Γεννημένος στη Λάρισα στις αρχές του 19ου αιώνα, αναφέρεται (μεταξύ των ετών 1843-1846, 1856-1862) στον κώδικα του Αγίου Αχιλλίου της Λάρισας είτε ως Παναγιώτης Μαρκίδης, είτε ως Παναγιώτης Μάρκου [2]. Κατά το 1870 τον συναντούμε στα Ιωάννινα εμπορευόμενο, όπως εμφαίνεται από την αλληλογραφία που διατηρούσε με τον μητροπολίτη Λαρίσης Δωρόθεο Σχολάριο (1812-1889) κατά την περίοδο δηλαδή, που ο τελευταίος βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη [3]. Από τον γάμο του με κόρη της οικογένειας Λογιωτάτου είχε αποκτήσει δύο γιους: Τον Δημοσθένη [4] και τον Κωνσταντίνο.
Ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε στη Λάρισα το 1836. Απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου (Αθηνών), εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του όπου προσέφερε τις υπηρεσίες του σε όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλης. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στον Μουσουλμανικό πληθυσμό της πόλης, αποκαλούμενος ως «Κωστάκης εφένδης». Κατά τη Θεσσαλική επανάσταση του 1878, εκμεταλλευόμενος τις «γνωριμίες» του με την τότε Οθωμανική διοίκηση, προσέφερε ασφαλή καταφύγια στους καταδιωκόμενους επαναστάτες. Μετά από την απελευθέρωση της Λάρισας (1881) ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία και ιδιαίτερα με υποθέσεις εμπορικού δικαίου.
Στις 7 Ιανουαρίου 1883 με Βασιλικό Διάταγμα διορίσθηκε δήμαρχος της Λάρισας ο Αργύριος Διδίκας. Θα παρέμενε στη θέση του μέχρι τη διενέργεια των δημοτικών εκλογών (29 Μαΐου 1883), για την ανάδειξη του πρώτου αιρετού δημάρχου της πόλης. Στην κούρσα της εκλογής θα ελάμβαναν μέρος ο Κωνσταντίνος Μαρκίδης, ο Χρήστος Γεωργιάδης και ο ιατρός Αναστάσιος Κ. Αστεριάδης. Ο Μαρκίδης απέσυρε την υποψηφιότητά του υπέρ του Γεωργιάδη ο οποίος εκλέχθηκε δήμαρχος Λαρίσης. Ο Κωνσταντίνος Μαρκίδης εκλέχθηκε Α΄ δημαρχιακός πάρεδρος. Στις 20 Ιουνίου 1883 ο Γεωργιάδης ανέλαβε και επίσημα τα καθήκοντά του, ενώ ο Μαρκίδης ανέλαβε προσωρινά τη διεύθυνση της Δημοτικής Αστυνομίας μέχρις ότου η κυβέρνηση (με πρόταση του δημάρχου), διόριζε το κατάλληλο άτομο για τον σκοπό αυτό [5]. Μετά από τις καταστροφικές πλημμύρες του Οκτωβρίου του 1883, διέθεσε αρκετά χρηματικά κεφάλαια για την αποκατάσταση των πλημμυροπαθών της Λάρισας «έχοντας επί πολλάς ημέρας την οικίαν αυτού ξενώνα» [6].
Όταν αργότερα ο Χρήστος Γεωργιάδης ασθένησε σοβαρά και μετέβη για θεραπεία στην Αθήνα και στην Κωνσταντινούπολη, τις εργασίες του Δημοτικού Συμβουλίου της Λάρισας διηύθυνε ο Κωνσταντίνος Μαρκίδης. «Όλην την ημέρα διανύει εν τω δημαρχιακώ καταστήματος εργαζόμενος και παρέχων πάσαν ευκολίαν προς τους συμπολίτας του» [7]. Τις ημέρες που λόγω έκτακτων υποχρεώσεων αδυνατούσε να παρίσταται στον Δήμο, τον αναπλήρωναν οι δημαρχιακοί πάρεδροι Νουρή βέης Σαμουήλ και Αθανάσιος Μανωλάκης. Την ίδια χρονιά (1884) είχε εκλεγεί μέλος του Γεωργικού Συλλόγου Λαρίσης (πρόεδρος: Δ. Γαλάτης) [8].
Στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου 1885 εξελέγη βουλευτής Λαρίσης μαζί με τους Κωνσταντίνο Ισχόμαχο, Διονύσιο Γαλάτη και Ιωάννη Φίλιο. Η Βουλή όμως, στη συνεδρίαση της 14ης Ιουνίου 1885, ακύρωσε τις εκλογές των Γαλάτη, Ισχόμαχου και Μαρκίδη, δεχόμενη ως μόνη έγκυρη την εκλογή Φίλιου [9]. Προκηρύχθηκαν επαναληπτικές εκλογές για τις 14 Ιουλίου 1885 στις οποίες όμως δεν έλαβε μέρος ο Μαρκίδης. Έθεσε όμως υποψηφιότητα στις εκλογές του 1887 στις οποίες εκλέχθηκε πανηγυρικά βουλευτής Λαρίσης (από 4 Ιανουαρίου 1887 έως 17 Αυγούστου 1890).
