Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη
"Βασιζόμενοι περαιτέρω σε μια αξιόπιστη μαρτυρία του Ιωάννου Χρυσοστόμου, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι τα Χριστούγεννα, ως αυτόνομη εορτή, καθιερώθηκαν γύρω στο 376 μ.Χ. στην Αντιόχεια. Κύριος μάρτυρας για τη θέσπιση της αυτόνομης εορτής των Χριστουγέννων στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας είναι ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος με τους περίφημους Λόγους του 38, 39 και 40". Αυτά αναφέρει ανάμεσα σε άλλα στην «Ελευθερία», ο Δρ Κωνσταντίνος Νικολακόπουλος, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μονάχου, παραχωρώντας συνέντευξη.
* Τι συνιστά η γιορτή των Χριστουγέννων;
"Θα πρέπει με σαφήνεια να σημειώσουμε ότι η εορτή των Χριστουγέννων δεν συνιστά μια μοναδική λειτουργική ημέρα, αλλά καθορίζει ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αυτό του λεγομένου «Δωδεκαημέρου», του οποίου αποτελεί και το κεντρικό σημείο. Εάν θελήσουμε λοιπόν να ανατρέξουμε στις πηγές αυτής της τόσο μεγάλης εορτής, θα πρέπει να κάνουμε τις εξής δύο εντυπωσιακές διαπιστώσεις".
* Δηλαδή;
"Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες είναι αναμφισβήτητο γεγονός, ότι η αρχαία αδιαίρετη Εκκλησία εγνώριζε και τελούσε μόνο μία εορτή, δηλαδή την Ανάσταση του Σωτήρος Χριστού. Στις διηγήσεις των Ευαγγελίων περί της γεννήσεως του Χριστού δεν υπάρχουν καθόλου συγκεκριμένοι χρονικοί προσδιορισμοί για την εποχή, κατά την οποία έλαβε χώρα το γεγονός της ενσάρκωσης του Λόγου. Αντιθέτως, θα λέγαμε, στα Ευαγγέλια έχουμε υπαινιγμούς και ενδείξεις περί αποκλεισμού του χειμώνα ως περιόδου γεννήσεως του θείου βρέφους. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα χωρία των Ευαγγελίων αναφέρεται στο κατά Λουκάν, όπου διαβάζομε: «Καὶ ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ τῇ αὐτῇ ἀγραυλούντες καὶ φυλάσσοντες φυλακὰς τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην αὐτων» (Λκ 2,8). Αυτό το δεδομένο άλλωστε έδωσε την αφορμή σε οπαδούς του γνωστικού Βασιλείδη κατά τον β΄ αιώνα να καθορίσουν αυθαίρετα τον εορτασμό των Χριστουγέννων την 19η ή 20ή Απριλίου, με κάποιους άλλους υπολογισμούς τους δε αργότερα την 20ή Μαΐου. Το ενδιαφέρον και σημαντικό σε αυτή τη συνάφεια είναι λοιπόν, ότι τους τρεις πρώτους αιώνες δεν διαπιστώνεται καθιερωμένος εορτασμός των Χριστουγέννων, αφού παρουσιάζεται παντελής ανυπαρξία σχετικών μαρτυριών. Άρα, ο μεγάλος προβληματισμός συνίσταται στο πότε, υπό ποιές συνθήκες, για ποιές αιτίες και ασφαλώς πού πρωταρχικά τον 4ο αιώνα εμφανίζεται ο αυτόνομος εορτασμός των Χριστουγέννων".
