Του Γιώργου Ρούστα
Υπέρ της δημιουργίας ενός παραγωγικού συνεταιρισμού, απαλλαγμένου από κομματικές αγκυλώσεις, ο οποίος θα αναλάβει την καθετοποίηση της παραγωγής, να προωθήσει το προϊόν από το χωράφι στην αγορά, αλλά και θα εγγυηθεί, χωρίς επιδότηση το κατώτερο αγροτικό εισόδημα τάσσεται ο πρώην νομάρχης Καρδίτσας Βασίλης Αναγνωστόπουλος, με συνέντευξή του στην «Ε», αναλύοντας ταυτόχρονα την πρότασή του για μια ανταγωνιστική ελληνική γεωργία.
Ο κ. Αναγνωστόπουλος δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στον πρωτογενή τομέα, παρά τις αδυναμίες που παρουσιάζει, κυρίως με το αυξανόμενο κόστος παραγωγής, μιλώντας από καρδιάς και με διάθεση αυτοκριτικής.
«Σπούδασα μαθηματικός και είχα φροντιστήριο στην Καρδίτσα, αλλά πολύ γρήγορα με κέρδισε η γεωργία. Δεν το μετάνιωσα. Ο γιος μου είναι γεωπόνος, αλλά κατόπιν προτροπής μου έγινε «αγρότης-γεωπόνος». Αν δεν πίστευα στις δυνατότητες της γεωργίας δεν θα θυσίαζα το μέλλον του παιδιού μου. Δεν μου αρέσουν οι συμβουλές, αλλά θα τολμήσω να πω στους νέους να επιστρέψουν στη μητέρα γη. Εξάλλου τα λουκέτα στην αγορά δεν αφήνουν πολλά περιθώρια. Προϋπόθεση βέβαια είναι η ενασχόληση με τη γεωργία να μην είναι αναγκαστική, αλλά συνειδητή και η Πολιτεία να ηγηθεί της προσπάθειας επιστροφής των... μυρίων στην ύπαιθρο».
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Περνώντας από τη θεωρία στην πράξη, ο γνωστός αγροτοσυνδικαλιστής καταθέτει στην «Ε» συγκεκριμένες προτάσεις για μια παραγωγική γεωργία. Οι συμβουλές του είναι χρήσιμες για τους νέους ανθρώπους που θέλουν να ασχοληθούν με τη γεωργία, καθώς ο Βασίλης Αναγνωστόπουλος παρά τα αξιώματά του δεν σταμάτησε στιγμή να ασχολείται με τα χωράφια του, γνωρίζοντας τη γεωργία με τα θετικά και τα αρνητικά της.
Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν στις δυνατότητες του βαμβακιού. Γι’ αυτό έχω έρθει σε επαφή με το ΚΕΤΕΑ και τον πρόεδρο του, Ηλία Χούστη, ώστε το Κέντρο να προσλάβει 3-4 γενετιστές, με στόχο τη δημιουργία 2-3 τύπων εγχώριου γενετικού υλικού στο βαμβάκι και στη συνέχεια οι έρευνες να επεκταθούν στο καλαμπόκι, στα ψυχανθή κ.λπ. Σήμερα η πανσπερμία που παρατηρείται στους σπόρους δεν ωφελεί καμία καλλιέργεια και κυρίως την ποιότητα στο βαμβάκι. Φτάσαμε στο σημείο να εξάγουμε σύσπορο βαμβάκι μόνο στη Ρουμανία. Ακόμη και η Τουρκία μάς γύρισε την πλάτη. Δεν είναι δυνατόν μια πολυεθνική να βγάζει στην παγκόσμια αγορά τον ίδιο σπόρο στην Αυστραλία, τον ίδιο και στην Ελλάδα. Πρέπει να τολμήσουμε την καθετοποίηση της παραγωγής. Δηλαδή να αποκτήσουμε κλωστήριο-υφαντήριο, να αξιοποιήσουμε κάθε σχετικό κονδύλι από το ΕΣΠΑ και να υιοθετήσουμε την συμβολαιακή γεωργία».
Δίνοντας και το πολιτικό οικονομικό στίγμα της συζήτησης ο κ. Αναγνωστόπουλος παρατηρεί: «Συζητάνε κάποιοι για επιστροφή στη δραχμή και συνάμα προτείνουν να στηριχθούμε στη γεωργία. Πώς να γίνει αυτό όταν εξαρτιόμαστε από τις εισαγωγές σπόρων;».
