Ότι δεν επιχαίρουμε για το φιάσκο. Αντί να παραδεχτούν ότι δεν εκτίμησαν σωστά τις αγωνιστικές διαθέσεις των αγροτών, απαντούν ότι τα μαζικά μπλόκα τους πονάνε τους Συριζαίους. Εμείς αυτό το λέμε: Tι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.
Τους είπαμε ότι με συνδικαλιστικούς όρους οι συνθήκες δεν προσφέρονταν για σύγκρουση. Η επιλογή της σύγκρουσης ως εκ τούτου υπάκουε σε πολιτικές σκοπιμότητες. Μας απάντησαν ότι την κατηγορία για υποκίνηση την έχουν ακούσει πολλές φορές.
Τους προτείναμε να επεξεργασθούμε ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων της μικρομεσαίας αγροτιάς που υπερβαίνει την αντιαγροτική στρατηγική της ΕΕ και αυτοί μας απαντούν ότι επιδιώκουμε τη διάσπαση του αγροτικού κινήματος. Μπρος σ’ αυτή τη διαστρέβλωση που αγγίζει τα όρια της παράνοιας, σηκώνουμε τα χέρια ψηλά. Δεν υπάρχει πεδίο συνεννόησης.
Τους εγκαλέσαμε ότι δεν έλαβαν υπ' όψιν τον βαθμό οξύτητας των προβλημάτων, την οικονομική συγκυρία και τις διαθέσεις της αγροτιάς, στη διαμόρφωση των αιτημάτων και η Πανελλαδική Επιτροπή Μπλόκων απαντά ότι οργανωτικά οι διαδικασίες ολοκληρώθηκαν δημοκρατικά. Και τα κόμματα οφείλουν άκριτα να στηρίξουν τα αιτήματα. Η απάντηση κατά τη γνώμη μας αναδείχνει μια αντίληψη για το συνδικαλιστικό διάλογο και τον ρόλο των κομμάτων. Αυτή συνάδει με τη χριστιανική ιδέα ότι κάποιοι κατέχουν την "εξ αποκαλύψεως" αλήθεια και νομιμοποιούνται εξ αυτού να καλούν τους πάντες να την αποδεχτούν άκριτα. Ως γνώστες της απόλυτης αλήθειας υιοθετούν την ιδέα του μελλοντικού τους πολιτικού παραδείσου και αποστρέφουν το βλέμμα τους από τη σημερινή πεζή πραγματικότητα. Έτσι δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι όταν έχεις στα χέρια σου τις τύχες μιας κοινωνικής κατηγορίας, προέχει να σεβαστείς τις διαθέσεις της, τις αγωνίες της και τις προσδοκίες της και να μην αποφασίζεις με γνώμονα το στενά κομματικό και παραταξιακό συμφέρον. Αυτή η αντίληψη προσδιορίζει και το επίπεδο της κριτικής σε βάρος μας. Χωρίς περίσκεψη μας κατηγορούν ότι υιοθετούμε «κυβερνητικό συνδικαλισμό που συνοδεύεται από την καλλιέργεια απαισιοδοξίας, ηττοπάθειας, αυταπατών και συκοφάντηση των αγροτών». Αντιπαρερχόμενοι την άγονη κριτική της ΠΕΜ επισημαίνουμε ότι η απάντηση των 800 λέξεων άφησε αναπάντητο το θεμελιακό ερώτημα: Γιατί απέτυχαν οι κινητοποιήσεις;».