Της Χαρίκλειας Βλαχάκη
Στην καρδιά του Βελιγραδίου, στον πολυσύχναστο πεζόδρομο Obilicev Venac, τον γεμάτο ζωή, μπαράκια και καφετέριες, βρίσκεται το Briki. Ένα λαρισαϊκό cafe, όπου καθημερινά οι φωνές των Σέρβων ενώνονται με εκείνες των Ελλήνων, τα ελληνικά τραγούδια εναλλάσσονται με σέρβικα και η Ιωάννα Τσόλκα με το σύζυγό της Βαγγέλη Σουλτσιώτη, ψήνουν σπέσιαλ, ελληνικό καφεδάκι στην πολυπληθή πελατεία τους.
Η αρχή έγινε δυο χρόνια πριν, όταν το ζευγάρι αποφάσισε να φύγει από τη Λάρισα και να αναζητήσει οικονομική και επαγγελματική διέξοδο στο εξωτερικό. Εκείνη κομμώτρια, για αρκετό διάστημα εργαζόταν ως ωρομίσθια καθηγήτρια στις σχολές του ΟΑΕΔ, με το πάγωμα των προσλήψεων όμως, έμεινε άνεργη. Εκείνος ελεύθερος επαγγελματίας, διατηρούσε κατάστημα με ηλεκτρολογικό υλικό, το οποίο στην Ελλάδα της κρίσης, αναγκάστηκε να κλείσει, βγαίνοντας στην ανεργία.
Το Βελιγράδι φάνταζε μια καλή επιλογή καθώς η νοοτροπία και η κουλτούρα των Σέρβων είναι αρκετά κοντά στην ελληνική, πρωτίστως όμως γιατί ήταν κοντά στην Ελλάδα όπου θα παρέμεναν οι δύο κόρες τους - 17 και 26 ετών - μαζί με τους παππούδες.
Η προσαρμογή δεν ήταν εύκολη. Αρχικά, μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι, άνοιξαν ένα μικρό εστιατόριο με γύρο, γρήγορα όμως αντιλήφθηκαν πως τα περιθώρια κέρδους ήταν περιορισμένα. Η δυσκολία στην εξεύρεση υλικών αλλά και τεχνιτών για το ψήσιμο και την προετοιμασία του γύρου, η διαφορετική γεύση του κρέατος και των μπαχαρικών και το υψηλό κόστος παραγωγής είχαν ως αποτέλεσμα ένα ακριβό προϊόν, το οποίο ο μέσος Σέρβος δεν μπορούσε να το αγοράσει. Σύντομα το γυράδικο έκλεισε, εκείνοι όμως δεν το έβαλαν κάτω και αποφάσισαν να κάνουν το επόμενο βήμα.
Κάπως έτσι αποφάσισαν να ανοίξουν το Briki, και να μυήσουν του Σέρβους στον ελληνικό καφέ (ή τούρκικο όπως τον γνωρίζουν οι Σέρβοι) και φυσικά στον περιβόητο λαρισαϊκό Freddo, τη συνταγή του οποίου γνώριζαν καλά.
Και δεν έκαναν λάθος. Το Briki, σύντομα έγινε στέκι τόσο για τα μέλη της ελληνικής κοινότητας του Βελιγραδίου, όσο και για τους Σέρβους. Ιδιαίτερα δε για τους φοιτητές της Φιλοσοφικής Σχολής του Βελιγραδίου οι οποίοι στο Briki βρίσκουν αφορμή να εξασκήσουν τα ελληνικά τους, να συνομιλήσουν για την Ελλάδα και την ιστορία της.
ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΗΜΕΡΕΣ
Η Ιωάννα, αισθάνεται δικαιωμένη από την επιλογή της. "Ξεκινήσαμε από το μείον" θα μας πει, "ούτε καν από το μηδέν". "Δεν ξέραμε τη γλώσσα, τα κατατόπια, δεν είχαμε ούτε έναν γνωστό. Το πρώτο βήμα ήταν στραβό, επιχειρήσαμε όμως ένα ακόμη. Είδαμε ότι η κουλτούρα των Σέρβων είναι εφάμιλλη με τη δική μας, ότι τους αρέσει η διασκέδαση και ότι τα μπαράκια έσφυζαν από ζωή. Έτσι αποφασίσαμε να στήσουμε το cafe. Η διαδικασία ήταν αρκετά απλή, καμία σχέση με τη γραφειοκρατία της Ελλάδας. Μέσα σε τρεις μέρες πήραμε την άδεια και λειτουργήσαμε. Εδώ ξέρω τι και πότε πρέπει να πληρώσω, και αναλόγως να κάνω τον προγραμματισμό μου. Τώρα για παράδειγμα, θέλω να βάλω στον πεζόδρομο νάιλον παραπετάσματα για να μπορώ να σερβίρω τα εξωτερικά τραπεζάκια ακόμη και όταν ο καιρός δεν είναι καλός. Θα πάω στον δήμο, θα πληρώσω το σχετικό ενοίκιο για τον χώρο και θα προχωρήσω στην κατασκευή".
"Δεν είναι όμως μόνο το οικονομικό που μας κρατάει εδώ, είναι και ο κόσμος. Το γεγονός ότι σιγά- σιγά αποκτούμε γνωστούς και παρέες, μαθαίνουμε τα δικά τους και εκείνοι τα δικά μας. Το μαγαζί τους αρέσει πολύ, κυρίως για το κλίμα που δημιουργήσαμε, με τα χάπενινγκ, τις ελληνικές βραδιές, την ευγένεια και την εξυπηρέτηση. Αυτή τη στιγμή απασχολούμε πέντε άτομα προσωπικό κι εμείς όμως όλη τη μέρα είμαστε στο πόδι, πρωί - απόγευμα στο μαγαζί. Ξέρετε, αυτό τους φαίνεται περίεργο, σου λένε αφεντικό και να δουλεύει;".
Ο ελληνικός καφές στη Σερβία κοστίζει 145 δηνάρια, περίπου δηλαδή στο 1.20 ευρώ ενώ ο κρύος καπουτσίνο 185 δηνάρια, που μεταφράζεται σε 1.70 ευρώ. Όσο για την επιστροφή στην Ελλάδα; Σίγουρα δεν βρίσκεται στα άμεσα σχέδια του ζευγαριού. Το αντίθετο μάλιστα, όσο η δουλειά προχωράει και οι δεσμοί γίνονται πιο στενοί, η προοπτική φαντάζει όλο και πιο απόμακρη.