Της Ζωής Παρμάκη
Υπάρχουν εκείνοι που μένουν. Εκείνοι που φεύγουν, αλλά και αυτοί που… επιστρέφουν. Είναι οι επιστήμονες της χώρας, τα δυνατά μυαλά αυτού του τόπου που εξαιτίας της κατάστασης ετοιμάζουν βαλίτσες και μεταναστεύουν σε μεγάλα πανεπιστήμια, ιατρικά κέντρα και νοσοκομεία της Ευρώπης αλλά και του υπόλοιπου κόσμου.
Η διαδρομή τα τελευταία χρόνια είναι προκαθορισμένη κυρίως για όσους περνούν και αποφοιτούν από Ιατρικές Σχολές. Μόλις ολοκληρώσουν τις σπουδές τους φεύγουν, αναζητούν κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού και βρίσκουν εργασία σε κάποιο μεγάλο ιατρικό κέντρο ή νοσοκομείο. Συχνά μνημονεύονται για τις διακρίσεις τους, για τη δουλειά τους, για το πώς καταφέρνουν και ξεχωρίζουν ανάμεσα στους άλλους λαούς. Εδώ και χρόνια αποτελεί πληγή για την Ελλάδα η μετανάστευση των επιστημόνων.
Όπως όμως αναφέρθηκε και πιο πάνω υπάρχει και μια κατηγορία επιστημόνων που επιστρέφουν. Που στόχος τους είναι να βγουν στο εξωτερικό να εκπαιδευτούν, να αποκομίσουν νέες γνώσεις και εμπειρίες και να επιστρέψουν.
Αυτής της λογικής είναι ο Λαρισαίος καρδιοχειρουργός του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου St. Michael στο Τορόντο του Καναδά Δήμος Καραγγέλης. Ο Δήμος δεν είναι από τους επιστήμονες που έφυγαν και θα μείνουν έξω. Όπως δηλώνει στην «Ε» δεν είναι διατεθειμένος να αφήσει τη χώρα του, την πόλη του, ειδικά τώρα στα δύσκολα.
Είναι από αυτούς που πιστεύουν ότι οι Θεσσαλοί είναι τυχεροί για τους γιατρούς που έχουν τα δύο νοσοκομεία, «το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό κάνει πραγματικά υπεράνθρωπες προσπάθειες ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, ενώ το επίπεδο των ιατρών παραμένει αρκετά υψηλό και στα δύο νοσοκομεία της Λάρισας», αναφέρει χαρακτηριστικά. Έφυγε στο εξωτερικό μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του και δηλώνει έτοιμος να επιστρέψει με γεμάτες τις αποσκευές του από γνώσεις και εμπειρίες. Προκειμένου έτσι να προσφέρει στη χώρα του, στην πόλη του, στα νοσοκομεία που εργάστηκε. «Έχουμε χρέος στην πατρίδα που μας γέννησε, μας γαλούχησε, μας σπούδασε δωρεάν και μας έδωσε τα εφόδια να τους κοιτάμε όλους τους ξένους συναδέλφους στα μάτια χωρίς να νιώθουμε υποδεέστεροι», υπογραμμίζει ο Δήμος για να συμπληρώσει σχετικά με την επιστροφή του στη χώρα «τώρα είναι που μας έχει ανάγκη ο τόπος. Πρέπει να επιστρέψουμε, να προσπαθήσουμε ο καθένας από τη σκοπιά του, να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες παραβλέποντας ίσως λίγο τις οικονομικές απολαβές».
Ο Δήμος Καραγγέλης έφυγε από την Ελλάδα μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές του, έκανε το διδακτορικό του και πήρε την ειδικότητά του. Πρώτος σταθμός για μετεκπαίδευση ήταν στο καρδιοχειρουργικό τμήμα των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων Μπράιτον και Σάσεξ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η κλινική του εμπειρία περιλαμβάνει δραστηριότητα σε μεγάλα κέντρα τόσο της Ελλάδας όσο και του εξωτερικού, όπως είναι η Πανεπιστημιακή Κλινική Λάρισας το πρώτο του «σχολείο» όπως συνηθίζει να λέει κοντά στον καθηγητή Καρδιοχειρουργικής Νίκο Τσιλιμίγκα, το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο και η πανεπιστημιακή Καρδιοχειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Μάντσεστερ.
ΧΩΡΙΣ ΡΑΜΜΑΤΑ
Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο St. Michael του Τορόντο του Καναδά ο Λαρισαίος καρδιοχειρουργός είναι μέλος καρδιοχειρουργικής ομάδας που ασχολείται με την εμφύτευση νέων πρωτοποριακών βαλβίδων χωρίς ράμματα (sutureless - Rapid Deployment).
Η αορτική βαλβίδα είναι μία εκ των τεσσάρων βαλβίδων της καρδιάς μέσω της οποίας το αίμα εξωθείται στο υπόλοιπο σώμα. Η στένωση της αορτικής βαλβίδας είναι η πιο κοινή βαλβιδική πάθηση του δυτικού κόσμου με συχνότητα 3% - 5% στα άτομα άνω των 75 ετών. Πρόκειται για μία εκφυλιστική νόσο της οποίας η συχνότητα συνεχώς αυξάνεται απόρροια της αύξησης του μέσου όρου επιβίωσης και του πληθυσμού των ηλικιωμένων ασθενών στο σύγχρονο κόσμο.
Στις ηλικίες άνω των 65 ετών η στένωση οφείλεται κυρίως στην εναπόθεση ασβεστίου και σταδιακή σκλήρυνση της βαλβίδας με αποτέλεσμα τη μείωση του στομίου της. Τα συνήθη συμπτώματα της νόσου είναι δύσπνοια, πόνος στο στήθος, ζαλάδες και συγκοπικά επεισόδια. Οι ασθενείς που πάσχουν από στένωση της αορτικής βαλβίδας συνήθως διαδράμουν μία λανθάνουσα περίοδο μέχρι την έναρξη των συμπτωμάτων από τη νόσο.
Σύμφωνα με τον Δήμο Καραγγέλη «χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι ενώ οι ασθενείς που δεν έχουν ακόμα συμπτώματα από τη νόσο δεν διατρέχουν άμεσο κίνδυνο για τη ζωή τους, η έναρξη των συμπτωμάτων συνοδεύεται με μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης χωρίς την κατάλληλη θεραπεία. Η καταλληλότερη, οριστικότερη και καλύτερα τεκμηριωμένη επιστημονικά θεραπεία είναι η αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας».
Η πλέον κλασική μέθοδος αντικατάστασης της αορτικής βαλβίδας γίνεται με καρδιοχειρουργική επέμβαση. Αυτή περιλαμβάνει διάνοιξη του στέρνου, παύση της καρδιακής λειτουργίας, αφαίρεση της εκφυλισμένης βαλβίδας και τοποθέτηση μιας καινούργιας βαλβίδας μηχανικής ή βιολογικής προελεύσεως, σύμφωνα με τους καρδιοχειρουργούς. Ενώ η επέμβαση φαντάζει πολύπλοκη στην ουσία η μέθοδος αυτή είναι εξαιρετικά ασφαλής με θνησιμότητα που κυμαίνεται από 1% - 2%. Αυτή η προσέγγιση ήταν μέχρι πρόσφατα και η μοναδική θεραπεία.
Ωστόσο, η αύξηση των ορίων ηλικίας του πληθυσμού έφερε στο χειρουργικό τραπέζι και ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου. Η απάντηση της ιατρικής επιστήμης στην πρόκληση αυτή ήταν άμεση και αποτελεσματική. Έτσι τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει στο προσκήνιο οι βαλβίδες που εμφυτεύονται μέσω καθετήρα αλλά και οι αορτικές βαλβίδες ταχείας έκπτυξης.
«Οι βαλβίδες αυτές είναι το νεότερο όπλο στη φαρέτρα των καρδιοχειρουργών και η εμφύτευσή τους γίνεται με προσπέλαση που απαιτεί ελάχιστα ή καθόλου ράμματα», τονίζει ο Δήμος Καραγγέλης για να συμπληρώσει ότι «αυτό συνεπάγεται ταχύτερη επέμβαση, λιγότερη έκθεση του ασθενούς στο χειρουργικό στρες, λιγότερες επιπλοκές και ταχύτερη ανάρρωση. Παρόλο που η σύλληψη του μοντέλου των βαλβίδων ταχείας έκπτυξης έγιναν αρκετά χρόνια πριν, τα σύγχρονα τεχνολογικά επιτεύγματα επέτρεψαν τη χρησιμοποίησή τους τα τελευταία μόνο χρόνια. Οι πρώτες δημοσιευμένες μελέτες από τη χρήση των βαλβίδων αυτών αναδεικνύουν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Η τεχνολογία αυτή κερδίζει συνεχώς έδαφος στη σύγχρονη καρδιοχειρουργική και αποτελεί άριστο εργαλείο ιδιαίτερα για ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου. Ακόμη πρέπει να αναφέρουμε ότι η εφαρμογή αυτής της μεθόδου απαιτεί ορισμένα κριτήρια και η προσέγγισή μας στον εκάστοτε ασθενή είναι εξατομικευμένη».
Το Νοσοκομείο St. Michael’s του Τορόντο είναι πρωτοπόρο στη συγκεκριμένη τεχνολογία αφού αποτελεί το πρώτο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Καναδά και από τα πρώτα νοσοκομεία παγκοσμίως που χρησιμοποίησε τις βαλβίδες ταχείας έκπτυξης. «Τα αποτελέσματα της εφαρμογής της συγκεκριμένης μεθόδου στους ασθενείς μας είναι εξαιρετικά. Η νέα μέθοδος προβλέπει μικρότερους χειρουργικούς χρόνους, λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές και λιγότερη παραμονή στο νοσοκομείο. Συγχρόνως εκπληρώνει τις προσδοκίες της χειρουργικής μας ομάδας στο έπακρον. Στο εμπόριο οι βαλβίδες αυτές είναι διαθέσιμες μέσω τριών εταιριών. Η βαλβίδα που χρησιμοποιείται στο κέντρο μας είναι αυτοεκπτυσσόμενη και η τοποθέτησή της γίνεται χωρίς ράμματα», καταλήγει ο Λαρισαίος καρδιοχειρουργός Δήμος Καραγγέλης.