Μετά τη λήξη της θητείας του ως βουλευτή (Αύγουστος 1890) διορίσθηκε επί κεφαλής της Δημοτικής Αστυνομίας στη θέση του επί σειρά ετών Γεωργίου Φιφή [10]. Η απόλυση του δεύτερου προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στην τοπική κοινωνία με αποτέλεσμα ο Μαρκίδης να εισηγηθεί την εκ νέου πρόσληψή του.
Η κήρυξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 ανάγκασε τον τότε δήμαρχο της Λάρισας Κωνσταντίνο Αναστασιάδη (1851-1899) να καταφύγει με την οικογένειά του στην Αθήνα. Ο Κωνσταντίνος Μαρκίδης «διορίσθηκε» υποχρεωτικά από τους Οθωμανούς ως δήμαρχος της πόλης, θέση στην οποία θα παρέμενε μέχρι το τέλος της προσωρινής κατοχής της Θεσσαλίας (1898).
Από τον γάμο του με την Αγλαΐα Μαρκίδου απέκτησε πολλά παιδιά για τα οποία θα αναφερθούμε σε προσεχές σημείωμα. Η σύζυγός του απεβίωσε στη Λάρισα στις 6 Απριλίου 1907 [11]. Ο ίδιος προσεβλήθη από φυματίωση και απεβίωσε δύο χρόνια αργότερα (22 Ιανουαρίου 1909) σε ηλικία 73 ετών [12]. Είχε τιμηθεί από την Ελληνική Πολιτεία με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 97 (17 Αυγούστου 1891).
[2]. Κώστας Σπανός, «Τα ονόματα και τα επώνυμα των Λαρισαίων στον κώδικα του ναού Άγιος Αχίλλιος (1811-1881)», Πρακτικά ημερίδας: Η Λάρισα της περιόδου 1810-1881. Στοιχεία από τον κώδικα του Αγίου Αχιλλίου (13 Δεκεμβρίου 1988). Λάρισα 1994, σ. 111-176. Ειδικώς, σ. 156.
[3]. Δωρόθεος Σχολάριος, Έργα και Ημέραι. Εν Αθήναις: εκ του τυπογραφείου Γ. Καρυοφύλλη, 1877, σ. 279-289.
[4]. Πτυχιούχος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών εργάστηκε για πολλά χρόνια στο Τουρκικό Νοσοκομείο της Λάρισας. Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881), εγκαταστάθηκε στον Βόλο όπου διορίσθηκε Δημοτικός ιατρός. Παράλληλα δεχόταν ασθενείς στην οικία του και στο φαρμακείο του Δημητρίου Μπράνου. Βλ. Θεσσαλία (Βόλος), φ. 588 (2 Μαρτίου 1885). Τον Ιανουάριο του 1885 αρραβωνιάστηκε την Ελένη, θυγατέρα του φρουράρχου του Βόλου Δημητρίου Παρανασσίδη, την οποία νυμφεύθηκε τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους. Βλ. Εθνικόν Μεγαλείον (Βόλος), φ. 89 (2 Φεβρουαρίου 1885) και Θεσσαλία (Βόλος), φ. 666 (18 Δεκεμβρίου 1885). Έμεινε γνωστός για τη συμβολή του στην καταπολέμηση της διφθερίτιδας που είχε προσβάλει τον νεανικό ιδίως πληθυσμό της επαρχίας Αλμυρού. Βλ. Θεσσαλία (Βόλος), φ. 638 (7 Σεπτεμβρίου 1885).
[5]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 175 (19 Ιουνίου 1883) και φ. 176 (23 Ιουνίου 1883). Αστυνόμος της Λάρισας διορίσθηκε αργότερα ο Χρήστος Κωνσταντινίδης.
[6]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 207 (26 Οκτωβρίου 1883) και φ. 209 (2 Νοεμβρίου 1883).
[7]. Λάρισσα (Λάρισα), φ. 1 (18 Οκτωβρίου 1884).
[8]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 254 (10 Μαΐου 1884).
[9]. Επί συνόλου 162 βουλευτών οι 103 τάχθηκαν κατά της εκλογής, οι 58 υπέρ, ενώ υπήρξε και μία άρνηση ψήφου. Βλ. Πρακτικά Συνεδριάσεων Βουλής (από 9/5/1885 έως 18/7/1885). Εν Αθήναις: εκ του Εθνικού Τυπογραφείου 1885, σ. 57-62.
[10]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 48 (28 Αυγούστου 1890).
[11]. Μικρά (Λάρισα), φ. 290 (8 Απριλίου 1907).
[12]. Λάρισα (Λάρισα), φ. 12 (23 Ιανουαρίου 1909), Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 977 (25 Ιανουαρίου 1909) και Μικρά (Λάρισα), φ. 386 (29 Ιανουαρίου 1909).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου