Η Λαρισαία πολιτικός έθεσε τον Υπουργό προ των ευθυνών του, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να δημιουργεί η Πολιτεία περιττά προσκόμματα στους εν λόγω παραγωγούς, ζητώντας τους να επιβιώσουν μόνο από το -συμπληρωματικό κατά κύριο λόγο- εισόδημα που τους παρέχουν τα καστανοπερίβολα, και ζήτησε την εξαίρεσή τους, προκειμένου να συνεχίσουν να απασχολούνται σε μια δυναμική καλλιέργεια, ενός τόσο εξωστρεφούς αγροτικού προϊόντος.
Επιπλέον, η Ευαγγελία Λιακούλη υπογράμμισε την κατάφωρη αδικία που συντελείται από πλευράς Πολιτείας, η οποία χρεώνει τους καστανοπαραγωγούς με 250-350 ευρώ/στρέμμα, όταν σε παράνομους καταπατητές και εκχερσωτές δασικών εκτάσεων απαιτεί ως αντίτιμο, μόνο 80 ευρώ/στρέμμα, θυμίζοντας πως οι καστανοπαραγωγοί δρουν και ως άτυποι δασοφύλακες, από τη στιγμή που το εισόδημά τους εξαρτάται από την ίδια την ύπαρξη του δάσους.
Από την πλευρά του, ο κ. Χατζηδάκης αποδέχθηκε όλα τα επιχειρήματα της Λαρισαίας βουλευτή, μένοντας ιδιαίτερα στο ζήτημα των τίτλων ιδιοκτησίας, ενώ αναγνώρισε πως η όλη διαδικασία του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των καστανοπαραγωγών ήταν έως τώρα προβληματική. Αντιλήφθηκε επίσης πως το ζητούμενο τίμημα ανά στρέμμα από πλευράς του Υπουργείου είναι όντως εξοντωτικό.
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναγνώρισε, επιπρόσθετα, πως θα πρέπει να δοθούν επιπλέον κίνητρα στην καστανοκαλλιέργεια, καθώς και ότι η εν λόγω καλλιέργεια δεν μπορεί να γίνεται παρά συμπληρωματικά, κι όχι από κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Κλείνοντας την τοποθέτησή του ο Υπουργός δεσμεύθηκε πως σε συνεργασία με το συναρμόδιο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης θα επιδιώξει να επέλθουν ορισμένες αλλαγές στο καθεστώς του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη, ειδικά στοχευμένες για τους καστανοπαραγωγούς.