Προσωπογραφίες

Παναγιώτης Α. Κηπουρός (1835-1900)

Ο μεγάλος «άγνωστος» ευεργέτης της Αγυιάς (Α΄ μέρος)

Δημοσίευση: 04 Αυγ 2019 16:30
Ο Παναγιώτης Α. Κηπουρός  © Θεσσαλικά Χρονικά (Αθήνα 1935), σ. 109 Ο Παναγιώτης Α. Κηπουρός © Θεσσαλικά Χρονικά (Αθήνα 1935), σ. 109

Μεταξύ των μεγάλων ευεργετών και δωρητών της επαρχίας Αγυιάς, εξέχουσα θέση κατέχει ο Παναγιώτης Α. Κηπουρός. Ελάχιστα όμως είναι γνωστά γι’ αυτόν.

Τόσο στο διαδίκτυο, όσο και σε διάφορα έντυπα, όλη του η ζωή συμπεριλαμβάνεται σε τρεις μόνο γραμμές. Ίσως γιατί δεν διασώθηκαν αρχεία που να αναφέρονται σ’ αυτόν, όπως συνέβη με άλλους ευεργέτες της Αγυιάς. Με το σημερινό σημείωμα θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε την προσωπικότητα και το έργο του Μεγάλου αυτού ανδρός.

Γεννημένος στην Αγυιά το 1835, ο Παναγιώτης Κηπουρός ήταν το μικρότερο παιδί μίας εύπορης οικογένειας της πόλης. Όπως αναφέρει ο Μιλτιάδης Δάλλας: «παις έτι, μόλις πρόσηβος [= πλησιάζων την εφηβική ηλικία], εγκατέλειψεν την πατρίδαν αυτού, εν εποχή καθ’ ήν η ωραία αυτή χώρα ήτο βεβυθισμένη εις τα σκότη της δουλείας. Απήρχετο εις γην ξένην, άγνωστος, άνευ προστάτου οικείου ή συμπολίτου με τα ολίγα γράμματα του σχολείου της πατρίδος του καίτοι υπ’ ουδεμιάς βιοτικής ανάγκης στενοχωρούμενος, διότι ο πατρικός αυτού οίκος ήτο αυτάρκης προς συντήρησιν, αλλ’ έχων εν εαυτώ σπινθήραν μεγαλουργίας. Εκεί επάλαισεν, ηγωνίσθη, αντίκρυσεν ατυχίας και τελικά ανυψώθη» [1].

Ακολουθώντας το παράδειγμα και άλλων Θεσσαλών μεταναστών της εποχής, εγκαταστάθηκε το 1850 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ήταν μόλις 15 ετών. Αρχικά εργάστηκε ως υπάλληλος σε μεγάλους εμπορικούς οίκους που δραστηριοποιούνταν στην πόλη, όπου διακρίθηκε για τη φιλοτιμία, την εργατικότητα και την ευγένεια του χαρακτήρα του. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ανέλαβε διευθυντικές θέσεις που του απέφεραν ικανοποιητικές απολαβές. Το 1862 μετακόμισε στο Καφρ ελ Ζαγιάτ, μία πόλη κτισμένη στη δυτική όχθη του Νείλου. Εκεί επένδυσε τις οικονομίες του στο εμπόριο του βάμβακος και σε λίγα μόλις χρόνια κατόρθωσε να δημιουργήσει σημαντική περιουσία. Δέκα χρόνια αργότερα (1872) τον συναντούμε ως ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας της πόλης. Η Κοινότητα ιδρύθηκε με πρωτοβουλία των Ιωάννου Δημητρίου, Θεμιστοκλή Ροδοκανάκη, Παναγιώτη Κηπουρού, Στέφανου Σκενδεράνη και Μ. Μίσχα με σκοπό την ίδρυση και συντήρηση σχολείου, ναού και κοιμητηρίου. Την ίδια χρονιά (1872) ανεγέρθηκε ο ναός του Αγίου Γεωργίου, το 1882 άρχισε να λειτουργεί το σχολείο με έξι τάξεις δημοτικού και μία γυμνασίου, ενώ το 1901 ιδρύθηκε στο κοιμητήριο ευκτήριος οίκος [παρεκκλήσιο] [2].

Ως κάτοχος πλέον μίας σημαντικής περιουσίας, άρχισε τις δωρεές και τις φιλανθρωπίες. Ως πρώτο δείγμα των όσων θα επακολουθούσαν, δώρισε το 1880 στην Κοινότητα της Αγυιάς «πολύτιμον ωρολόγιον τοίχου και χρήματα ικανά διά την βιβλιοθήκην του Ελληνικού Σχολείου και του Παρθεναγωγείου ενώ εκαλλώπισεν τον ναόν του Αγίου Αντωνίου εις την Αγυιάν με βαρύτιμον πολυέλαιον και χρυσοποίκιλτα ιερατικά άμφια» [3]. Το 1886 συμμετείχε στην ανέγερση ενός εμπορικού κέντρου με 18 εργαστήρια στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, καταθέτοντας στην ειδική επιτροπή που συστάθηκε, το ποσό των 1.500 γαλλικών φράγκων. Με τα έσοδα που θα απέφερε η ενοικίαση των προαναφερθέντων εργαστηρίων θα συντηρούνταν τα φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά καταστήματα της πόλης. Το 1886 συμμετείχε επίσης ενεργά στις επισκευές του Αβερωφείου Γυμνασίου, της εκκλησίας του Ευαγγελισμού, της Τοσιτσαίας Σχολής καθώς και του Παρθεναγωγείου Αλεξανδρείας. Ο ίδιος μάλιστα δώρισε «ένα λαμπρόν βαρόμετρον και χρονόμετρον αξίας 5.000 φράγκων υπέρ των Φιλεκπαιδευτικών Καταστημάτων» [4].

