάτες και φασολάκια.
Οι τρεις νέοι, αν και διαθέτουν ξεχωριστές επιχειρήσεις δεν πορεύονται χωριστά, αλλά εφαρμόζουν το ρητό «η ισχύς εν τη ενώσει». Έτσι συνεργάζονται τόσο στην παραγγελία των α΄ υλών που χρειάζονται, με μαζικές παραγγελίες, μειώνοντας το κόστος, όσο και στις πωλήσεις, αφού διαπραγματεύονται από κοινού με τους εμπόρους. Βασικός τους πελάτης είναι η λαχαναγορά της Θεσσαλονίκης και ορισμένα μανάβικα στα παράλια της Κατερίνης. Οι εξαγωγές αποτελούν τον επόμενο στόχο τους, εφόσον καταφέρουν να διπλασιάσουν την παραγωγή τους. Δεν βιάζονται όμως, καθώς το μέλλον τους ανήκει. Τους συναντήσαμε στα θερμοκήπια που διατηρούν και μας μίλησαν για το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Στα πλεονεκτήματα που προσφέρει ένα υδροπονικό θερμοκήπιο και στα ποιοτικά προϊόντα που προσφέρει, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα στον παραγωγό την μέγιστη απόδοση αναφέρεται ο Δημήτρης Παναγιωτόπουλος. «Με το υδροπονικό θερμοκήπιο εξασφαλίζουμε τις καλύτερες συνθήκες για το φυτό αλλά και για τον παραγωγό. Η θερμοκρασία είναι σταθερή, από 20-25 βαθμοί κελσίου, η υγρασία 75%, ενώ ο στεγασμένος χώρος δεν επιτρέπει την ανάπτυξη διαφόρων ασθενειών (μύκητες), σε αντίθεση με τα ανοικτά χωράφια, άρα χρειαζόμαστε λιγότερα φάρμακα. Ακόμη εμείς ορίζουμε το ύψος που θα αναπτυχθεί το φυτό και στην περίπτωση μου αυτό αναφύεται στα 4,5 μέτρα, Για να επιτευχθούν όλα αυτά, χρειάζεται η βοήθεια της τεχνολογίας, καθώς ο μηχανολογικός εξοπλισμός που έχουμε και λειτουργεί 24 ώρες το 24ώρο, όντας ο άγρυπνος φρουρός της επιχείρησης κοστίζει πανάκριβα. Αν δεν υπήρχε η επιδότηση, μέσω Αναπτυξιακού νόμου σίγουρα δεν θα προχωρούσα σε αυτή την επένδυση, καθώς η δημιουργία ενός σύγχρονου αποδοτικού θερμοκηπίου απαιτεί τεράστια ποσά και πολύ υπομονή και εργασία για να αρχίσει η απόσβεση» καταλήγει ο νεαρός επιχειρηματίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΛΙΑΝΤΖΗΣ
Στον αντίποδα, στα προβλήματα με το αυξημένο κόστος παραγωγής, κυρίως το ενεργειακό που αντιμετωπίζουν οι ιδιοκτήτες τέτοιων εγκαταστάσεων αναφέρεται ο Γιάννης Καλλιαντζής.
«Εκεί που έχει φτάσει το πετρέλαιο, αναγκαστικά χρησιμοποιούμε τη βιομάζα, η τιμή της οποίας τα τελευταία χρόνια ανεβαίνει συνεχώς και τείνει να μας μαυρίσει στην κυριολεξία. Πριν από 4 χρόνια που ξεκίνησα το θερμοκήπιο προμηθευόμουν το πυρηνόξυλο 30 ευρώ\τόνο και σήμερα έχει φθάσει τα 140 ευρώ\τόνο. Την ίδια ώρα στο εξωτερικό επιδοτείτε η ενέργεια. Αναρωτιέμαι λοιπόν πως θα γίνουμε εμείς ανταγωνιστικοί».
Ακόμη ο κ. Καλλιαντζής αναφέρθηκε και στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν με τις καλλιεργητικές μεθόδους, όταν ξεκίνησαν την ενασχόληση τους με το θερμοκήπιο. Χρειάστηκε πολύ μελέτη, πολλά πειράματα, καθώς ο νομός μας δεν διαθέτει εξειδικευμένους, με σχετική εμπειρία, γεωπόνους. Και πώς να διαθέτει όταν στον τεράστιο θεσσαλικό κάμπο τα υδροπονικά θερμοκήπια είναι ελάχιστα. Τρία στον Πυργετό, ένα στο Κουλούρι και φυσικά τα δύο σύγχρονα και μεγάλα θερμοκήπια σε Πλατύκαμπο και Ομορφοχώρι. Τα γειτονικά Τρίκαλα διαθέτουν αρκετά, ενώ πανελλαδικά βρίσκουμε πολλά υδροπονικά θερμοκήπια στην Κρήτη, τη Θράκη και τη Δράμα. Συνολικά η εγχώρια παραγωγή δεν καλύπτει ούτε το 10% της αγροτικής παραγωγής της χώρας.
Όσον αφορά στις τιμές των προϊόντων που προέρχονται από τέτοια θερμοκήπια, αυτές είναι λίγο πιο ανεβασμένες στην αγορά, όχι μόνο λόγω ποιότητας, αλλά κι επειδή ο μανάβης ή ο έμπορος δεν βιάζεται να το πουλήσει, αφού γνωρίζει ότι η διάρκεια ζωής του προϊόντος είναι μεγαλύτερη από τα συμβατικά.
