Μαζί του εγκαταστάθηκαν στην πόλη και τα τρία παιδιά του, ο Νικόλαος, ο Κωνσταντίνος και ο Αναστάσιος. Οι τρεις τελευταίοι ακολούθησαν το επάγγελμα του πατέρα τους και δραστηριοποιήθηκαν ως εργολήπτες δημόσιων και ιδιωτικών έργων, τόσο στην πόλη της Λάρισας όσο και στην περιφέρειά της.
Για την επαγγελματική σταδιοδρομία του Νικολάου τίποτα δεν είναι γνωστό. Σε ό,τι αφορά την προσωπική του ζωή, στάθηκε άτυχος στον πρώτο του γάμο, αφού η σύζυγός του Κατίνα (ανηψιά των αδελφών Σαμουρσάκη) απεβίωσε σε νεαρή ηλικία τον Ιανουάριο του 1909 [1]. Τον Απρίλιο του 1912 νυμφεύθηκε για δεύτερη φορά την Πολυξένη Ράπτη με κουμπάρο τον Ανδρέα Πέρλη [2].
Ο Κωνσταντίνος συνήψε συμβάσεις με το Υπουργείο των Στρατιωτικών (κατόπιν μειοδοτικών δημοπρασιών) και εκτέλεσε πολλά έργα στη Θεσσαλία για τον Ελληνικό Στρατό. Μεταξύ των συμβάσεων ξεχωρίζουν εκείνες για την κατασκευή του τελωνειακού σταθμού της Μελούνας στα τότε ελληνοτουρκικά σύνορα, καθώς και για την ανακατασκευή των επενδύσεων στους στάβλους των Στρατώνων του Ιππικού Λαρίσης [3]. Τον Ιούνιο του 1891 αγόρασε από τον χρυσοχόο Στέργιο Νικ. Γκαλιμάνη ένα οικόπεδο (στη συνοικία Τεκελή Ατίκ, δίπλα από το οικόπεδο του φαρμακοποιού Παναγιώτη Τσόκανου) και μία κατοικία (στην πύλη των Φαρσάλων), αντί 120 χρυσών τουρκικών λιρών [4]. Για άγνωστους σε εμάς λόγους, τόσο το οικόπεδο όσο και η οικία μεταπωλήθηκαν έναν μήνα αργότερα, στους κτηματίες Ανδρέα και Παναγιώτη Οικονομίδη [5].
Ο Αναστάσιος Οικονόμου είναι ο περισσότερο γνωστός από τα τρία αδέλφια. Το όνομά του συνδέθηκε με το αρχοντικό επί της οδού Μανωλάκη (αρ. 11) στη Λάρισα, το οποίο χαρακτηρίστηκε (29 Δεκεμβρίου 1981) «ως έργο τέχνης που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία γιατί παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον» (ΦΕΚ 49/Β/10-2-1982). Σύμφωνα με την αείμνηστη Λένα Γουργιώτη, το ακίνητο αναφέρεται για πρώτη φορά σε συμβολαιογραφικό έγγραφο το 1888. Ήταν «ένα ημιτελές και άστεγο κτίσμα», όταν πέρασε μετά από πλειστηριασμό, στην κυριότητα των προαναφερθέντων αδελφών [6]. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1909, ενώ την ίδια χρονιά πέρασε στην πλήρη κυριότητα του Αναστασίου Οικονόμου και της οικογένειάς του [7].
Ο Αναστάσιος Οικονόμου (όπως και ο αδελφός του Κωνσταντίνος) συνήψε πολλές συμβάσεις με το Υπουργείο των Στρατιωτικών, για έργα στη Λάρισα μεταξύ των ετών 1888-1890. Μεταξύ άλλων, αναφέρονται η εργολαβία της εκκένωσης βόθρων της Πυροβολαρχίας Λαρίσης, η αντικατάσταση της στέγης και των κεράμων στην Αποθήκη Υλικού Πολέμου, η «εργολαβία της κατεδαφίσεως ετοιμορρόπων κτιρίων και η επισκευή υπαρχόντων τοιούτων κειμένων εντός της Ακροπόλεως Λαρίσης», η επισκευή και συντήρηση του φυλακίου στη θέση «Τρία Πλατάνια» και πολλά άλλα [8]. Αργότερα ανέλαβε την κατασκευή ιδιωτικών έργων στη Λάρισα (οικίες και καταστήματα), για τα οποία έχουμε ελλιπείς πληροφορίες.
Ο Αναστάσιος Οικονόμου απεβίωσε στη Λάρισα το 1916. Με τη σύζυγό του Άννα είχαν αποκτήσει τρία παιδιά: Δύο θυγατέρες (Δέσποινα και Ευανθία) και έναν γιο (Γεώργιος). Η Δέσποινα (Πιπίνα) ήταν απόφοιτος του Αρσακείου και παντρεύτηκε τον αξιωματικό του Ιππικού (και μετέπειτα στρατηγό) Ευάγγελο Φαληρέα. Κατοίκησαν για πολλά χρόνια στην προαναφερθείσα οικία της οδού Μανωλάκη. Ο Φαληρέας απεβίωσε στη Λάρισα το 1970, ενώ η σύζυγός του Δέσποινα το 1983. Η Ευανθία παντρεύτηκε (Απρίλιος 1909) τον μηχανικό Γεώργιο Ράπτη [9], ενώ το 1939 εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Ο Γεώργιος Οικονόμου απεβίωσε το 1925.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Μικρά (Λάρισα), φ. 385 (22 Ιανουαρίου 1909) και Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 977 (25 Ιανουαρίου 1909).
[2]. Μικρά (Λάρισα), φ. 35/541 (7 Απριλίου 1912).
[3]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 034, αρ. 9838 (13 Δεκεμβρίου 1889), φκ. 035, αρ. 10177 και αρ. 10178 (18 Ιουνίου 1890).
[4]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 039, αρ. 11351 (8 Ιουνίου 1891).
[5]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 039, αρ. 11424 και αρ. 11425 (14 Ιουλίου 1891).
[6]. Λένα Γουργιώτη, «Οικία Οικονόμου-Φαληρέα, ένα διατηρητέο νεοκλασικό στη Λάρισα», Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία, μέσα 19ου αιώνα-1920», Λάρισα 2005, σελ. 88-102. Ειδικώς, σελ. 90. Επίσης βλ. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Το αρχοντικό Φαληρέα», Ελευθερία (Λάρισα), 17 Ιουνίου 2020.
[7]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Αρχείο Επαμεινώνδα Φαρμακίδη, αρ. 45316 (24 Ιουνίου 1909).
[8]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 030, αρ. 8410 (11 Νοεμβρίου 1888), φκ. 031, αρ. 8573 (30 Δεκεμβρίου 1888), φκ. 034, αρ. 9968 (16 Φεβρουαρίου 1890), φκ. 035, αρ. 10013 (24 Απριλίου 1890) και αρ. 10031 (29 Απριλίου 1890).
[9]. Μικρά (Λάρισα), φ. 27/379 (20 Ιουνίου 1908) και Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 988 (12 Απριλίου 1909).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου