Την υλοποίηση του οράματος του Εργαστηρίου Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την παραγωγή Ελληνικού ανανεώσιμου (πράσινου) καυσίμου για την παραγωγή θερμότητας και ενέργειας από καλλιεργούμενη βιομάζα αγριαγκινάρας ανακοίνωσε σήμερα από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στο Βόλο, ο καθηγητής Νίκος Δαναλάτος, τονίζοντας τις προοπτικές που ανοίγονται από τη συνεργασία του ερευνητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και της βιομηχανίας.
Πιο συγκεκριμένα, το Εργαστήριο συμφώνησε με ομάδα επενδυτών για την καλλιέργεια αρχικά 10.000 στρεμμάτων στη Θεσσαλία για την παραγωγή 15.000 τόνοι πελλέτας (7.500 τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου) που θα διατίθεται σε τιμές υπο-τριπλάσιες του πετρελαίου θέρμανσης. Το παραπάνω βιο-καύσιμο θα παραχθεί σε μονάδα που έχει αρχίσει να κατασκευάζεται στην Α’ ΒΙΠΕ. Βόλου ενώ η προμήθεια της βιομάζας θα παράγεται στη βάση συμβολαιακής γεωργίας, προς 70 ευρώ/τόνο, με μεγάλα οφέλη για τον παραγωγό, την τοπική απασχόληση, τον τελικό χρήστη – καταναλωτή, και φυσικά το περιβάλλον. Η επέκταση του σχεδίου αυτού πρόκειται να αλλάξει τα δεδομένα στο τρίπτυχο Ελληνική γεωργία – εθνική οικονομία – μερική απεξάρτηση από τις εισαγωγές πετρελαίου.
Ο διευθυντής του Εργαστηρίου Γεωργίας, τμήματος Γεωπονίας Φ.Π.Α.Π. του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, καθηγητής Νίκος Δαναλάτος έκανε αναφορά στην ιστορία του γαιδουράγκαθου, τονίζοντας τα εξής: «Μετά από δεκαεννέα χρόνια μελέτης και πειραματισμού με πολλά φυτά γνωστά με το όνομα ενεργειακά φυτά, και σε εποχές που ο όρος ήταν παντελώς άγνωστος σχεδόν σε όλους, μια φωνή από το βαθύ παρελθόν θυμίζει ότι ένα ξεχασμένο εν πολλοίς φυτό με το όνομα του αγκαθιού και του γαϊδουριού μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά. Το «τιποτένιο» γαϊδουράγκαθο, που οι δύσπιστοι βλάχοι το αποκαλούν «γκαγκάνι», που φυτρώνει μονάχο του στις ράχες και στα βράχια μπορεί να έχει πολλά να πει. Ποιος θυμάται τώρα τον ποιητή; Κι’ όταν ασχολούνται όλοι με όλα, φαίνεται ότι το ζιζάνιο αυτό που οι βιολόγοι το τρέμουν ως «τρομερό εισβολέα» μπορεί να καλλιεργηθεί και να δώσει πολλά στον Έλληνα γεωργό χωρίς να ζητήσει σχεδόν τίποτα. Να γίνει καύσιμο! Κι’ εφόσον μερικοί νομίζουν ότι τα υγρά είναι τα καλά, να γίνει ρευστό καύσιμο. Να μετατραπεί σε πετρέλαιο που φθηνό θα παραχθεί από Ελληνικά χέρια στην Ελληνική γη. Κι’ ενώ οι βαποριές πάνε κι΄ έρχονται στα διυλιστήρια φέρνοντας λάδι αλλά από εισαγόμενη πρώτη ύλη χωρίς καμιά ωφέλεια για τον Έλληνα αγρότη, είμαστε αναγκασμένοι απ’ τη συνείδηση μας να συνεχίσουμε τον αγώνα για να πείσουμε ότι μεγάλο καλό για τον τόπο θα προέλθει από την αγριαγκινάρα. Ευτυχώς στην πορεία μας, το βλάχικο ιδίωμα μας άνοιξε παραθύρι όπου ακούγεται μια μελωδία σιγουριάς, ωσάν να μας προτρέπει να συνεχίσουμε...»