Γεννήθηκε στο Βόλο, σπούδασε στην Αθήνα Γαλλική Φιλολογία και σκηνοθεσία, έζησε δέκα χρόνια στο Παρίσι, μετέφρασε βιβλία από τα γαλλικά, εργάστηκε για 16 χρόνια ως βοηθός του γλύπτη Τάκη, με ειδίκευση στις εκδόσεις καταλόγων και τις δημόσιες σχέσεις, και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε σε εφημερίδες και περιοδικά γράφοντας για τη γαστρονομία. Σήμερα παρουσιάζει τη δική της, καθημερινή εκπομπή μαγειρικής στον Σκάι, ενώ το τελευταίο της εγχείρημα είναι η δημιουργία ενός ελληνικού εστιατορίου, στη γενέτειρά της. Η σχέση της Ελένης Ψυχούλη με τη μαγειρική μπορεί να ξεκίνησε όχι με τις πιο ιδανικές συνθήκες, όπως λέει η ίδια, με τα πρώτα αποτυχημένα μπιφτέκια που έφτιαξε ως φοιτήτρια, αλλά χρόνο με το χρόνο γίνεται όλο και καλύτερη και είναι πλέον σχέση ζωής.
Συνέντευξη: Παναγιώτα Φούντα
Από τη γαλλική φιλολογία, το πιάνο, την Τέχνη και το Παρίσι στα περιοδικά και την τηλεόραση να ασχολείστε με τη μαγειρική και τη γαστρονομία. Τι ιδιαίτερο έχει αυτός ο κόσμος και σας κέρδισε;
Δεν το επέλεξα εγώ. Το εστιατόριο και η μαγειρική ήταν πάντα το αγαπημένο μου χόμπι. Μέχρι που κάποια στιγμή μου ζητήθηκε να γράψω για τη γαστρονομία στο Symbol του Επενδυτή. Από τότε φαίνεται ότι εγώ και η γεύση τα βρήκαμε και επαγγελματικά.
Πως ξεκίνησε η σχέση σας με τη μαγειρική;
Φτιάχνοντας φοιτήτρια τα πρώτα αποτυχημένα μου μπιφτέκια που κατέληξαν στον σκουπιδοντενεκέ. Απλά, δεν παραιτήθηκα ποτέ από την προσδοκία του να γίνω καλή μαγείρισσα.
Η καλή συνταγή θέλει καλά υλικά, και μάλλον αγνά. Είναι εύκολο να τα βρει κάποιος, σήμερα που όλα είναι τυποποιημένα κι αν ναι συμφέρει το κόστος, τόσο τον επαγγελματία, όσο και τον ερασιτέχνη;
Το κόστος του τοπικού προϊόντος είναι ένας μύθος. Παγκόσμια, η μόδα επιστρέφει στην αγνή, τοπική ύλη. Όσο δεν έχουμε χρήματα, είναι καλύτερα να ψωνίζουμε το καλύτερο και σε μικρότερη ποσότητα παρά φτηνά σκουπίδια. Έτσι κερδίζουμε σε γεύση, ενισχύουμε την τοπική μας οικονομία, την παράδοση και τον πολιτισμό μας και δεν θα πληρώσουμε αναδρομικά στους γιατρούς το κόστος μιας κακής διατροφής.
Ποια πιστεύετε ότι είναι η νοοτροπία του Έλληνα σχετικά με το φαγητό; Μπορεί να ξεχωρίσει το πραγματικά καλό από αυτό που παρουσιάζεται ως καλό;
Ο παλιός Έλληνας ήξερε από καλή διατροφή. Ο νεότερος έχει χαθεί στη μετάφραση, ψωνίζοντας για δεκαετίες στα μεγάλα σούπερ-μάρκετ, χωρίς να ρωτά για την ποιότητα. Με την έξαρση τελευταία των τοπικών προϊόντων, η Ελλάδα ξαναγίνεται μόδα. Αν αρχίσουμε όλοι να ρωτάμε από πού κρατά η σκούφια σε κάθε τί που αγοράζουμε, νομίζω ότι θα ξαναβρούμε το χαμένο νήμα και μια τεράστια ποικιλία από εξαιρετικά ντόπια προϊόντα.
Ποια είναι τα αγαπημένα σας υλικά, οι αγαπημένες σας ελληνικές γεύσεις, και ποιες εκείνες που πιστεύετε ότι θα μπορούσαν να αποκτήσουν «όνομα» στο εξωτερικό;
Η Ελλάδα είναι χώρα γκουρμέ. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει τέτοια διαφορετικότητα στη γεύση κι αυτό το οφείλουμε στα χιλιάδες διαφορετικά μικροκλίματα που αλλάζουν από χωριό σε χωριό. Πιστεύω ότι όλα μας τα προϊόντα δικαιούνται μια ξεχωριστή θέση στην παγκόσμια αγορά. Προσωπικά δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανένα: όλα έχουν τη δική τους προσωπικότητα, το δικό τους χαρακτήρα.
Σήμερα ο δρόμος προς την αναγνώριση ενός σεφ περνάει από την τηλεόραση;
Τεράστιο λάθος. Άλλο σεφ, άλλο τηλεοπτικός μάγειρας. Ο τηλεοπτικός μάγειρας είναι ένα προϊόν με ημερομηνία λήξης, ενώ ο σεφ ένα σταθερό επάγγελμα ζωής, με εξελικτική πορεία.
Τι καλό και τι κακό πιστεύετε ότι έχουν κάνει οι πολυπληθείς εκπομπές μαγειρικής;
Το καλό είναι ότι δίνουν λύσεις στο κοινό, το ενημερώνουν, ανοίγουν δρόμους στη σπιτική μας κουζίνα. Το κακό είναι ότι επηρεάζουν αρνητικά τα νέα παιδιά, που δεν ξέρουν το παρασκήνιο και δεν μπορούν να εκτιμήσουν την πραγματικότητα. Ο τηλεοπτικός σεφ δεν είναι επάγγελμα και ο κόσμος της μαγειρικής δεν κάνει καριέρα στην οθόνη αλλά στην κουζίνα του.
Η μαγειρική θέλει βιβλίο και συνταγή ή είναι έμπνευση;
Όλα βοηθούν αν θες να βελτιώσεις τη μαγειρική σου. Οι εκπομπές, τα περιοδικά, το διαδίκτυο, δίνουν ιδέες, ελευθερώνουν τη φαντασία σου, σου δίνουν έξυπνα tips.
Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο σεφ, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο ξεκίνημα της καριέρας του;
Πριν ξεκινήσει οτιδήποτε, να δουλέψει μέσα του την προσωπική του άποψη για το φαγητό. Να σκύψει στις παλιές, χαμένες ελληνικές συνταγές και τις τεχνικές, να ταξιδέψει στην Ελλάδα, να διαβάσει πολύ. Να εμπνευστεί μια δική του ιδέα της νέας ελληνικής κουζίνας και να την εξελίξει. Καριέρα δεν κάνεις με τις ξένες κουζίνες και τις εκάστοτε μόδες. Αλλά με τη δική σου γεύση, αυτή που σε έθρεψε από παιδί.