Στο ξεκίνημα του ταξιδιού το τρενάκι του Πηλίου, ο ξακουστός «Μουτζούρης, σφυρίζοντας κι αγκομαχώντας, μέσα από τις μυθικές διαδρομές των κενταύρων, αλλά και του δωδεκάθεου, μας ανέβασε στα ύψη, μας έφερε κοντά στη μεγαλοπρέπεια και τη δύναμη της φύσης. Μας βύθισε στις μυστικές φωνές των απέραντων δασών που ψιθυρίζουν με τα θροΐσματα των βαθύσκιων δέντρων το αιώνιο τραγούδι της δημιουργίας. Κάτω το θέαμα ήταν συναρπαστικό! Ως πέρα στις άκρες του Παγασητικού έφθανε η ματιά. Στον ορίζοντα αχνοφαίνονταν οι κορφές της Βόρειας Εύβοιας. Η πολιτεία του Βόλου ζωγραφίζονταν δίπλα στο ήσυχο λιμάνι. Από τις Μηλιές με το λεωφορείο ακολουθήσαμε τη διαδρομή που οδηγεί στο Τρίκερι. Ο δρόμος κατηφόριζε ολοένα. Προσπεράσαμε την ήρεμη Αργαλαστή.
Φτάνοντας στην πλατεία του Λαύκου είχαμε την αίσθηση πως χωθήκαμε ξαφνικά σ’ένα δροσόλουστο περβόλι, όπου θεόρατα πλατάνια κι άλλα δένδρα έσμιγαν πάνω από τις στέγες των σπιτιών σ’ ένα σύμπλεγμα εκπληκτικό. Εδώ η ψυχή μεταρσιώνεται, ξεκουράζεται, όλα εδώ μένουν ατάραχα, αμόλυντα από την αγωνία των πόλεων.
Στο γραφικό Χόρτο, ο πειρασμός να βυθιστούμε για λίγο στα κρυστάλλινα νερά ήταν μεγάλος. Μας προκαλούσε και το ελαφρό μελτεμάκι, το ίδιο μελτεμάκι που έπαιζε με τ’ ανήσυχα θαλασσοπούλια σ’ ένα ουρανό γαλάζιο, χωρίς σύννεφα...
Στο «Ίδρυμα Αγγελίνη» μας περίμενε ο μαέστρος της «Χορτωδίας» για να μας ενημερώσει για όλες τις σπουδαίες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται τον Αύγουστο σ’ αυτή τη γλυκιά ακτή του Πηλίου.
Στ’ ακροδάκτυλα της χερσονήσου της Μαγνησίας στέκεται άγρυπνος βιγλάτορας το ιστορικό θαλασσοχώρι Τρίκερι.
Η πρόεδρος της τοπικής κοινότητας κ. Αργυρώ Γαλατσάνου μάς καλωσόρισε και μας οδήγησε στο Ναό της Αγίας Τριάδας. Καύχημα του Ναού ο θρόνος του Ναπολέοντα και το αξιοθαύμαστο ξυλόγλυπτο τέμπλο. Καθώς αντηχούσαν τα βήματά μας στους πλακόστρωτους δρόμους στο Τρίκερι, τα παλιά αρχοντικά που συναντούσαμε να στέκουν αγέρωχα στον χρόνο, μαρτυρούσαν τη σφύζουσα ζωή που πέρασε κάποτε από δω.
Μας οδήγησε επίσης στο Λαογραφικό Μουσείο, όπου δεσπόζει η τρικεριώτικη φορεσιά.
Φεύγοντας από το Πήλιο, πήραμε πολλά μαζί μας: ομορφιά, απλότητα, συγκίνηση, ανθρωπιά, όλα τα στοιχεία μιας άδολης ευτυχίας, μιας απόλαυσης για τις αισθήσεις και το νου.
Το Πήλιο θα υψώνει στων ρεμβασμών μας το φτερούγισμα την καταπράσινη ομορφιά του. Θα μας προσμένει πάντα κάποιο μονοπάτι του π’ αναρριχιέται στις κορφές, περνώντας μεσ’ απ’ των πυκνόφυλλων δέντρων τους ψιθύρους... Κι αν δεν έχουμε την ασίγαστη φλόγα των Αργοναυτών για το «χρυσόμαλλον δέρας» της Κολχίδας, βαθιά μας κάποια μικρή φλόγα θα κρυφοκαίει ζητώντας τη δροσοστάλα μιας ξέχωρης ευτυχίας. Από την Ιωλκό δεν ξεκινάει μόνο μια «Αργώ». Μπορεί ν’ ανοίξει λευκά πανιά και μια βαρκούλα μικρών ονείρων... Φθάνει να δούμε απ’ την κορφή ψηλά την Ιωλκό.
Κι αν μέσα στους δρυμούς που θρασομανούν δεν ακούσουμε να καλπάζει μ’ ορμή των Κενταύρων το γένος, στης ψυχής μας τα βάθη θα απλωθεί ζωογόνα η πνοή από μύριες μυστικές φωνές της φύσης. Φωνές γλυκιές, λουσμένες στο φως και την ειλικρίνεια, φωνές ζωής εξαγνισμένης. Όλα γύρω μας θα μιλούν τη μελιστάλαχτη γλώσσα της ειρήνης, όλα γύρω μας θα τραγουδούν τη χαρά της ζωής. Εκεί ψηλά δεν φτάνει το σκοτάδι της μισαλλοδοξίας, δεν ζει στο ύψος αυτό η κακία. Για αυτό, θα πρέπει να μας ανεβάσουν στις κορφές του Πηλίου, τα φτερά λευκών στοχασμών. Το Πήλιο χωρίς το φτερούγισμα του νου και της ψυχής δεν θα το γνωρίσουμε ποτέ... Γιατί στ’ αλήθεια, ακόμα κατοικούν θεοί στο Πήλιο...
ΝΕΛΛΗ ΒΑΣΒΑΤΕΚΗ