Αν παρακολουθήσουμε την εξέλιξη μιας φυτείας θα δούμε ότι αρχικά τα νεαρά φυτά που φυτρώνουν δεν μπορούν να απορροφήσουν μεγάλες ποσότητες αζώτου. Σταδιακά καθώς μεγαλώνουν και όταν οι καιρικές συνθήκες το ευνοούν αυξάνει η απορρόφησή του. Επομένως η εφαρμογή αζώτου με τη βασική λίπανση πρέπει να είναι περιορισμένη και σε αμμωνιακή μορφή. Σε καλλιέργειες όπως το σιτάρι που η ανάπτυξή του είναι πολύ αργή για 2-3 μήνες μετά τη σπορά λόγω χαμηλών θερμοκρασιών, η βασική λίπανση πρέπει να αποφεύγεται. Εκτός από μονοκαλλιέργειες σιτηρών ή όταν ενσωματώνουμε πολλά φυτικά υπολείμματα που μικρή ποσότητα αζώτου βοηθά τους μικροοργανισμούς να αποδομήσουν τα υπολείμματα και αποτρέπει πρόσκαιρες τροφοπενίες (ελλείψεις) αζώτου καθώς οι δραστήριοι μικροοργανισμοί απορροφούν το διαθέσιμο άζωτο που δεν είναι πια διαθέσιμο για τα φυτά μας. Στις ανοιξιάτικες καλλιέργειες η ανάπτυξη είναι ταχύτερη, οπότε μια μικρά προσθήκη με τη βασική λίπανση είναι επωφελής. Η επιφανειακή λίπανση όμως που συμπίπτει με τις μεγάλες ανάγκες των καλλιεργειών είναι αυτές που θα συμβάλλουν στην υψηλή παραγωγή και την καλύτερη απόδοση του λιπάσματος. Η εφαρμογή σε συνδυασμό με εφαρμογή νερού (βροχή ή πότισμα) έχει συνήθως τα καλύτερα αποτελέσματα γιατί το νερό διαλύει το λίπασμα και κάνει την απορρόφηση από τα φυτά δυνατή. Αντίθετα η παραμονή στην επιφάνεια του εδάφους χωρίς ενσωμάτωση με κατεργασία τους εδάφους ή με γραμμική έκχυση στο έδαφος είτε με τη βροχή ή το πότισμα αυξάνει τις απώλειες σε μορφή αμμωνίας στην ατμόσφαιρα. Στις διάφορες διαδικασίες που γίνονται στο έδαφος όταν το άζωτο παραμένει και δεν απορροφάται από τις ρίζες των φυτών παράγονται και οξείδια του αζώτου που είναι αέρια του θερμοκηπίου και συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή.
Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι η εφαρμογή των λιπασμάτων είναι μια τέχνη που πρέπει να μάθουμε καλά γιατί επηρεάζει από τη μια πλευρά το κόστος παραγωγής σε σημαντικό βαθμό (περίπου όσο και η συμβατική κατεργασία του εδάφους με όργωμα) αλλά έχει και σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον όπως η νιτρορύπανση ή εκπομπές οξειδίων του αζώτου στην ατμόσφαιρα που είναι αέρια του θερμοκηπίου είτε αμμωνίας που συμβάλλει στη δημιουργία όξινης βροχής. Ο κάθε αγρότης πρέπει να έχει στο μυαλό του τους χρόνους που μια καλλιέργεια χρειάζεται και απορροφά τις μεγαλύτερες ποσότητες αζώτου. Για παράδειγμα, στο σιτάρι η περίοδος είναι για τη Θεσσαλία ο Φεβρουάριος, Μάρτιος μέχρι αρχές Απριλίου. Σε προηγούμενα σημειώματα έχω δώσει εικόνες για τα στάδια ανάπτυξης του σκληρού σιταριού με καμπύλες απορρόφησης του αζώτου. Στη σημερινή, δίνω μια αντίστοιχη εικόνα για το καλαμπόκι που δείχνει τα στάδια ανάπτυξης του φυτού και τις καμπύλες απορρόφησης αζώτου (nitrogen), φωσφόρου (Phosphorous) και καλίου (Potassium). Οι καμπύλες δίνουν το ποσοστό που απορροφάται σε κάθε στάδιο ως ποσοστό επί της συνολικής απορρόφησης.
Στα διαγράμματα της επόμενης εικόνας απεικονίζεται η απορρόφηση αζώτου από φυτεία βαμβακιού στην Αριζόνα των ΗΠΑ (από τα φύλλα leaves, στελέχη stems, κάψες burrs, σπόροι seeds). Φαίνεται ότι η μέγιστη ζήτηση είναι κάπου μεταξύ 90 και 100 ημερών μετά τη σπορά κάπου μέσα και τέλος Ιουλίου για τη Θεσσαλία. Είναι προφανές ότι η ζήτηση αρχίζει να ανεβαίνει 40 μέρες μετά τη σπορά (κάπου εκεί που κάνουμε το πότισμα ανάπτυξης της φυτείας) και επομένως ο καλός παραγωγός θα φροντίσει να δώσει μια μικρή ποσότητα αζώτου με τη βασική λίπανση και να συμπληρώσει με την επιφανειακή για να καλύψει την αυξημένη ζήτηση όταν τα φυτά δημιουργούν το σκελετό τους και τη καρποφορία τους.
Επομένως πρέπει να προσθέσουμε το λίπασμα μεταξύ 40 και 70 ημερών μετά τη σπορά για να καλύψουμε τις ανάγκες των φυτών και να επιτύχουμε τη μέγιστη παραγωγή.
Είναι προφανές ότι η εφαρμογή του λιπάσματος ιδιαίτερα του αζωτούχου κοντά στο χρόνο μέγιστης ζήτησης από τα φυτά είναι κρίσιμο στοιχείο τόσο για την απόδοση της καλλιέργειας όσο και για το κόστος παραγωγής και τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η άποψη ό,τι ρίχνεις μένει στο χωράφι είναι απολύτως λανθασμένη και πρέπει να την ξεχάσουμε καθώς δεν ισχύει καθόλου για τα αζωτούχα λιπάσματα.