Αυτό θα πρέπει να μας απασχολεί», δηλώνει ο διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ε.Ε. Τάσος Χανιώτης.
Οι εμπορικές συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον Καναδά για τη φέτα βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης που είχε ο Τάσος Χανιώτης με δημοσιογράφους περιφερειακών μέσων ενημέρωσης, στο πλαίσιο σεμιναρίου που διοργάνωσε η αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα.
Ο διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ε.Ε. στις δηλώσεις του για την προστασία της φέτας εξήγησε πώς προστατεύεται ένα προϊόν όταν βρίσκεται στις αγορές εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «η προστασία της φέτας στην ευρωπαϊκή αγορά, που είναι πλήρως προστατευμένη, είναι άλλο πράγμα στον νέο κόσμο και άλλο πράγμα στην Ασία. Είχα πάρει μια φωτογραφία από το Πεκίνο από ένα σούπερ μάρκετ που απεικόνιζε τρία τυριά τύπου φέτα. Οι δύο ήταν ελληνικές και η μία ήταν από την Αυστραλία ελληνοαυστραλού τρίτης γενιάς, από επίσης πρόβειο γάλα. Αυτό το προϊόν που στην Κίνα κυκλοφορούσε ως φέτα, κυκλοφορούσε πριν τη συμφωνία και στη Νότια Κορέα σαν φέτα. Όταν όμως έγινε η συμφωνία, τούς είπαν οι νοτιοκορεάτες ότι πρέπει να το πάρουν πίσω γιατί έχουν συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Που σημαίνει ότι αν έχουμε συμφωνία με την Κίνα, την ίδια προστασία θα έχουμε. Το λέω αυτό γιατί στην Ασία δεν ξέρουν τι είναι φέτα. Ξέρουν τι είναι Ευρωπαϊκή Ενωση και ξέρουν ποια είναι αυτά τα προϊόντα που προστατεύονται. Επίσης, στο εσωτερικό της αγοράς τους δεν έχουν κανέναν που να παράγει κάτι αντίστοιχο».
Για την κατάσταση που επικρατεί στον Καναδά και για την ανησυχία που εκφράζουν οι παραγωγοί υπογραμμίζει ότι «στον Καναδά υπάρχουν προϊόντα που ήδη κυκλοφορούσαν με αυτό το όνομα. Να εξαφανίσεις αυτά τα προϊόντα δεν είναι θεμιτό. Γίνεται όμως να περιορίσεις την κυκλοφορία τους και να εξασφαλίσεις μια ξεκάθαρη διάκριση στον καταναλωτή, τι προϊόν είναι και πού έχει παραχθεί. Με τη φέτα αυτό έχει επιτευχθεί. Αυτό το δίλημμα δεν το αντιμετωπίζει μόνο το ελληνικό προϊόν, το αντιμετωπίζει το ιταλικό, το ισπανικό και κάθε άλλο προϊόν στον νέο κόσμο».
Φέρνοντας άλλο ένα παράδειγμα ανέφερε: «Οταν ήμουν στην αντιπροσωπεία της Αμερικής στην Ουάσινγκτον υπήρχε μια αγορά, βιολογικών προϊόντων που είχε επτά είδη στα ράφια της που τα έλεγε όλα φέτα. Υπήρχε ανάμεσα σε αυτές και μια ελληνική βαρελίσια φέτα, η οποία κόστιζε 5 ευρώ το κιλό πιο ακριβά από όλες τις άλλες και εξαφανιζόταν πρώτη. Αυτό δείχνει ότι μετράει το όνομα και η ποιότητα του προϊόντας, όπως μετράει και η συμφωνία. Οποιαδήποτε συμφωνία κάνουμε, σε οποιαδήποτε αγορά θα περιοριστεί η δυνατότητα άλλων νέων προϊόντων και κυρίως θα ξεκαθαρίσει ο καταναλωτής σε τι διαφέρει το ελληνικό από κάποιο άλλο προϊόν.
Η μεγάλη πρόκληση των ελληνικών προϊόντων είναι να μπορέσουν να εξασφαλίσουν την ποιότητα. Η φέτα στον Καναδά προστατεύεται στον καλύτερο βαθμό που θα μπορούσε να προστατευτεί. Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο γάλα θα έχουμε και πόσα πρόβατα θα έχουμε για να μπορούμε να εξάγουμε φέτα στον Καναδά. Αυτό θα πρέπει να μας απασχολεί. Οι πόροι για αυτό υπάρχουν αλλά χρειάζεται και μια ανισοκατανομή στο εσωτερικό για να προωθηθεί το προϊόν».
Ζωή Παρμάκη