Και πριν προλάβει κάποιος να τον χαρακτηρίσει «φιλευρωπαϊστή», ο πρώην νομάρχης Καρδίτσας προτείνει το σπάσιμο της ΚΑΠ, αφού εκτός αυτής υπάρχουν αρκετές κερδοφόρες καλλιέργειες, όπως η σόγια, την οποία θεωρεί «καλλιέργεια του μέλλοντος», καθώς μέσα σε 4 μήνες η τιμή της εκτοξεύθηκε από 280 ευρώ\τόνο σε 780 ευρώ\τόνο. Η σόγια δεν επιδοτείται, η Αμερική τη θεωρεί «δική της καλλιέργεια» κι έχει πολλά πλεονεκτήματα, με βασικότερο ότι η σπορά της ξεκουράζει το χωράφι. «Αν σπείρουμε σόγια είναι σαν να βάζουμε στο χωράφι τριφύλλι, ανανεώνοντάς το για 4-5 χρόνια» δηλώνει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει: «Επίσης και τα όσπρια, το φαγητό των φτωχών, που δεν έχουν επιδότηση, μπορούν να αποφέρουν ένα καλό εισόδημα».
ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ
Μία ακόμη πρωτοποριακή πρόταση του καρδιτσιώτη αγρότη είναι η δημιουργία ενός συνεργατικού συνεταιρισμού, ο οποίος θα έχει την πλήρη ευθύνη της παραγωγικής δράσης του αγρότη. «Δεν έχουμε την πολυτέλεια της μονοκαλλιέργειας, ούτε της ενασχόλησής μας μόνο με τη φυτική ή ζωική παραγωγή. Η παράλληλη δράση είναι το μέλλον. Αγρότης και κτηνοτρόφος μαζί. Το φυτικό προϊόν που περισσεύει θα χρησιμοποιείται για την τροφή των ζώων και αυτό θα αθροίζεται στο τελικό εισόδημα. Ο συνεταιρισμός θα έχει την πλήρη ευθύνη της παραγωγικής διαδικασίας και αν χρειαστεί θα κατοχυρώνει και το ελάχιστο εισόδημα της κάθε αγροτικής οικογένειας-μέλους της. Ο συνεταιρισμός μπορεί να ενταχθεί σε διάφορα προγράμματα για την επιδότηση δημιουργίας ενός πρότυπου τυροκομείου, για την προμήθεια του απαραίτητου εξοπλισμού κ.λπ. Αν καταφέρει να προωθήσει και το παραγόμενο προϊόν στην αγορά, αποφεύγοντας τους μεσάζοντες θα ήταν η επιθυμητή εξέλιξη. Φυσικά πρέπει να αφυπνιστούν και να ενεργοποιηθούν προς αυτή την κατεύθυνση διάφοροι φορείς, όπως τα τμήματα του ΤΕΙ που ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα, Οργανισμοί του υπουργείου, όπως το ΕΘΙΑΓΕ, οι γεωπόνοι των ΔΑΟΚ, κλπ. Να σημειώσω ότι αυτές τις προτάσεις τις είχα υποβάλει στο τότε υπουργείο Γεωργίας, όταν ακόμη βιώναμε την εποχή των παχιών αγελάδων και χαραμίζαμε τις επιδοτήσεις της Ε.Ε.»
Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση για τους νέους συνεταιρισμούς, ζητάμε από τον γνωστό αγροτοσυνδικαλιστή να σχολιάσει την γενικότερη παρουσία των αγροτοπατέρων.
Με διάθεση αυτοκριτικής ο Βασίλης Αναγνωστόπουλος θα πει: «Πραγματικός και ανιδιοτελής συνδικαλισμός υπήρχε μόνο την περίοδο 1975-1978, όταν πετάξαμε έξω από τους αγροτικούς συλλόγους τα κόμματα. Κλείσαμε την πόρτα στους πολιτικούς και την ανοίξαμε στα προβλήματα της υπαίθρου. Τότε μέσα από αγώνες καταφέραμε να πείσουμε την πολιτεία ότι το βαμβάκι είναι εθνικό προϊόν και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί και πετύχαμε την επιδότησή του από την Ε.Ε. Σοβαρή δουλειά έγινε και στο μπλόκο της Βιοκαρπέτ το 1996, αλλά δυστυχώς τότε η αντίστασή μας στα κόμματα δεν ήταν σθεναρή και χάσαμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια μαχητική και ανεξάρτητη Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Θεσσαλίας.