Για την ποινική αντιμετώπιση της βίας στα γήπεδα, ο Λαρισαίος δικηγόρος (Αθηνών) κ. Βάσος Π. Καραμπίλιας με εξειδίκευση στο Αθλητικό Δίκαιο-MBA in Sports Management, αναφέρει στην «Ε»: «Η πολιτεία τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, προσπάθησε με νομοθετήματα-παρεμβάσεις να περάσει το μήνυμα προς την ελληνική κοινωνία, ότι επιθυμεί την οριστική πάταξη της βίας στα γήπεδα. Δεν αρκούν όμως μόνο οι νομοθετικές παρεμβάσεις, αλλά είναι αδήριτη πλέον η ανάγκη της σύγκρουσης με συμφέροντα ισχυρά μέσα στους κόλπους του ποδοσφαίρου, που επιθυμούν τη διαιώνιση αυτής της ζοφερής κατάστασης.
Πρόσφατα το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λαρίσης εξέδωσε μια απόφαση πρωτοπόρο για τα αθλητικά δικαστικά χρονικά στη χώρα μας. ‘’Φίλαθλος’’ τιμωρήθηκε με 30 μήνες φυλάκιση με αναστολή, για επίθεση και πρόκληση σωματικής βλάβης σε βάρος διαιτητή μετά το τέλος αγώνα τοπικής κατηγορίας. Παράλληλα του απαγορεύτηκε η παρουσία του, σε κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα της ομάδος του, ενώ δύο ώρες πριν και δύο ώρες μετά τον αγώνα, θα εμφανίζεται και θα παραμένει στο αστυνομικό τμήμα. Το δικαστήριο, δεν έκανε τίποτα άλλο από το να εφαρμόσει το βασικό αθλητικό νομοθέτημα που διαθέτει η χώρα μας και δεν είναι άλλο από τον αθλητικό νόμο(2725/1999) και τις δεκάδες τροποποιήσεις του και συγκριμένα τα άρθρα 41 και επόμενα. Τα άρθρα αυτά αναφέρονται στην πρόκληση βίας εντός και εκτός των αγωνιστικών χώρων, σε συνδυασμό βέβαια με τις αντίστοιχες διατάξεις του Ποινικού Νόμου. Δυστυχώς στην Ελλάδα, φτάσαμε στο σημείο να λέμε ότι η εφαρμογή του νόμου και η ορθή απονομή δικαιοσύνης με στόχο την προστασία των πολιτών αποτελούν κάτι το πρωτοποριακό αντί το φυσιολογικό,. Από την άλλη πλευρά θεωρώ ότι η βία στα γήπεδα αποτελεί και θέμα παιδείας και κουλτούρας, καθώς για πολλούς, το να χάσει η ομάδα είναι ζήτημα μείωσης κύρους, ενώ η νίκη πρέπει να έρθει με οποιοδήποτε κόστος και τίμημα.
Μετά την τραγωδία στο «Χέιζελ», η τότε Βρετανή πρωθυπουργός, Μάργκαρετ Θάτσερ, πήρε αποφάσεις χωρίς να υπολογίσει το όποιο πολιτικό κόστος. Έδωσε εντολή στον Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Λόρδο Taylor, για τη σύνταξη ενός νομοσχεδίου σκληρού μεν, αποτελεσματικού δε, καθώς ο έντονος κατασταλτικός χαρακτήρας των μέτρων που λήφθηκαν λειτούργησε διδακτικά στον τομέα πρόληψης και τα κρούσματα βίας μειώθηκαν αισθητά, ενώ σήμερα η γηπεδική βία μοιάζει με μακρινή ανάμνηση. Βάσει του νομοσχεδίου, διαφοροποιήθηκε το καθεστώς συμμετοχής του φιλάθλου στους αγώνες της ομάδας του, καθώς εισιτήριο διαρκείας παίρνει μόνο όποιος έχει περάσει από αυστηρό έλεγχο και έχει δώσει ακόμα και ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, ενώ προχώρησε στο αδιανόητο και απέσυρε τις αγγλικές ποδοσφαιρικές ομάδες (σύλλογοι και εθνικές) απ' όλες τις διεθνείς διοργανώσεις, σε συνεννόηση με την UEFA και τη FIFA. Μέσω της αυτοεξορίας και των λοιπών παρεμβάσεων, το αγγλικό ποδόσφαιρο από παράδειγμα προς αποφυγήν έγινε παράδειγμα προς μίμηση, ενώ το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει με τον χρόνο και σε άλλα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα.
Ερχόμενοι στα του οίκου μας, δεν είναι λίγες οι φορές, που όλοι μας επισκεπτόμενοι ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο, γινόμαστε μάρτυρες επεισοδίων και οι υγιώς σκεπτόμενοι φίλαθλοι, που είναι και η πλειοψηφία, δεν αναρωτηθήκαμε γιατί οι διοικήσεις και η πολιτεία, δεν αποβάλλουν από τα γήπεδα τους ίδιους, κάθε φορά 50-100 οπαδούς κάθε ομάδας, που δημιουργούν τα προβλήματα. Η φυλάκιση δεν νομίζω ότι αποτελεί λύση. Σκοπός είναι ο δυνάμει οπαδός, να σέβεται και κυρίως να φοβάται τις συνέπειες από την πρόκληση βίας. Η πολιτεία δεν μπορεί ακόμη να εκβιάζεται πολιτικά από μάζες ανθρώπων, κάνοντας τα στραβά μάτια, αναλογιζόμενη μόνο το πολιτικό κόστος. Οφείλουμε όλοι να καταλάβουμε και κυρίως όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά και Διοικητικά με τον Αθλητισμό, από κάθε μετερίζι, ότι ο πολύ σπουδαίος αυτός θεσμός, δεν είναι πολυτέλεια αλλά ανάγκη».