* Μπορούμε να ισχυριστούμε αρχική συνάφεια προς την εορτή των Θεοφανείων; Ποια η άποψή σας;
"Εκτός του πλαισίου της επίσημης αρχαίας Εκκλησίας έχουμε στην Αίγυπτο και την Αραβία ανάμεσα στα 120-140 μ.Χ. την πρώτη εμφάνιση της ανάμνησης και του εορτασμού της Βάπτισης του Ιησού την 6η Ιανουαρίου από μια ομάδα αιρετικών Χριστιανών, οπαδών του γνωστικού Βασιλείδη. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό ότι, κατά την άποψή των, κατά το Βάπτισμα του Ιησού στον Ιορδάνη συνετελέσθη ταυτόχρονα και η ενσάρκωση του Λόγου. Έτσι ουσιαστικά με τέτοια δεδομένα είναι αναμφισβήτητο, ότι οι γνωστικοί αυτοί, ως πρώτοι μάρτυρες εορτασμού των Θεοφανείων, κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία της 6ης Ιανουαρίου εώρταζαν συγχρόνως τη Σάρκωση και τη Βάπτιση του Χριστού.
Αυτή λοιπόν η τόσο σημαντική μαρτυρία περί της καθιερώσεως της εορτής των Θεοφανείων ήδη το 2ο αιώνα δηλώνει ότι όντως η Βάπτιση είναι η αρχαιότερη εορτή μετά την Ανάσταση του Σωτήρος. Παράλληλα όμως φέρει τον χαρακτηρισμό «Θεοφάνεια», δηλαδή εμφάνιση του Θεού, κάτι που στη διάρκεια των τεσσάρων πρώτων αιώνων περιείχε συγκεντρωτικά τόσο την έννοια της Γεννήσεως όσο και την έννοια της Βαπτίσεως του Κυρίου, εφόσον και τα δύο γεγονότα παραπέμπουν στην επί γης εμφάνισή του. Θα μπορούσαμε μάλιστα να κατοχυρώσουμε βιβλικά τη διπλή αυτή έννοια της Θεοφάνειας ή αλλιώς επιφάνειας του Θεού βάσει του γνωστού παύλειου χωρίου από την προς Τίτον επιστολή: «Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τού θεού ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις» (Τιτ 2,11).
Ένα ακόμη ενδιαφέρον σημείο είναι εδώ αξιοσημείωτο. Ο συνεορτασμός των δύο αυτών δεσποτικών εορτών στην αρχαία Εκκλησία κατά την ίδια ημέρα εστηρίχθηκε και σε ένα ακόμη χωρίο από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο. Ο ευαγγελιστής λοιπόν αμέσως μετά την εξιστόρηση του Βαπτίσματος του Ιησού αναφέρει: «Καὶ αὐτὸς ἦν Ἰησούς ἀρχόμενος ὡσεὶ ἐτων τριάκοντα» (Λκ 3,23). Από την ερμηνεία αυτής της εκφράσεως προέκυψε λοιπόν η εικασία, ότι ο Ιησούς έλαβε το Βάπτισμα στον Ιορδάνη ακριβώς τριάντα χρόνια μετά τη γέννησή Του, δηλαδή την ίδια ημέρα κατά την οποία πριν τριάντα χρόνια είχε γεννηθεί κατά σάρκα".
* Και για τον αυτόνομο εορτασμό των Χριστουγεννων τι έχετε να πείτε;
"Αναζητώντας τη χρονική στιγμή, κατά την οποία η Χριστού γέννηση αποκόπτεται από την εορτή των Θεοφανείων, επισημαίνουμε το έτος 354 μ.Χ., όπου έχουμε την πρώτη μαρτυρία περί αυτόνομης τελέσεως των Χριστουγέννων στη Ρώμη. Βασική μας πηγή γι’ αυτή τη μαρτυρία είναι ο λεγόμενος Χρονογράφος του 354. Πρόκειται για τον τίτλο ενός σημαντικού βιβλίου της εποχής με καλλιγραφίες και διακοσμήσεις του Ελληνα καλλιγράφου Φλαβίου Διονυσίου Φιλοκάλου, κατόπιν παραγγελίας ενός πλούσιου χριστιανού ονόματι Βαλεντίνου. Η συγγραφή του πολυδάπανου βιβλίου άρχισε το 336 μ.Χ. και περατώθηκε το 354 μ.Χ., όπως εξακριβώνουμε και στον επίσημο τίτλο του. Εκεί λοιπόν γίνεται μνεία της εορτής των Χριστουγέννων την 25η Δεκεμβρίου, πράγμα που σημαίνει ότι αρχικά η εορτή καθιερώθηκε ως αυτόνομη στη Ρώμη μεταξύ των ετών 330-335 μ.Χ.".
