Το έδαφος είναι ένας μη ανανεώσιμος πόρος που απειλείται από τη μόλυνση, αν και η διατήρησή του είναι απαραίτητη για την επισιτιστική ασφάλεια και το βιώσιμο μέλλον.
Όπως επισημαίνει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) των Ηνωμένων Εθνών Οργανισμός, το έδαφος είναι ένας μη ανανεώσιμος, πολύπλοκος βιότοπος που παραμένει παραγωγικός μόνο αν φροντίζεται και καλλιεργείται. Η αντιμετώπιση της ρύπανσης του εδάφους είναι ο μόνος τρόπος για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων για την επισιτιστική ασφάλεια, την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.Τα εδάφη έχουν μεγάλες δυνατότητες να φιλτράρουν και να απομακρύνουν ρύπους, αλλά αυτή η ικανότητα είναι πεπερασμένη. Οι περισσότεροι από τους ρύπους προέρχονται από ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως μη βιώσιμες γεωργικές πρακτικές, βιομηχανικές δραστηριότητες και εξόρυξη, μη επεξεργασμένα αστικά απόβλητα.
Ο κρίσιμος ρόλος του εδάφους προκύπτει από το γεγονός ότι σε ποσοστό 95% τα τρόφιμα παράγονται άμεσα ή έμμεσα από αυτό, ενώ 75- 90% των ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες εξαρτώνται από τα φυσικά προϊόντα ως τη μόνη ή κύρια πηγή φαρμάκων.
Ωστόσο, η έλλειψη οποιουδήποτε από τα 15 θρεπτικά συστατικά που απαιτούνται για την ανάπτυξη των φυτών μπορεί να περιορίσει την απόδοση των καλλιεργειών. Συνεπώς τα υγιή εδάφη είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της συνεχούς ανάπτυξης της φυσικής και της διαχειριζόμενης βλάστησης.
Το εύφορο έδαφος ενθαρρύνει την ανάπτυξη φυτών με θρεπτικά συστατικά και ενεργεί ως δεξαμενή συγκράτησης νερού. Σε αντάλλαγμα, η χαμηλή βλάστηση τα δένδρα και τα δάση εμποδίζουν την υποβάθμιση του εδάφους και την απερήμωση, σταθεροποιώντας το έδαφος, διατηρώντας το νερό και τον θρεπτικό κύκλο και μειώνοντας τη διάβρωση που προκαλείται τόσο από το νερό όσο και από τον άνεμο. Υπολογίζεται ότι η οργανική ύλη του εδάφους μπορεί να διατηρήσει περίπου 20 φορές το βάρος της σε νερό.
Ο κρίσιμος ρόλος του εδάφους προκύπτει από το γεγονός ότι σε ποσοστό 95% τα τρόφιμα παράγονται άμεσα ή έμμεσα από αυτό.
Τα εδάφη φιλοξενούν το ένα τέταρτο της βιοποικιλότητας του πλανήτη, ενώ υπολογίζεται ότι απαιτούνται 1.000 χρόνια για να σχηματιστεί ένα εκατοστό χώματος. Το έδαφος είναι ένα από τα πιο σύνθετα οικοσυστήματα της φύσης: περιέχει χιλιάδες οργανισμούς που αλληλεπιδρούν και συμβάλλουν στους παγκόσμιους κύκλους που καθιστούν δυνατή όλη τη ζωή. Είναι ενδεικτικό ότι σε ένα τετραγωνικό μέτρο δασικού εδάφους μπορούν να βρεθούν περισσότερα από 1.000 είδη ασπόνδυλων.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται από τον FAO, 33% του παγκόσμιου εδάφους είναι μέτρια έως ιδιαίτερα υποβαθμισμένο. Οι μετατροπές της χρήσης γης και η αποστράγγιση οργανικών εδαφών για καλλιέργεια είναι υπεύθυνες για περίπου 10% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.
Μάλιστα, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη γεωργία, τη δασοκομία και την αλιεία σχεδόν διπλασιάστηκαν τα τελευταία 50 χρόνια και θα αυξηθούν κατά επιπλέον 30% έως το 2050 αν δεν καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για τον περιορισμό τους. Επίσης, οι εκπομπές που προκαλούνται κατά την εφαρμογή συνθετικών λιπασμάτων αντιστοιχούσαν στο 14% των γεωργικών εκπομπών το 2012 και είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή εκπομπών στη γεωργία, αφού αυξήθηκε περίπου 45% από το 2001.
Στο μεταξύ, μόνο τη δεκαετία 2000- 2010 η αποψίλωση των δασών επηρέασε περίπου 130 εκατομμύρια στρέμματα ετησίως, ενώ η χρήση στερεών βιοκαυσίμων -συμπεριλαμβανομένου του ξύλου- προβλέπεται να αυξηθεί κατά 300% μεταξύ του 2007 και του 2030. Εξάλλου, η σταθερή μετατροπή των χορτολιβαδικών και των δασικών εκτάσεων σε καλλιέργειες και βοσκότοπους έχει οδηγήσει σε ιστορικές απώλειες άνθρακα στο έδαφος παγκοσμίως. Υπολογίζεται ότι ήδη, η υποβάθμιση του ενός τρίτου των εδαφών του πλανήτη έχει απελευθερώσει έως και 78 Gt (Γιγατόνους) άνθρακα στην ατμόσφαιρα, ενώ η αποδάσωση προκαλεί περίπου 25% της απώλειας οργανικού άνθρακα στο έδαφος.
Τα δάση παρέχουν πόρους για περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο άτομα και είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, τον ενεργειακό εφοδιασμό και την προστασία του εδάφους και των υδάτων. Από την άλλη πλευρά υπολογίζεται ότι 26% της επιφάνειας της γης καταλαμβάνεται από βοσκότοπους, καθώς ο τομέας της κτηνοτροφίας είναι κοινωνικά και πολιτικά πολύ σημαντικός στις αναπτυσσόμενες χώρες: Παρέχει τρόφιμα και εισόδημα για άλλο ένα δισεκατομμύριο άτομα, από τα φτωχότερα του κόσμου.
Καθώς η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και οι δημογραφικές μεταβολές αυξάνουν τη ζήτηση για αγροτικά προϊόντα, ζωοτροφές και προϊόντα όπως το ξύλο, τα εδάφη τίθενται υπό τεράστια πίεση και ο κίνδυνος υποβάθμισής τους αυξάνεται σημαντικά. Η διαχείριση της βλάστησης με βιώσιμο τόπο θα ενισχύσει τα οφέλη, ανταποκρινόμενη στις ανάγκες της κοινωνίας, διατηρώντας παράλληλα το έδαφος προς όφελος των σημερινών και των μελλοντικών γενεών. Η αποτελεσματικότερη χρήση του νερού, η μειωμένη χρήση φυτοφαρμάκων και η βελτίωση της υγείας του εδάφους μπορούν να οδηγήσουν σε μέσες αυξήσεις της απόδοσης των καλλιεργειών κατά 79%.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον FAO, η τρέχουσα και μελλοντική επισιτιστική ασφάλεια εξαρτάται από την ικανότητα του ανθρώπου να αυξήσει τις αποδόσεις και την ποιότητα των τροφίμων χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα εδάφη, αλλά λιγότερο νερό.
Η μεγάλη πρόκληση είναι ότι μέχρι το 2050, η γεωργική παραγωγή πρέπει να αυξηθεί κατά 60% παγκοσμίως -και σχεδόν κατά 100% στις αναπτυσσόμενες χώρες- προκειμένου να ικανοποιηθεί μόνο η ζήτηση για τρόφιμα. Μάλιστα η μεγάλη πρόκληση είναι να αυξηθεί η παραγωγή τροφής με χρήση λιγότερου νερού.