Καταλήγοντας ο κ. Καλλιαντζής παροτρύνει όσους αναζητούν μία διαφορετική επένδυση στον πρωτογενή τομέα και διαθέτουν κεφάλαιο, μα πάνω απ όλα όρεξη για δουλειά να το επιχειρήσουν μέσω ενός σχετικού Αναπτυξιακού προγράμματος.
ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΥΔΡΟΠΟΝΙΚΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ
Το συμπέρασμα που βγάλαμε, συνομιλώντας με τους κ. Παναγιωτόπουλο, Καλλιαντζή σχετικά με τα πλεονεκτήματα ενός υδροπονικού θερμοκηπίου είναι τα εξής: Καταρχήν τα προβλήματα που μας κληρονόμησε η καλλιέργεια στο έδαφος ήταν πολλά. Άγονα ή εξαντλημένα εδάφη λόγω εντατικής καλλιέργειας, μεταδιδόμενες μέσω του εδάφους ασθένειες, εξαιρετικά επιβλαβείς για την καλλιέργεια και με δύσκολή αντιμετώπιση, προβλήματα συσσώρευσης αλάτων ή φυτοφαρμάκων σε περιοχές που καλλιεργούνται εντατικά. Το έδαφος μπορούμε να το εμπλουτίσουμε, χωρίς όμως να έχουμε τον έλεγχο της σύστασης και χωρίς να ξέρουμε αν τα στοιχεία που υπάρχουν είναι απορροφήσιμα από τα φυτά.
Αντιθέτως μέσω της υδροπονίας πετυχαίνουμε ιδανική αναλογία θρεπτικών στοιχείων, η οποία αναπροσαρμόζεται στο στάδιο ανάπτυξης των φυτών, ιδανική θρέψη των φυτών με αποτέλεσμα πολύ υψηλή παραγωγικότητα και εξαιρετική ποιότητα, ενώ αποφεύγουμε τις βλαβερές και πολυέξοδες χημικές επεμβάσεις. Η καλλιέργεια των φυτών σε σάκους (growbags) απαλλάσσει από τις εργασίες προετοιμασίας του εδάφους (όργωμα, εφαρμογή χημικών απολυμαντικών μυκητοκτόνων, ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων) όταν το νερό έχει υψηλή περιεκτικότητα σε άλατα (ηλεκτρική αγωγιμότητα άνω του 1,5 dS/m) η υδροπονία είναι ίσως ο μόνος τρόπος επιτυχημένης αντιμετώπισης του προβλήματος. Εξάλλου η απάντηση στα μεγάλα προβλήματα της σύγχρονης γεωργίας, με την έλλειψη νερού είναι τα κλειστά υδροπονικά συστήματα. Με την άρδην επερχόμενη περιβαλλοντική κρίση, ο μεγαλύτερος καταναλωτής νερού και ο πλέον επιβλαβής για το υδατικό σύστημα του πλανήτη, η γεωργία, πρέπει να μεταλλαχθεί. Και η Υδροπονία με την ανακύκλωση και την άρτια αξιοποίηση του διαθέσιμου υδατικού ισοζυγίου που μπορεί να επιτύχει, αποτελεί μάλλον την απάντηση στο διατροφικό πρόβλημα του πλανήτη.
ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ
«Εγώ σε αντίθεση με τον Δημήτρη και τον Γιάννη αποφάσισα να ασχοληθώ με τα θερμοκήπια πολύ νωρίτερα. Πριν από 8 χρόνια συγκεκριμένα. Τότε δεν υπήρχαν επιδοτούμενα προγράμματα και φυσικά δεν διέθετα και τα ποσά που απαιτούνται για ένα υδροπονικό θερμοκήπιο. Έτσι δημιούργησα ένα συμβατικό, για το οποίο έλαβα μια μικρή επιδότηση με 3,5 χρόνια καθυστέρηση. Καλύτερα να είχα πάρει ένα μεγαλύτερο δάνειο από την τράπεζα, παρά αυτή η αναμονή και η γραφειοκρατία» θα μας πει ο Αποστόλης Σωτηρίου, ο οποίος θα μας περιγράψει τις συνθήκες εργασίας σε ένα συμβατικό θερμοκήπιο: «Εδώ οι στρεμματικές αποδόσεις είναι επίσης καλές (σίγουρα δεν φθάνουν τις αντίστοιχες του υδροπονικού θερμοκηπίου), αλλά απαιτεί περισσότερη προσωπική δουλειά. Φανταστείτε όταν πρέπει να διατηρήσουμε μια σταθερή θερμοκρασία, τα παιδιά το επιτυγχάνουν μέσω μηχανημάτων και μεις με σόμπες και ανεμιστήρες. Ταυτόχρονα τα φυτά μας βρίσκονται στο χώμα, άρα είναι εκτεθειμένα περισσότερο στην προσβολή κάποιων ασθενειών, ενώ είναι δύσκολο να πετύχεις την ιδανική ποσότητα που απαιτείτε σε νερό, λίπασμα, κ.λπ.
Ακόμη ο κ. Σωτηρίου αναφέρει ότι «αν και ακολουθεί πρακτικές Ολοκληρωμένης Διαχείρισης στα προϊόντα του, ντομάτα και όψιμο φασολάκι, εν τούτοις έπαψε να επιζητεί την σχετική ένδειξη, λόγω... γραφειοκρατικού κόστους. Ουσιαστικά η προστιθέμενη αξία που δίνει η Ολοκληρωμένη Διαχείριση στο προϊόν, εξανεμίζεται με τις αμοιβές που χρειάζονται τα μελετητικά γραφεία για να προετοιμάσουν τον φάκελο».