Του Κώστα Γκιάστα
Φωτ.: Λεωνίδας Τζέκας
Ήταν η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία που τα τρακτέρ μπήκαν στην καρδιά της Αθήνας και το αγροτικό κίνημα κατάφερε με τις κινητοποιήσεις του να στρέψει όλα τα φώτα της ελληνικής και ευρωπαϊκής δημοσιότητας επάνω του. Οι τεράστιων διαστάσεων ρόδες τους, το ύψος τους, ο θόρυβός τους έβγαλαν το κέντρο της πρωτεύουσας από την γκρίζα καθημερινότητά του και πραγματικά αναστάτωσαν τους κατοίκους του κλεινού άστεως.
«Δεκατρείς ώρες οδήγηση δεν τις λες και λίγο πράγμα» λέει στην «Ε» ο Αποστόλης Ζαχαριάς που ήταν ένας εκ των 17 οδηγών που έκαναν την υπέρβαση «όμως για μας δεν ήταν κάτι το πρωτόγνωρο καθώς όταν δουλεύουμε ξέρουμε πώς είναι να μένεις πολλές ώρες στο τιμόνι». Στα 31 του ζει στο Ψυχικό Λάρισας και καλλιεργεί κρεμμύδια και όσπρια αλλά τα τελευταία χρόνια βλέπει πως η κατάσταση δεν πάει άλλο «γι’ αυτό πήρα την απόφαση πως πρέπει να κατέβω στην Αθήνα να διαμαρτυρηθώ» και μόλις έφτασε εκεί «δεν πίστευα αυτό που έβλεπα. Έβγαιναν οι υπάλληλοι από τα μαγαζιά και μας χαιρετούσαν. Μας αποθέωναν. Οι οδηγοί σταματούσαν για να περάσουμε, η αστυνομία μας βοηθούσε, μας έβγαζαν φωτογραφίες. Ανατρίχιασα και ένιωθα πως όλοι περίμεναν κάτι από εμάς». Για το αν πιστεύει ωστόσο πως πέτυχαν κάτι ουσιαστικό: «Αυτό θα το δείξει η ιστορία. Εμείς κάναμε αυτό που έπρεπε. Τώρα είναι η σειρά της κυβέρνησης να δείξει τις προθέσεις της».
«ΤΟΣΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΔΕΝ ΤΟ ΕΧΟΥΝ ΞΑΝΑΒΓΑΛΕΙ ΤΟ ΤΡΑΚΤΕΡ ΜΟΥ»
* Ο Δημήτρης Κυρίτσης θα έχει να το λέει στα παιδιά του και τα εγγόνια του, πως στα 24 του χρόνια πήρε το τρακτέρ του από τον Κυπάρισσο Λάρισας και έφτασε μέχρι το Σύνταγμα. Εκεί έγινε σχεδόν διάσημος καθώς «τόσες φωτογραφίες δεν το έχουν ξαναβγάλει το τρακτέρ μου. Από παντού μας αποθέωναν και μας κοιτούσαν μέσα στα μάτια. Σαν κάτι να μας έλεγαν με νοήματα και να περίμεναν από τα τρακτέρ. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω».
Είδε χιλιάδες κόσμου και σε σημείο να φοβάται μόνο και μόνο μην πατήσει κάποιον όμως μόνο ένας του τράβηξε την προσοχή με αυτό που του είπε «ήταν ένας κύριος που μου συστήθηκε ως εργαζόμενος σε κάποια επιχείρηση. Φαινόταν απογοητευμένος, έκλαιγε και μου φώναζε συνεχώς «μην σταματάτε παιδιά, μην σταματάτε. Δεν αντέχουμε άλλο στην Αθήνα». Αυτό θα το θυμάμαι όσο ζω». Καλλιεργεί βαμβάκι και σιτηρά και το μόνο που κάνει είναι να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο για την αγροτιά.
* Στα 34 του ο Θωμάς Παπαστεργίου ξέρει γιατί κατέβηκε στην Αθήνα με το τρακτέρ «ήταν μια κίνηση με την οποία δείξαμε πως ο κλάδος μας έχει μεγάλο πρόβλημα και χρειάζεται άμεσα λύση. Ο πρωτογενής τομέας δεν πρέπει να χαθεί και αυτό θα πρέπει να το δούνε και οι Ευρωπαίοι». Το είδαν όμως οι κάτοικοι της Αθήνας «έμεινα έκπληκτος με αυτό που είδα. Αν δεν το ζούσα δεν θα το πίστευα ότι κι αν μου έλεγαν. Μπαίνοντας στην Αθήνα ο κόσμος μας έκανε να νιώσουμε ως απελευθερωτές. Λες και γυρνούσαμε από πόλεμο, μας κουνούσαν τα χέρια και μας χειροκροτούσαν. Έκλαιγαν αυτοί, βουρκώναμε κι εμείς. Στο λέω και ανατριχιάζω. Μας φιλούσαν τα χέρια και φώναζαν να τους βγάλουμε από τον βούρκο». Σε λίγες ημέρες θα γυρίσει στον Κυπάρισσο για το βαμβάκι του, το σιτάρι του, το κριθάρι του. Μα ό,τι και να κάνει το μυαλό του θα είναι σε εκείνο το απόγευμα της Παρασκευής...