* Φυσικά και δεν έγινε τυχαία…
"Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας δεν έγινε τυχαία αλλά είχε άμεση σχέση με το ρωμαϊκό, δηλαδή το ειδωλολατρικό ημερολόγιο, εφόσον η ημέρα αυτή ήταν ήδη καθιερωμένη ως ημέρα γέννησης του περσικού θεού Μίθρα ή, με άλλα λόγια, του «αήττητου θεού Ήλιου» (Natalis Solis Invicti). Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί, ότι η ειδωλολατρική αυτή εορτή ήταν αυτόματα και η εορτή του «χειμερινού ηλιοστασίου», κατά την αστρονομική του ορολογία, δηλαδή η εορτή της επικράτησης του φωτός επί του σκότους, αφού από τη συγκεκριμένη ημέρα άρχιζε η αύξηση της ημέρας εις βάρος της νύκτας.
Πέρα από την καθιέρωση των Χριστουγέννων ως αυτόνομης εορτής στη Ρώμη σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και περαιτέρω πληροφορίες αναφορικά με τον χρόνο υιοθετήσεως της ρωμαϊκής πρωτοβουλίας και από άλλες εκκλησιαστικές επαρχίες των πέντε αρχαίων Πατριαρχείων. Σύμφωνα με μια σχετική μαρτυρία του επισκόπου Μιλέβης της Νουμιδίας, Οπτατίου, σε κάποιο κείμενό του ονόματι «χριστουγεννιάτικο κήρυγμα», η χριστιανική Βόρεια Αφρική εόρταζε τα Χριστούγεννα γύρω στο 360 μ.Χ. κατά την παράδοση της Εκκλησίας της Ρώμης, δηλαδή αυτόνομα από τα Θεοφάνεια, την 25η Δεκεμβρίου.
Βασιζόμενοι περαιτέρω σε μια αξιόπιστη μαρτυρία του Ιωάννου Χρυσοστόμου, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι τα Χριστούγεννα, ως αυτόνομη εορτή, καθιερώθηκαν γύρω στο 376 μ.Χ. στην Αντιόχεια. Κύριος μάρτυρας για τη θέσπιση της αυτόνομης εορτής των Χριστουγέννων στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας είναι ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος με τους περίφημους Λόγους του 38, 39 και 40. Στα κείμενα αυτά γίνεται σαφές, ότι ο ιδιαίτερος εορτασμός των Χριστουγέννων καθιερώνεται στην Κωνσταντινούπολη το 379 μ.Χ. Ήδη στον τίτλο της 38ης ομιλίας του, η οποία επιγράφεται «Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνεια, εἴτουν γενέθλια τού Σωτῆρος», γίνεται φανερή η μέχρι τότε εξέλιξη της σχετικής ορολογίας. Έτσι ο όρος «Θεοφάνεια» χρησιμοποιείται για πρώτη φορά εδώ σε άμεση και αποκλειστική σχέση με τη γέννηση και όχι με τη βάπτιση του Ιησού Χριστού".
* Και τέλος μπορείτε να αναφερθείτε στον εορτολογικό κύκλο των Χριστουγέννων;
"Με την αυτονόμησή της και ανάδειξή της η εορτή των Χριστουγέννων καθίσταται έτσι άξονας καθορισμού όλων των υπολοίπων εορτών που έχουν άμεση σχέση με τη Γέννηση:
8 ημέρες μετά τη Γέννηση η Περιτομή ή Ονοματοδοσία του νεογέννητου θείου βρέφους (1η Ιανουαρίου)
40 ημέρες μετά τη Γέννηση ο αγιασμός ή η Υπαπαντή του νεογέννητου Ιησού με τον Πρεσβύτερο Συμεών (2α Φεβρουαρίου)
Εννέα μήνες πριν τη Γέννηση η άσπορος σύλληψη δηλαδή ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου (25η Μαρτίου)
Εφόσον ο Ευαγγελισμός έλαβε χώρα «τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ» από τη Σύλληψη του Προδρόμου, καθιερώθηκε η Σύλληψη του Βαπτιστού να εορτάζεται την 23η Σεπτεμβρίου
Εννέα μήνες μετά τη Σύλληψη καθιερώνεται το Γενέθλιον του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
Καθίσταται εκ των ανωτέρω λοιπόν σαφές, ότι τα Χριστούγεννα αποτελούν τον άξονα διαμορφώσεως βασικών ακινήτων εορτών. Μέσω αυτής της εορτολογικής διαδικασίας αντιλαμβανόμεθα και την ουσία του λεγόμενου λειτουργικού χρόνου: Ο εορτασμός των Χριστουγέννων δεν βασίζεται σε μια απλή ιστορική ανάμνηση που εξαρτάται από στενά ημερολογιακά δεδομένα, αλλά την ημερομηνία εορτασμού την προσδιορίζει πολύ περισσότερο το μήνυμά της".
Ποιος είναι
Ο Κωνσταντίνος Νικολακόπουλος γεννήθηκε στις 19.06.1961 στην Πάτρα. Μετά το πέρας των σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1979-1983) συμμετείχε σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών στα γερμανικά Πανεπιστήμια Regensburg και Μονάχου (1984-1989). Το έτος 1991 ανεδείχθη σε Διδάκτορα της Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1998 σε υφηγητή του Πανεπιστημίου Μονάχου στον τομέα της Καινής Διαθήκης. Μεταξύ των ετών 1991 και 1998 διετέλεσε Επιστημονικός Βοηθός και Συνεργάτης στο τότε υφιστάμενο Ινστιτούτο Ορθοδόξου Θεολογίας του Πανεπιστημίου Μονάχου. Μετά τη διεύρυνση του Ινστιτούτου σε αυτόνομο Τμήμα Ορθοδόξου Θεολογίας με κανονισμό σπουδών Διπλώματος και Διδακτορικού υπηρετεί ως καθηγητής Βιβλικής Θεολογίας από το 1998.
Είναι μέλος της διεθνούς επιστημονικής εταιρείας Καινοδιαθηκολόγων «Studiorum Novi Testamenti Societas» (SNTS) και της εταιρείας προώθησης των βυζαντινών σπουδών («Deutsche Arbeitsgemeinschaft zur Förderung Byzantinischer Studien). Είναι μόνιμος συνεργάτης της Ελληνικής Ορθοδόξου Μητροπόλεως Γερμανίας και εκδότης του επιστημονικού Περιοδικού τού Ορθοδόξου Τμήματος στο Μόναχο "Orthodoxes Forum". Είναι επίσης διπλωματούχος και μουσικοδιδάσκαλος Βυζαντινής Μουσικής.Έχει δημοσιεύσει μελέτες και άρθρα στoυς τoμείς κατά πρώτoν της Ερμηvείας και Θεoλoγίας της Καιvής Διαθήκης και κατά δεύτερoν της Βυζαvτιvής Μoυσικoλoγίας καί Λειτoυργικής. Ιδιαίτερo ερευvητικό εvδιαφέρoν παρουσιάζουν επίσης οι θεματικές: «Η υμνoλoγική μαρτυρία της Καιvής Διαθήκης για την εξέλιξη της υμνoλoγίας στην πρώτη Εκκλησία και γεvικότερα στηv Ορθόδoξη Εκκλησία και επίσης «Βιβλική Ερμηvευτική σε αvατoλή και δύση». Κεντρική θέση στις ερευνητικές και διδακτικές του δραστηριότητες κατέχει ἡ θεματική περί γλωσσικής εξέλιξης στα ελληνιστικά και πρωτοχριστιανικά χρόνια με άξονα την «Κοινή» γλώσσα της Καινής Διαθήκης.