Η νέα σχολική χρονιά θα τους βρει χωρίς φορητούς υπολογιστές και άλλες ψηφιακές συσκευές μέσα στη σχολική αίθουσα που για μια δεκαετία προωθούσε και στήριζε το φινλαδικό κράτος.
Το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας έχει αποκτήσει παγκόσμια φήμη για τα καλά του αποτελέσματα τις τελευταίες δεκαετίες και την ετοιμότητά του να δοκιμάσει νέες τεχνικές διδασκαλίας. Μέχρι πρόσφατα, πολλά σχολεία έδιναν δωρεάν φορητούς υπολογιστές σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες από την ηλικία των 11 ετών. Ωστόσο, Φινλανδοί γονείς και δάσκαλοι, όπως και σε άλλες χώρες, ανησυχούν όλο και περισσότερο για τον αντίκτυπο που έχει η έκθεση των παιδιών σε οθόνες.
Έτσι, το Ριχιμάκι, μια πόλη περίπου 30.000 κατοίκων, 70 χλμ. βόρεια της πρωτεύουσας Ελσίνκι, μια πόλη που από το 2018 είχε σταματήσει να χρησιμοποιεί τα περισσότερα βιβλία στα Γυμνάσια, προσπαθεί κάτι διαφορετικό την αρχή αυτής της σχολικής χρονιάς: Να επιστρέψει στο στυλό και το χαρτί.
«Οι νέοι χρησιμοποιούν τόσο πολύ τηλέφωνα και ψηφιακές συσκευές αυτές τις μέρες, που δε θέλουμε το σχολείο να είναι ένα από τα μέρη όπου τα παιδιά κοιτάζουν μόνο οθόνες», είπε η Μάια Καουνόνεν, καθηγήτρια Αγγλικών στο Γυμνάσιο Πογιολανρίνε.
Οι συνεχείς αντιπερισπασμοί από τη χρήση ψηφιακών συσκευών κάνουν πολλά παιδιά νευρικά και πολύ δύσκολο να συγκεντρωθούν.
«Οι περισσότεροι μαθητές και μαθήτριες έκαναν τις ασκήσεις όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, ώστε να μπορούν στη συνέχεια να παίζουν παιχνίδια και να συνομιλούν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης», είπε στο Reuters η Καουνόνεν κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος στην τάξη.
«Και σε ελάχιστο χρόνο άλλαζαν καρτέλες (tabs) στο πρόγραμμα περιήγησης (browser). Έτσι, όταν ο δάσκαλος ερχόνταν δίπλα τους, έλεγαν: «Ναι, έκανα αυτήν την άσκηση».
Σε όλη τη Φινλανδία, τα μαθησιακά αποτελέσματα παιδιών διαβρώνονται σιγά-σιγά τα τελευταία χρόνια, ωθώντας την κυβέρνηση να σχεδιάσει νέα νομοθεσία για την απαγόρευση της χρήσης συσκευών προσωπικής χρήσης, όπως τηλέφωνα, κατά τις σχολικές ώρες, για να μειώσει τον χρόνο έκθεσης των παιδιών στην οθόνη.
Μία από τις μαθήτριες της Καουνόνεν, η 14χρονη Ελε Σόκκα, είπε ότι δε συγκεντρωνόταν πάντα κατά τη διάρκεια των σχολικών μαθημάτων όταν αυτά γίνονταν με ψηφιακά μέσα.
«Ορισμένες φορές παρασυρόμουν και πήγαινα σε άλλους ιστότοπους», είπε.
Οι μαθητές της Β’ Γυμνασίου, Μίκο Μαντίλα και Ίνκα Ουάρο, και οι δύο 14 ετών, τόνισαν ότι η συγκέντρωσή τους βελτιώθηκε από τότε που επέστρεψαν τα βιβλία.
«Η ανάγνωση είναι πολύ πιο εύκολη και μπορώ να διαβάσω πολύ πιο γρήγορα από βιβλία», είπε η Μίκο, αν και πρόσθεσε ότι το γράψιμο είναι ευκολότερο σε μια ψηφιακή συσκευή.
«Και αν πρέπει να κάνεις τις εργασίες σου στο σπίτι αργά το βράδυ, είναι πιο εύκολο να σε πάρει ο ύπνος όταν δεν έχεις να κοιτάς απλά μια συσκευή», είπε ο Ουάρο.
Η Μίνα Πελτοπούρο, κλινική νευροψυχολόγος που συνεργάζεται με τις αρχές της πόλης στην αλλαγή της σχολικής εκπαίδευσης που προωθεί, σημείωσε ότι ο συνολικός χρόνος έκθεσης σε οθόνη θα πρέπει να μειωθεί στο ελάχιστο -οι Φινλανδοί έφηβοι επί του παρόντος βρίσκονται μπροστά από μια οθόνη έως και έξι ώρες την ημέρα κατά μέσο όρο-, καθώς η υπερβολική ψηφιακή χρήση συνοδεύεται από σωματικούς και ψυχικούς κινδύνους, όπως προβλήματα με την όραση και αυξανόμενο άγχος.
«Το άλλο είναι το κάνει κανείς πολλά πράγματα ταυτόχρονα (multi-tasking)», τόνισε η Πελτοπούρο. «Ο εγκέφαλος είναι πολύ ευάλωτος στο multi-tasking και ειδικά σε παιδιά νεαρής ηλικίας που δεν μπορεί κανένα να το διαχειριστεί καλά», συμπλήρωσε.