Αυτό το υβρίδιο θα μπορούσε να αποτελέσει μια πιο φιλική προς το περιβάλλον πηγή πρωτεΐνης. Το αποτέλεσμα μοιάζει με έναν παράξενο συνδυασμό κιμά και ρυζιού, με ροζ, κολλώδεις κόκκους. Αλλά σύμφωνα με την ομάδα του Πανεπιστημίου Yonsei, το ρύζι είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.
«Φανταστείτε να λαμβάνουμε όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειαζόμαστε από πρωτεϊνικό ρύζι που καλλιεργείται σε κύτταρα», δήλωσε η βιομοριακός μηχανικός Σόχιον Παρκ. «Το ρύζι έχει ήδη υψηλό επίπεδο θρεπτικών συστατικών, αλλά η προσθήκη κυττάρων από ζώα μπορεί να το ενισχύσει περαιτέρω» εξήγησε.
Το υβριδικό ρύζι αποτελείται από 80% άμυλο, ενώ το υπόλοιπο 20% είναι πρωτεΐνες και άλλα θρεπτικά συστατικά.
Στα βιολογικά συστήματα, τα κύτταρα χρειάζονται μια «σκαλωσιά» (ικρίωμα) επάνω στην οποία διαμορφώνονται οι ιστοί καθώς αναπτύσσονται. Σε εργαστηριακές συνθήκες, οι επιστήμονες χρησιμοποιούν συχνά μια τεχνητή μήτρα για διάφορους ιστούς και όργανα. Η Παρκ και οι συνάδελφοί της σκέφτηκαν ότι το ρύζι, επειδή είναι τόσο πορώδες, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ικρίωμα πάνω στο οποίο τα ζωικά κύτταρα που αναπτύσσονται στο εργαστήριο μπορούν να δομήσουν ιστούς.
Αρχικά, επικάλυψαν κόκκους ρυζιού με ζελατίνη ψαριού και ένζυμα ώστε να βοηθήσουν τα κύτταρα να βρουν πρόσφορο έδαφος και να μεγιστοποιήσουν την ποσότητα του κυτταρικού υλικού που προσκολλάται και αναπτύσσεται στο ρύζι. Στη συνέχεια, έσπειραν βλαστοκύτταρα αγελαδινών μυών και λίπους στους κόκκους ρυζιού και τους άφησαν να αναπτυχθούν σε ένα τρυβλίο Petri για 9 έως 11 ημέρες. Στο τέλος της περιόδου καλλιέργειας, οι ερευνητές εξέτασαν το ρύζι για να μελετήσουν τη δομή και το θρεπτικό του περιεχόμενο. Διαπίστωσαν ότι το υβρίδιο ρυζιού ήταν πιο σφιχτό, αλλά πιο εύθραυστο από το κανονικό ρύζι.
Το πιο σημαντικό είναι ότι άλλαξε το διατροφικό προφίλ του ρυζιού. Το υβριδικό ρύζι είχε σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και λιπαρά -8% περισσότερες πρωτεΐνες και 7% περισσότερα λιπαρά- από το απλό ρύζι. Αυτό μπορεί να μη φαίνεται πολύ, αλλά με βελτιώσεις θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Παρόλα αυτά, το νέο υβριδικό ρύζι θα ήταν λιγότερο δαπανηρό να παραχθεί από το βόειο κρέας ανά γραμμάριο πρωτεΐνης, τόσο σε εκπομπές αερίων όσο και σε κόστος.
Η παραγωγή υβριδικού ρυζιού, υπολόγισε η ομάδα, παράγει 6,27 κιλά διοξειδίου του άνθρακα ανά 100 γραμμάρια πρωτεΐνης. Το βοδινό κρέας απελευθερώνει 49,89 κιλά διοξειδίου του άνθρακα ανά 100 γραμμάρια πρωτεΐνης. Και το κόστος του υβριδικού ρυζιού για τον καταναλωτή θα ήταν περίπου το 15% της τιμής του βοδινού κρέατος ανά κιλό.
Αυτό που απομένει τώρα είναι να τελειοποιηθεί η διαδικασία παραγωγής, ώστε να μειωθεί ο χρόνος που απαιτείται για την παρασκευή υβριδικού ρυζιού. Η ομάδα μπορεί, επίσης, να πειραματιστεί με τη μεγιστοποίηση της πρόσληψης κυτταρικού υλικού στους κόκκους του ρυζιού, οι οποίοι είναι εξαιρετικά δεκτικοί στη διαδικασία.
«Δεν περίμενα ότι τα κύτταρα θα αναπτύσσονταν τόσο καλά μέσα στο ρύζι», δήλωσε η ερευνήτρια. «Τώρα βλέπω έναν κόσμο δυνατοτήτων για αυτήν την υβριδική τροφή με βάση τα σιτηρά. Θα μπορούσε μια μέρα να χρησιμεύσει ως λύση για την πείνα σε παγκόσμιο επίπεδο, τη στρατιωτική σίτιση ή ακόμη και ως διαστημική τροφή», κατέληξε η Παρκ. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «Matter».