Το ανοιξιάτικο πρωινό στις 3 του Απρίλη [1935] πέθανεν ο Γεράσιμος Δαφνόπουλος. Οι φίλοι των Γραμμάτων και της αληθινής Τέχνης τον πονέσανε βαθειά, κι’ είνε τόσο λίγοι που μέσα στο υλιστικό πέλαγος της σύγχρονης ζωής μόλις σαν πνιγμένη ηχώ αντιλαλεί το θρόισμα του κρυφού των θρήνου». Με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησε τον βραβευμένο καλλιτέχνη (ζωγράφο – φωτογράφο) η διεύθυνση του φιλολογικού περιοδικού «Θεσσαλικά Γράμματα» [1].
Γεννημένος στη Σαμαρίνα το 1874 [2], πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Λάρισα, όπου ο πατέρας του διατηρούσε ένα από τα μεγαλύτερα ραφεία της πόλης. Δεν τον ενθουσίασε, όμως, το επάγγελμα του πατέρα του και περνούσε ώρες κλεισμένος σε ένα δωμάτιο σχεδιάζοντας τοπία και προσωπογραφίες. Μαθήτευσε επί τριετία δίπλα στον θείο του Ιωάννη Παντοστόπουλο, ενώ στη συνέχεια έμαθε τη φωτογραφική τέχνη στον Βόλο, ως μαθητής του φωτογράφου Αντωνίου Ραφανίδη. Μετά από τον θάνατο του πατέρα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στη Σχολή Φωτογραφίας των αδελφών Κωνσταντίνου, Αριστοτέλη και Δημητρίου Ρωμαΐδη. Έγινε δεκτός στο Παλάτι επί Γεωργίου του Α’ και οι φωτογραφίες που τράβηξε στα μέλη της Βασιλικής οικογένειας, του χάρισαν τον τίτλο του «Φωτογράφου της Βασιλικής Αυλής». Από την Αθήνα στα Τρίκαλα (εργάστηκε για ένα μικρό διάστημα) και από εκεί στη Λάρισα το 1896, είναι πλέον έτοιμος να ανοίξει το δικό του φωτογραφείο.
Την εποχή εκείνη ο ιατρός και πολιτευτής Ευριπίδης Μακρής (1858-1929), είχε αγοράσει από την Ευρώπη μία νέου τύπου φωτογραφική μηχανή με όλα τα απαραίτητα εξαρτήματα (σκοτεινό θάλαμο, φακό και μία σκηνή). Ως οικογενειακός φίλος της οικογένειας Μακρή, ο Δαφνόπουλος τον έπεισε να του ενοικιάσει τη μηχανή «εν καλή και τελείως και απροσκόπτως λειτουργούσα καταστάσει», γεγονός που αποδέχθηκε με χαρά ο Ευριπίδης Μακρής. Η ενοικίαση θα άρχιζε από τις 13 Μαΐου 1896 και θα διαρκούσε έναν χρόνο (13 Μαΐου 1897), αντί του συνολικού ποσού των 80 δρχ. [3]. Η φιλία του Μακρή με τον Δαφνόπουλο θα επισφραγιστεί χρόνια αργότερα στον Βόλο (Φεβρουάριος 1911), όταν ο πρώτος έγινε κουμπάρος στον γάμο του δεύτερου με την Αφροδίτη Κόνσολα [4]. Στην αυλή της πατρικής του οικίας, έστησε το πρόχειρο φωτογραφείο, ενώ οι πρώτοι πελάτες του προέρχονταν από την αστική τάξη της Λάρισας.
Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 και η προσωρινή κατοχή της Θεσσαλίας (1897-1898) τον ανάγκασαν να καταφύγει μαζί με την αδελφή του Ελένη Δαφνοπούλου (1885-1971) [5] στη Χαλκίδα, όπου επί εξαετία λειτούργησαν επιχείρηση φωτογραφείου. «Στο διάστημα αυτό ανέπτυξε εξαιρετική δράση στην τέχνη του και εκδηλώθηκαν ξελαμπικαρισμένες οι κατευθύνσεις της. Έλαβε μέρος στις εκθέσεις Αθηνών, Μπορντώ, Παρισίων, Βιέννης και Μονάχου. Πολλά των έργων του βραβευθήκανε με χρυσά και αργυρά μετάλλια» [6]. Την περίοδο της διαμονής του στη Χαλκίδα, ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική. Ήδη ήταν γνωστός στους καλλιτεχνικούς κύκλους των Αθηνών, η ελαιογραφία «Η Μήδεια» που είχε φιλοτεχνήσει σε ηλικία 21 ετών το 1895. Το πάθος του για τη ζωγραφική (εκτός από τη φωτογραφία) αποτυπώθηκε στους πίνακες που φιλοτέχνησε εκείνη την περίοδο (1897-1902), εκ των οποίων οι ελαιογραφίες «Η Ιφιγένεια εν Ταύροις» και «Η κόρη στα άνθη» απέσπασαν ευμενείς κριτικές. «Η εύνοια του αληθινού στην Τέχνη του φωτίζεται από μία ανώτερη αντίληψη των αξιών της ζωής, γι’ αυτό μπορούμε να πούμε πως ο Δαφνόπουλος εμφανίζει στους πίνακς του μία ευδιάθετη και αυθόρμητη φιλοσοφική τάση, έξω από το πλαίσιο της ρεαλιστικής ζωής» [7].
Από το 1902 και μετέπειτα εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Λάρισα, όπου η επαγγελματική του διαδρομή περιγράφεται εκτενώς στα δημοσιεύματα του Νικολάου Παπαθεοδώρου [8]. «Ο Γεράσιμος Δαφνόπουλος κατόρθωσε να μπει στο μυστήριο των σκιών και να συνδυάση τη δροσερότητα της ζωής με τη δύναμη που της χαρίζει το παλλόμενο ήρεμο φως» [9]. Αναπαύεται στο Παλαιό Νεκροταφείο της Λάρισας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. «Γεράσιμος Δαφνόπουλος: Νεκρολογία», Θεσσαλικά Γράμματα (Λάρισα), αρ. 5 (Μάης 1935), σελ. 22-24.
[2]. Αλέξανδρος Γρηγορίου, Το Α’ Δημοτικό Νεκροταφείο της Λάρισας. Θεσσαλονίκη 2013, αρ. 150, σελ. 99.
[3]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 055, αρ. 17260 (13 Μαΐου 1896).
[4]. Μικρά (Λάρισα), φ. 42/496 (23 Φεβρουαρίου 1911).
[5]. Σύζυγος του φωτογράφου Νικόλαου Ιωαννίδη, τον οποίο παντρεύτηκε τον Νοέμβριο του 1907. Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 347 (25 Νοεμβρίου 1907). Το 1919 το ζεύγος εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κωνστάντζα της Ρουμανίας.
[6]. Θεσσαλικά Γράμματα, σελ. 22-24.
[7]. Θεσσαλικά Γράμματα, σελ. 24.
[8]. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Η κατοικία του φωτογράφου Δαφνόπουλου», Ελευθερία (Λάρισα), 18 Δεκεμβρίου 2016 και 22 Ιουνίου 2022. Επίσης, του ιδίου: «Μία δυναστεία φωτογράφων της Λάρισας – Β’», Ελευθερία (Λάρισα), 20 Νοεμβρίου 2019.
[9]. Θεσσαλικά Γράμματα, σελ. 24.