Δεν περίμενα πως θα έφτανα να θεωρώ τον εαυτό μου τόσο τυχερό που είμαι άντρας και δεν με αγγίζει το άβατον του Αγίου Όρους. Η κρυφή ζήλεια της γυναίκας μου, που δεν ήθελε ν` ακούσει όλες τις λεπτομέρειες της διήγησης, με έκανε να το σκεφτώ. Θεωρούσα τη δυνατότητα της επίσκεψης σαν κάτι δεδομένο μέχρι πρόσφατα, δεν είχα όμως ποτέ κερδίσει κάτι από το προνόμιο αυτό.
Τα ταξίδια σου προσφέρουν εμπειρίες, καινούργιες παραστάσεις, σε ξεκουράζουν ψυχικά και σε ανανεώνουν. Πόσα όμως ταξίδια στη ζωή μας θα πάρουν το κεφάλι μας να το στρίψουν αλλού για να δούμε τη ζωή διαφορετικά; Ούτε στα κανάλια της Βενετίας και της Αγίας Πετρούπολης, ούτε στο ηλιοβασίλεμα στη Σαχάρα, ούτε στο πρώτο 25ήμερο ταξίδι στα 22 μου στην Ιβηρική δεν είχα ταξιδέψει τόσο μακριά μέσα μου όσο σ’ αυτό, μόλις απέναντι από τη Σάρτη. Μόνη συγκρίσιμη εμπειρία είναι το επικό ταξίδι στο Μεξικό, στα 29 μου, για έναν μήνα, με αφάνταστες περιπέτειες, οργανωμένο σε μια εποχή πριν το διαδίκτυο. Είμαστε μεγάλοι πια για να ενθουσιαζόμαστε, μεγάλοι και για να ξέρουμε τι θεωρούμε σημαντικό.
Η πρώτη ευτυχής συγκυρία στο μόλις δυόμισι ημερών ταξίδι ήταν η παρέα μου. Με μια ασύνδετη ή ανοργάνωτη ομάδα θα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό ταξίδι. Η άλλη συγκυρία ήταν η γνωριμία με το Όρος μέσω της Σιμωνόπετρας. Μου προκάλεσε μια αναδιάταξη, μια αυστηρή ιεράρχηση αξιών ως προς το τι μπορεί να μου προσφέρει το Άγιο Όρος.
Θα μπορούσα να περάσω τη μέρα μου εκεί φωτογραφίζοντας, μαγεμένος από την ομορφιά του τοπίου. Μου ξύπνησε μέσα μου ξεχασμένες αρτίστικες επιθυμίες, είχα χρόνια να νιώσω τέτοια αγάπη για το φωτογραφικό θέμα. Ευτυχώς δεν είχα τη Minolta και τον τηλεφακό, ευτυχώς ήταν μόνο για μια μέρα, ευτυχώς υπήρχαν πιο σπουδαία κι απ` αυτό. Απ` την άλλη, ως εκπαιδευτικός θεολόγος απέφυγα να προσανατολιστώ στη συλλογή υλικού και εμπειριών για αξιοποίηση στην τάξη. Φυσικά και υπάρχουν πολλές, όταν όμως πας με αυτό το σκοπό, δεν ζεις τη στιγμή. Περιορίζεις τους ορίζοντές σου. Γι’ αυτό και δεν ήθελα παραεκκλησιαστικά κυκλώματα. Προτιμώ που προσκύνησα την Παναγία την Οδηγήτρια χωρίς να `μαι σίγουρος πως ήταν αυτή και το ξεκαθάρισα αργότερα, που στο Πρωτάτο και το παλιό καθολικό στην Ξενοφώντος εκστασιάστηκα με τις τοιχογραφίες αλλά δεν συμπεριφέρθηκα ως επισκέπτης μουσείου, που δεν άκουσα τη χορωδία της Σιμωνόπετρας από πριν στο youtube αλλά πήγα σαν άγραφο χαρτί. Συγκεκριμένες επιλογές στη Σιμωνόπετρα, όπως η διήγηση του πατέρα Αθανασίου για την ιστορία της μονής ή τα λόγια του πατέρα Ιωαννίκιου πριν φύγουμε, η απουσία έκθεσης ή ο λιτός διάκοσμος, με ενθουσίασαν.
