Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν την ηλεκτροστατική ινοποίηση μια εναλλακτική όπως χαρακτηρίζεται μέθοδο νανοτεχνολογίας. Η μεμβράνη έχει διάρκεια ζωής τριάντα ημέρες όταν άλλα αντίστοιχα συστήματα αφαλάτωσης λειτουργούν για περίπου δύο ημέρες και μετά χρειάζονται αντικατάσταση. Το μόνο μειονέκτημα της μεμβράνης σε αυτή την αρχική της τουλάχιστον εκδοχή είναι η ικανότητα φιλτραρίσματος των ολικών διαλυμένων στερεών.
Τα ολικά διαλυμένα στερεά (TDS) είναι η ποσότητα οργανικών και ανόργανων υλικών, όπως μέταλλα, ανόργανα άλατα και ιόντα, διαλυμένα σε έναν συγκεκριμένο όγκο νερού. Όταν ένας διαλύτης, όπως το νερό, συναντά διαλυτό υλικό, σωματίδια του υλικού απορροφώνται στο νερό.
Τα TDS στο νερό μπορεί να προέρχονται σχεδόν από οπουδήποτε, συμπεριλαμβανομένων ορυκτών από μια πηγή νερού, χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται για την αποστείρωση του πόσιμου νερού, από τα συστήματα αποχέτευσης, απορροής από άλατα στο έδαφος και χημικά υλικά ή λιπάσματα, ακόμη και τα υδραυλικά δίκτυα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναφέρει ότι ένα καλής ποιότητας πόσιμο νερό πρέπει να περιέχει TDS λιγότερα από 600 μέρη ανά εκατ. φιλτράρισμα που καταφέρνουν να πετύχουν τα μικρής διάρκειας ζωής συστήματα αφαλάτωσης αλλά όχι η μεμβράνη.
Παρόλα αυτά η είδηση της δημιουργίας αυτής της μεμβράνης και μιας νέας τεχνολογίας αφαλάτωσης γενικότερα χαιρετίζεται από όλες τις πλευρές, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία του ΠΟΥ περίπου τρία δισ. άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό. Μάλιστα η πρόβλεψη των ειδικών του ΠΟΥ είναι ότι το 2025 ο μισός ανθρώπινος πληθυσμός θα ζει σε συνθήκες έλλειψης πόσιμου νερού.