Ο Θεσσαλός πολιτικός σε ερώτησή του προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Μάκη Βορίδη σημειώνει ότι «ένα από τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από τις έκτακτες καταστάσεις, λόγω του κορονοϊού, είναι η αδυναμία των αμπελουργών να προχωρήσουν στις φυτεύσεις των αμπελιών με βάση την άδεια φύτευσης που κατέχουν.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για να φυτευτεί ένας αμπελώνας θα πρέπει ο παραγωγός να αιτηθεί τη φύτευση της έκτασης που δικαιούται βάσει της άδειας που κατέχει στις κατά τόπους ΔΑΟΚ, και, στη συνέχεια, να ακολουθήσει επιτόπιος έλεγχος από αρμόδια επιτροπή, παρουσία του αμπελουργού, για τον έλεγχο της έκτασης, πριν τη φύτευση.
Ωστόσο, οι επιτόπιοι αυτοί έλεγχοι δεν μπορούν πλέον να πραγματοποιηθούν λόγω των μέτρων κατά της πανδημίας του κορονοϊού. Για τους αγρότες, όμως, τα χρονικά περιθώρια, προκειμένου η φύτευση να είναι επιτυχημένη, έχουν σχεδόν εξαντληθεί. Ταυτόχρονα, προκαλούνται αλυσιδωτά πρόβλημα και στους φυτωριούχους-προμηθευτές των πρέμνων. Οι τελευταίοι, ενώ έχουν έτοιμες τις παραγγελίες των πρέμνων, όσο οι φυτεύσεις δεν προχωρούν, αναγκάζονται να τα συντηρούν σε ψυγεία για να παρατείνουν τον λήθαργό τους. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ καιρό ακόμη και, δεδομένου ότι έχουν δοθεί και προκαταβολές για τις παραγγελίες, το ζήτημα περιπλέκεται.
Εύλογα, λοιπόν, οι αγρότες, που έχουν έτοιμα τα χωράφια τους για φύτευση και οι έκτακτες συνθήκες εμποδίζουν τη διεκπεραίωση της νόμιμης διαδικασίας, ζητούν να βρεθεί λύση, ώστε να αρθεί η στασιμότητα που παρατηρείται και να προχωρήσουν σε φυτεύσεις, χωρίς να θεωρηθεί ότι παρανομούν».
Κατόπιν τούτων, ο Μάξιμος Χαρακόπουλος ρωτά τον αρμόδιο υπουργό αν «προτίθεται να λάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για να ξεπεραστεί ο σκόπελος που δημιουργήθηκε λόγω των έκτακτων μέτρων, ώστε να μπορέσουν οι αμπελουργοί να φυτέψουν τα αμπέλια τους φέτος».