Συνέντευξη στη Λένα Κισσάβου
Είναι ένας Ελληνας, από αυτούς που η φήμη του έχει... απλωθεί ανά τον κόσμο, λόγω του αξιόλογου έργου του.
Τον τοποθετούν σε ξεχωριστή θέση στον χώρο της ποίησης και της λογοτεχνίας, προσφέροντάς του ιδιαίτερες τιμές, όπως το να είναι ο τρίτος συγγραφέας από την Ελλάδα, μετά τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Γιώργο Σαββίδη, που συμμετείχε στην Επιτροπή Απονομής του Διεθνούς Βραβείου για τη Λογοτεχνία Neustadt.
Ο Γιώργος Χουλιάρας, συγγραφέας, σύμβουλος Τύπου σε πολλές Πρεσβείες της χώρας μας στο εξωτερικό, έχει κερδίσει τον σεβασμό και τον θαυμασμό, των ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, πολλών χωρών της Ευρώπης και της Αμερικής.
Τέκνο της Ελλάδας μεν, αλλά από εκείνα που στο εξωτερικό... ξεδίπλωσαν όλα τα ταλέντα τους. Ειδικά η τελευταία δουλειά του, που τιτλοφορείται το «Λεξικό Αναμνήσεων» , έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές.
Βρέθηκε στη Λάρισα, ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση που προήλθε από τα... πάτρια εδάφη, το χωριό του πατέρα του, (αν και ο ίδιος γεννημένος στη Θεσσαλονίκη), προκειμένου να παρουσιάσει το ιστορικού και λαογραφικού περιεχομένου βιβλίο του κ. Χρίστου Ζαβράκα, καθηγητή ΤΕΙ Λάρισας «Από το Μεγάλο Χαλίτσι στο Δίλοφο».
Τον συγκίνησε η πρόταση και βρήκε ευκαιρία να γνωρίσει το θεσσαλικό χωριό και τους ανθρώπους του, ως ανήσυχη φύση που αναζητά παντού τη γνώση και την εμπειρία.
Τον συναντήσαμε στο πλαίσιο της σύντομης επίσκεψής του. Τόσο με την ιδιότητα του συγγραφέα όσο και του ανθρώπου που δούλεψε περισσότερο από είκοσι πέντε χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες ως πανεπιστημιακός λέκτορας, σύμβουλος πολιτιστικών φορέων (μεταξύ των οποίων το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης και η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης), αλλά και ως σύμβουλος Τύπου σε ελληνικές πρεσβείες, στην Οττάβα, στην Ουάσιγκτον και στο Δουβλίνο, μιλήσαμε μαζί του.
- Είστε ένας κοσμογυρισμένος Έλληνας, με πλούσιο ενεργητικό σε θέσεις συμβούλου Τύπου σε πρεσβείες της χώρας μας. Από τους καταλληλότερους να μας μιλήσετε για την εικόνα που έχουν, στο εξωτερικό, για την Ελλάδα σήμερα, όταν ο λαός μας βιώνει μια δύσκολη πραγματικότητα.
- «Κατ΄αρχάς πιστεύω ότι όλοι οι Έλληνες είμαστε “κοσμογυρισμένοι” στον βαθμό που ο Οδυσσέας παραμένει θεμελιώδης μυθική μορφή. Ακόμη και αν δεν έχουμε ξεμυτίσει από το καβούκι μας, είμαστε εξωστρεφείς. Οι πεδιάδες οδηγούν στη θάλασσα, τα βουνά ανοίγονται στους ουρανούς, τα διαμερίσματα έχουν μπαλκόνια και φωταγωγούς. Η αδυναμία βέβαια που χρειάζεται συνεχώς να ξεπερνούμε είναι όχι μόνο να φανταζόμαστε ότι γυρίζουμε στον κόσμο, αλλά να φανταζόμαστε και πώς ο κόσμος γυρίζει ανεξάρτητα από εμάς. Χρειάζεται, δηλαδή, να μπορούμε να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση άλλων επιχειρώντας να δούμε πώς μας βλέπουν εκείνοι. Υπάρχουν σήμερα διαφορετικές εικόνες για την Ελλάδα στο εξωτερικό. Υπάρχουν εκείνοι που νιώθουν αλληλεγγύη με τους Έλληνες που ζουν μια σκληρή πραγματικότητα. Υπάρχουν και εκείνοι που μας οικτίρουν θεωρώντας ότι είμαστε αποκλειστικά υπεύθυνοι για την κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει λόγω απερισκεψίας, αλαζονείας και άλλων λόγων. Είναι απαραίτητο, νομίζω, να φανούμε ταυτόχρονα σώφρονες και τολμηροί, όπως το έχουμε κάνει στις καλύτερες στιγμές της ιστορίας μας. Είναι απαραίτητο, νομίζω, να ενθαρρύνουμε κύματα σύμπραξης που θα μας οδηγήσουν σε πιο ήρεμα νερά. Συμμαχίες και συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Χρειάζεται όμως με τρόπο αποφασιστικό, μετριοπαθή και συγκεκριμένο να αναδείξουμε το γεγονός ότι χωρίς Έλληνες δεν μπορεί να τελεσφορήσει ο μύθος της Ευρώπης με όλες τις γεωπολιτικές και οικονομικές συνέπειες που θα είχε μια τέτοια παραδοχή όταν το ευρωπαϊκό μερίδιο σε έναν διεθνή καταμερισμό ιστορικά μειώνεται».
* Πώς θα χαρακτηρίζατε τον πολιτισμό που παράγεται στη χώρα μας; Πού χωλαίνει και τι θα προτείνατε για την ανάπτυξή του;
- «Υπάρχουν σημαντικά δείγματα πολιτισμού που παράγονται στην Ελλάδα σήμερα. Υπάρχουν καλοί και εξαιρετικοί ποιητές και συγγραφείς, υπάρχουν καλοί και εξαιρετικοί χορευτές, υπάρχουν καλοί και εξαιρετικοί εικαστικοί, για να περιοριστώ σε κάποιους χώρους που γνωρίζω καλύτερα. Αυτό που λείπει είναι μια συνεκτική σχέση όχι μόνο μεταξύ διαφορετικών χώρων παραγωγής πολιτισμού, αλλά και εσωτερικά σε κάθε χώρο. Εξακολουθούν τυπικά να επικρατούν απόψεις που αποδείχτηκαν ίσως χρήσιμες στο παρελθόν – όπως, λόγου χάριν, το ιδεολόγημα της «γενιάς του ’30» στον χώρο της λογοτεχνίας – ή ανακυκλώνονται κακοχωνεμένες προσλήψεις από τα τεκταινόμενα στην Εσπερία. Η σημερινή κρίση αποτελεί και μια ευκαιρία για να πορευθούμε διαφορετικά. Γιατί ασφαλώς πρόκειται και για μια κρίση κατ’εξοχήν πολιτιστική. Νομίζω πως χρειάζεται να ξαναφανταστούμε τον εαυτό μας ή έστω να φανταστούμε ότι είμαστε κάποιοι άλλοι που θα ήθελαν να είμαστε εμείς χωρίς πολλές από τις αρνητικές πλευρές μας. Η Ελλάδα και ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξαν καθοριστικοί φορείς έμπνευσης για ξένους παραγωγούς πολιτισμού. Κάτι που χρειάζεται να κάνουμε, έστω και αν δεν είναι εύκολο, είναι να αναζητήσουμε τα ελληνικά εκείνα στοιχεία που ενέπνευσαν όσους δεν ήταν αλλά «έγιναν» Έλληνες. Με δύο λόγια, όταν λείπει η αγωγή, περισσεύει η καταγωγή».
* Είστε ο τρίτος συγγραφέας από την Ελλάδα, μετά τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Γιώργο Σαββίδη, που συμμετείχε στην Επιτροπή Απονομής του Διεθνούς Βραβείου για τη Λογοτεχνία Neustadt. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η διάκριση;
- «Θεωρώ ότι διάφορες ελληνικές συγκυρίες μου χάρισαν το δώρο μιας φιλικής σχέσης με ανθρώπους όπως ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Γιώργος Σαββίδης. Ο Ελύτης ανανέωσε την ελληνική ποίηση. Ο Σαββίδης της έδωσε σχήμα και στήριξη. Η συμμετοχή μου στην Επιτροπή Απονομής του Βραβείου Νιούσταντ προέκυψε ανεξάρτητα από τις φιλικές αυτές σχέσεις και είχε να κάνει με τη συμμετοχή μου σε αμερικανικές πολιτιστικές δραστηριότητες. Η «σύμπτωση» την οποία αναφέρατε να τους ακολουθήσω στην επιτροπή απονομής του διεθνούς αυτού βραβείου ενίσχυσε μια ελπίδα ότι πράγματι θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να κάνουμε κάποια διεθνώς σημαντικά πράγματα και στη χώρα μας».
* Ο ερχομός σας στα πάτρια εδάφη, στο χωριό του πατέρα σας, τι συναισθήματα σας προκαλεί;
- «Αναλογίζομαι τη χαρά που θα έδινε το γεγονός αυτό στον πατέρα μου, που αγαπούσε και ήταν πολύ υπερήφανος για το χωριό του. Δοκίμασα να τον ενθαρρύνω να καταγράψει τις εμπειρίες του, αλλά δεν ήταν εφικτό. Είμαι ευγνώμων στον συγγραφέα που ανέλαβε να φέρει σε πέρας ένα παρόμοιο εγχείρημα, που είναι αξιομίμητο. Θέλω να προσθέσω, όπως τονίζω και σε πρόλογο για το βιβλίο του, που μου ζήτησε ο κ. Ζαβράκας, ότι η Θεσσαλία – χώρα μυθική με Κενταύρους και σημεία από όπου απέπλευσαν όχι μόνο η Αργοναυτική Εκστρατεία, αλλά και ο Ρήγας Φεραίος – δεν είχε πάντοτε την τύχη που της αξίζει στη συλλογική συνείδηση και ας είναι ο κορμός εκείνος της χώρας που ενώνει τη νότια με τη βόρεια Ελλάδα».
* «Όταν ήμουν μικρός και ο τουρισμός δεν ήταν μεγάλος, οι ξένοι αποσπούσαν την προσοχή μας στην Ελλάδα. Γι’ αυτό αποφάσισα πως έπρεπε κι εγώ να γίνω ξένος όταν μεγαλώσω», γράφετε στο νέο σας βιβλίο, το «Λεξικό αναμνήσεων». Τελικά, θα λέγαμε ότι γίνατε ένας «πολίτης του κόσμου», καθώς μεγάλο μέρος της ζωής σας μέχρι σήμερα ζήσατε σε πόλεις του Καναδά, της Αμερικής και της Ευρώπης. Στα ξένα! Είστε «ξένος» στην Ελλάδα;
- «Είναι αλήθεια ότι έχω ζήσει περισσότερα χρόνια συνεχώς στη Νέα Υόρκη από όσα στη Θεσσαλονίκη όπου γεννήθηκα, ενώ συνολικά τα χρόνια που έχω ζήσει στο εξωτερικό ξεπερνούν τα χρόνια που έχω ζήσει
στην Ελλάδα. Είναι επίσης όμως αλήθεια ότι την Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό τη δημιούργησαν «ξένοι» και δεν εννοώ όσους προηγήθηκαν ή ακολούθησαν ή έδρασαν κατά τη διάρκεια της Βαυαροκρατίας, αλλά εννοώ ανθρώπους από τον Κοραή και τον Καποδίστρια έως τον Καβάφη και τον Καζαντζάκη, την Κάλλας και τον Καστοριάδη, για να μην αναφέρω άτομα το επώνυμο των οποίων δεν αρχίζει από Κ. “Κσένοι” ήταν και αυτοί και ας ήταν δικοί μας».