Στις αρχές του 1890 μετέφερε την έδρα των επιχειρήσεών στην πόλη Goddoba της Αιγύπτου. Εκεί πραγματικά μεγαλούργησε. Στα μέσα του 1895 αναφέρεται ως ένας από τους σημαντικούς κεφαλαιούχους και εκπροσώπους της ελληνικής παροικίας της πόλης [5]. Το 1898 όμως προσβλήθηκε από μολυσματική ασθένεια και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει προσωρινά την Αίγυπτο και να εγκατασταθεί σε μία έπαυλη στην Κηφισιά των Αθηνών. Τον ακολούθησαν, τόσο η σύζυγός του Βασιλική Κηπουρού, όσο και η αδελφή του Σμαράγδα, χήρα του Γεωργίου Βλαχάκη. Τα ηνία των επιχειρήσεών του στην Αίγυπτο ανέλαβε προσωρινά ο επί χρόνια έμπιστος προϊστάμενος Γεώργιος Αλεξόπουλος.

Κατά το διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα και καθώς προέβλεπε το επερχόμενο τέλος, έλαβε σημαντικές αποφάσεις που θα τον κατέτασσαν λίγο αργότερα στη Χρυσή Βίβλο των ευεργετών του Ελληνικού Έθνους. Δώρισε εν ζωή ακόμα, τα παρακάτω χρηματικά ποσά: 1) Διά την ανοικοδόμηση δύο πτερύγων του νοσοκομείου φρενοβλαβών δίπλα από τον ναό του Αγίου Αντωνίου στην Αγυιά (λίρες Αγγλίας 500), 2) Διά την Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας (λίρες 300), 3) Διά το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα των Αθηνών (λίρες 200), 4) Διά το Νοσοκομείο των Παίδων Αθηνών (λίρες 100), 5) Διά την εν Καφρ Ελ Ζαγιάτ Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα (λίρες 100), 6) Διά την επισκευή του Παρθεναγωγείου Αγυιάς (λίρες 75) και 7) Διά διάφορα αναθήματα εις τον ναό του Αγίου Αντωνίου Αγυιάς (λίρες 25).

Η είδηση περί της τελευταίας αυτής εν ζωή δωρεάς του Παναγιώτη Κηπουρού προς την Κοινότητα της Αγυιάς, έγινε γνωστή στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Δωτίου στις 25 Αυγούστου 1900. Όλοι ανεξαιρέτως οι σύμβουλοι υπέγραψαν την ευχαριστήριο επιστολή – ψήφισμα, που απεστάλη στην οικία του δωρητού στην Αθήνα. Παράλληλα, το Δημοτικό Συμβούλιο έλαβε ομόφωνα την απόφαση να τοποθετηθεί έξωθεν του κτιρίου της Κοινότητας της Αγυιάς μία μαρμάρινη εντοιχισμένη πλάκα στην οποία θα αναγράφονταν τα ονόματα των ευεργετών και δωρητών της πόλης. Στη στήλη των εν ζωή ευεργετών, «ανεγράφη χρυσοίς γράμμασι» το όνομα του Παναγιώτη Κηπουρού, ενώ στη στήλη των αποβιωσάντων, τα ονόματα του Βασιλείου Μελά και του Δημητρίου Αλαμάνου [6].

(συνεχίζεται)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]. «Λόγος επικήδειος εις τον Μέγαν πολίτην Παναγιώτην Α. Κηπουρόν, εκφωνηθείς εν τω Ναώ του Αγίου Γεωργίου Καρύτση την 7ην Οκτωβρίου 1900, υπό του τέως βουλευτού Αγυιάς Μιλτιάδου Δάλλα», Ακρόπολις (Αθήνα), φ. 6683 (12 Οκτωβρίου 1900).

[2]. Αθανάσιος Γ. Πολίτης, O ελληνισμός και η νεωτέρα Αίγυπτος. Τόμος Α΄ (Ιστορία του Αιγυπτιώτου ελληνισμού από του 1798 μέχρι 1927). Αλεξάνδρεια: Εκδοτικός Οίκος «Γράμματα», 1928, σ. 317.

[3]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Τοπικό Αρχείο Αγυιάς (ΓΑΚ/ΤΑΑ), Αρχείο Δήμου Δωτίου, φκ. 009 [1900-1903], Πρακτικά Συνεδριάσεων Δημοτικού Συμβουλίου. Συνεδρίαση της 9ης Ιουλίου 1900.

[4]. Γ. I. Kηπιάδης, Έλληνες εν Aιγύπτω, ή συγχρόνου ελληνισμού εγκατάστασις και καθιδρύματα εθνικά (1766-1892). Aλεξάνδρεια: Χρωμο-τυπο-λιθογραφείον Ι.Κ. Λαγουδάκη, 1892, σ. 53-54.

[5]. Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον [Αργυρίου Δρακόπουλου], Αλεξάνδρεια, τ. 2 (1900), σ. 259. Σημαντικοί παράγοντες της οικονομικής ζωής της πόλης ήταν επίσης οι: Ιωάννης Μιχαηλίδης, Γεώργιος Γιαννόπουλος, Γεώργιος Ρηγόπουλος, Νικόλαος Τζάτας, Γεώργιος Ασλάν, Ιωάννης Αναστάσιος, Χρήστος Τσιριμπλής και οι αδελφοί Μιχαηλίδη.

[6]. ΓΑΚ/ΤΑΑ, Αρχείο Δήμου Δωτίου, φκ. 009 [1900-1903], Πρακτικά Συνεδριάσεων Δημοτικού Συμβουλίου. Συνεδρίαση της 25ης Αυγούστου 1900.

Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass