Την ανησυχητική αυτή εκτίμηση κάνει μια νέα διεθνής επιστημονική μελέτη, η πιο ολοκληρωμένη του είδους της μέχρι τώρα, σύμφωνα με την οποία η χρήση λυμάτων στη γεωργία διεθνώς είναι τουλάχιστον 50% μεγαλύτερη από ό,τι θεωρείτο έως σήμερα. Η έρευνα εκτιμά ότι τα δύο τρίτα όλων των αρδευομένων γεωργικών καλλιεργειών (65%) βρίσκονται σε απόσταση έως 40 χιλιομέτρων από τις πόλεις και επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τα αστικά λύματα.
Περίπου 30 εκατομμύρια εκτάρια (σχεδόν 300 εκαστομμύρια στρέμματα) βρίσκονται σε χώρες με ελάχιστη έως καθόλου επεξεργασία των λυμάτων, γεγονός που εκθέτει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο καταναλωτές σε κινδύνους για την υγεία τους. Μια προηγούμενη εκτίμηση του 2004 ανέβαζε σε 20 εκατ. εκτάρια τη συνολική έκταση που αρδευόταν με λύματα, αλλά η νέα εκτίμηση για 29,3 εκατ. εκτάρια είναι περίπου 50% υψηλότερη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Αν Θίμπο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό περιβαλλοντικών ερευνών "Environmental Research Letters", ανέλυσαν πληθώρα στοιχείων, επίγειων και δορυφορικών. Οι επιστήμονες επισήμαναν την ανάγκη το θέμα να ληφθεί πιο σοβαρά υπόψη και να υπάρξουν περισσότερες επενδύσεις και μέτρα πρόληψης στον τομέα του βιολογικού καθαρισμού των λυμάτων, στη διαχείριση των αγροκτημάτων (ιδίως των αναπτυσσόμενων χωρών) και στην υπόλοιπη διατροφική αλυσίδα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, στις χώρες εκείνες όπου σπανίζει το καθαρό νερό, οι αγρότες καταφεύγουν στη χρήση λυμάτων, συχνά αραιωμένων με νερό, π.χ. κάποιου ποταμού, τα οποία δεν παύουν όμως να συνιστούν σοβαρό κίνδυνο, καθώς οι παθογόνοι μικροοργανισμοί παραμένουν. Επιπλέον, όχι σπάνια τα λύματα προτιμώνται από τους αγρότες λόγω των θρεπτικών συστατικών τους, που επιτρέπουν να γίνεται εξοικονόμηση στη χρήση δαπανηρών λιπασμάτων.
Σε πέντε χώρες (Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Μεξικό, Ιράν) βρίσκονται οι περισσότερες αγροτικές καλλιέργειες που ποτίζονται με λύματα. Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από οικιακή χρήση, αλλά μπορεί να περιέχουν και βιομηχανικά λύματα.