Η ομορφιά όμως κρύβεται σε απλές στιγμές, όπως στην τράπεζα. Την ώρα που έτρωγα, δεν αναρωτήθηκα γιατί το φαγητό ήταν τόσο νόστιμο. Αν ήταν η πείνα, η παράδοση συνταγών αιώνων, η αγάπη στην προετοιμασία του, τα αγνά υλικά, η ευλογία ή όλα μαζί. Απλά το απόλαυσα μαζί με το τελετουργικό. Η κοινότητα διευρυνόταν από τα πρόσωπα στις τοιχογραφίες κι αν αυτό ακούγεται υπερβολικό ή μακάβριο (να σε συντροφεύουν οι νεκροί), αμέσως μετά το δείπνο ακολούθησε η προσκύνηση των λειψάνων. Δεν είχα προλάβει καν να φάω τα βερίκοκα (τα έκρυβα στη χούφτα μου) και τα χείλη μου ασπαζόταν το αριστερό χέρι της Μαρίας της Μαγδαληνής. Ζωντανοί και κεκοιμημένοι μαζί στην εκκλησία. Αντί για μουσική (όπως σε ταβέρνα ή εστιατόριο), διαβαζόταν από μοναχό το Γεροντικό την ώρα του δείπνου. Η υπόκλιση των μαγείρων μοναχών ως ταπείνωση για την περίπτωση που δεν σε ευχαρίστησαν, είναι ιδιαίτερη στιγμή. Δεν μετράει τι γνώριζα θεωρητικά. Το βίωμα καταλύει κάθε θεωρητική προσέγγιση. Όταν πρωτοάκουσα στα ηχεία του υπολογιστή μου τη χορωδία της Σιμωνόπετρας, μετά το ταξίδι, νόμιζα πως είναι άλλοι μοναχοί. Δεν αναρωτήθηκα αν σ` αυτή τη διαφορά μετρούσε η επιβλητική παρουσία των ψιλόλιγνων ρασοφόρων, το ημίφως, η πλήρης απουσία ηχορύπανσης (αν και στον εσπερινό ακουγόταν εργάτες απ` έξω) ή η φυσική λειτουργία της υμνογραφίας και της μουσικής - προς δόξαν Θεού - απλά το έζησα και δεν μπορώ να το ξεχάσω.
Οι εκπλήξεις στη δύναμη των βιωμάτων συνεχίστηκαν και μετά το σοκ της Σιμωνόπετρας. Ένας πρωινός καφές στο ξύλινο μπαλκόνι, με το γάτο κουλουριασμένο στη γωνιά και την ηρεμία του γέροντα Σεραφείμ, ήταν αρκετός για να σβήσω την εικόνα του προηγούμενου μεσημεριού με τον χοντρό μοναχό στο φουσκωτό και τη βαλίτσα στο χέρι. Αν έμενα στο άσχημο, θα έχανα την ομορφιά της απλότητας. Η κουβέντα στο κιόσκι ανάμεσα στο γέροντα Σεραφείμ και τον Γιάννη για μια Λάρισα των παιδικών τους χρόνων θα μπορούσε να μοιάζει με θλιβερή νοσταλγία στο γλυκό φως του ηλιοβασιλέματος, που παραπέμπει από το τέλος της μέρας, στο τέλος της ζωής. Προηγουμένως είχα φάει για πρώτη φορά κόλλυβα, που στη Λάρισα δεν δοκιμάζω ποτέ - όπως τα φτιάχνουν σα λάσπη - και μου άρεσαν πολύ. Φαντάστηκα τον Σεραφείμ στο κοιμητήριο, έτσι όπως μιλούσαν για εκείνον το μοναχό και την παρατήρηση που είχε κάνει στο Γιάννη για το τσιγάρο και που τώρα δεν ζει πια. Η κουβέντα για τα παιδικά χρόνια, σε μια Λάρισα που δεν υπάρχει πια, μου θύμισε τις διηγήσεις των παππούδων και συγγενών μου για την Αδριανούπολη και τις χαμένες πατρίδες. Η διαφορά βρίσκεται σε μια άλλη αντίληψη του χρόνου. Στο Όρος δεν λυπάσαι για τον χρόνο που έφυγε. Ζεις το παρόν, όπως τα παιδιά. Γιατί «αν δε γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα κληρονομήσετε τη Βασιλεία». Δεν θλίβεσαι γι’ αυτό που χάθηκε, γιατί δεν χάνεται τίποτα. Είναι όλα παρόντα. Κι αυτό από μόνο του αρκεί για να τοποθετήσει το ταξίδι εκεί που του αξίζει.
Όταν δεν περιμένεις, η έκπληξη έρχεται ωραία. Στον εσπερινό στην Ξενοφώντος μου φάνηκε τόσο ρηχή η φωνή του ψάλτη που «φώναζε» κι έτσι σκέφτηκα πως δε θα ξαναζήσω την εμπειρία της Σιμωνόπετρας. Και μόλις το αποδέχτηκα, την άλλη μέρα άκουσα τον ηγούμενο Αλέξιο και έμεινα «στήλη άλατος». Στο ρώσικο μοναστήρι που περίμενα πολλά, εισέπραξα λιγότερα, αν και άξιζε σαν εμπειρία. Στη σκήτη του Αγίου Ανδρέα, που δεν περίμενα κάτι, έμεινα με το στόμα ανοιχτό.
Η επαφή με τη φύση είναι μια παράμετρος σημαντική μεν, αλλά μοιάζει περισσότερο με μια πρόγευση για μελλοντικές απολαύσεις. Το περπάτημα μιας ώρας για τον Άγιο Παντελεήμονα, η εμπειρία του αγροτικού και τα mini bus, όλα αφήνουν τη φαντασία μου να καλπάζει, με βάδισμα για περισσότερη ώρα, ειδικά στο μεσαίο κομμάτι της χερσονήσου, χαμένοι στο δάσος, χωρίς θέα στη θάλασσα.
Ένα ταξίδι είναι μοναδικό, όταν δεν πρόκειται να επαναληφθεί. Δεν πρόκειται να επαναληφθεί ακριβώς το ίδιο, ακόμη κι αν βρεθώ πάλι στο Όρος. Η προσμονή της επόμενης φοράς ήδη με γαληνεύει. Υποψιάζομαι για πολλές φορές και πολλά ταξίδια στο μέλλον.
Κ. Μιχαηλίδης - καθηγητής 14ου Γυμνασίου Λάρισας