Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences, πρόκειται κυρίως για μικρά ζώα, στα οποία οι διαφορές δεν είναι εμφανείς και εύκολα αναγνωρίσιμες.
ΜΟΝΤΕΛΑ ΠΡΟΒΛΕΠΟΥΝ ΤΑ ΕΙΔΗ
Για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν τεχνικές μηχανικής μάθησης. Αρχικά τροφοδότησαν τους αλγόριθμους με τις αλληλουχίες των γονιδίων 4.310 θηλαστικών, καθώς επίσης και με δεδομένα τα οποία σχετίζονται με τον γεωγραφικό τόπο ή το περιβάλλον στο οποίο ζουν τα ζώα αυτά. Έπειτα, με βάση αυτά τα δεδομένα, προέκυψε ένα μοντέλο το οποίο προέβλεψε την πιθανότητα να υπάρχει στα ζώα αυτά -τα οποία είναι ήδη καταγεγραμμένα- γενετική ποικιλομορφία η οποία δεν έχει αναγνωριστεί ακόμη από τους επιστήμονες.
ΔΥΣΚΟΛΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΜΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ
Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης ανάλυσης έδειξαν ότι είδη τα οποία περιλαμβάνουν ζώα που έχουν μικρό μέγεθος, ενδέχεται να περιλαμβάνουν άτομα τα οποία, λόγω των ιδιαίτερων γενετικών στοιχείων τους, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα ξεχωριστό είδος. «Μικρές και λεπτές διαφορές είναι δύσκολο να αναγνωριστούν σε ένα ζώο το οποίο ζυγίζει δέκα γραμμάρια», ανέφερε σε σχετικές δηλώσεις του ο επικεφαλής της δημοσίευσης δρ. Μπράιν Κάρστενς, συμπληρώνοντας ότι «δεν μπορεί κανείς να αποφανθεί αν πρόκειται για διαφορετικά είδη παρά μόνο εάν πραγματοποιήσει ανάλυση του γενετικού τους υλικού».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα περισσότερα «κρυμμένα» είδη είναι πιθανό να βρίσκονται σε γεωγραφικούς τόπους στους οποίους παρατηρούνται μεγάλες μεταβολές της θερμοκρασίας και έντονες βροχοπτώσεις. Όπως σημειώνουν οι επιστήμονες στη δημοσίευση, μέχρι σήμερα εκτιμάται ότι έχει περιγραφεί το 80% όλων των θηλαστικών που υπάρχουν στη Γη.
Η περιγραφή όλων των ειδών των θηλαστικών είναι εξαιρετικής σημασίας, αφού θα ανοίξει τον δρόμο για την προστασία τους.