Στα τέλη Ιουλίου του 1874 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου αναγνώρισε τους τίτλους σπουδών του, μετά την ψήφιση (9 Ιουλίου 1874) του «Κανονισμού της Γενικής Διευθύνσεως των Ιατρών» [2]. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881) μετέβη στην Αθήνα προκειμένου να αξιολογηθεί από την αρμόδια επιτροπή του Ιατροσυνεδρίου. Στην έκτακτη συνεδρίαση της 14ης Αυγούστου 1882 του χορηγήθηκε «απόλυτος άδεια του μετέρχεσθαι την ιατρικήν εντός της Ελληνικής επικρατείας κατά τους νόμους αυτής» [3].
Η παρουσία του στη Λάρισα φαίνεται ότι πέρασε απαρατήρητη από τον Τύπο της εποχής αφού δεν συναντάται καμία διαφημιστική ή άλλη καταχώρηση που να αναφέρεται στις δραστηριότητές του. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε αντλήθηκαν από συμβολαιογραφικά έγγραφα που φυλάσσονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Αρχεία Νομού Λάρισας).
Με τη σύζυγό του Βασιλική δεν απέκτησαν απογόνους. Υιοθέτησε όμως ένα μικρό κορίτσι, στο οποίο έδωσε το όνομα της συζύγου του (Βασιλική). Η τελευταία παντρεύτηκε στη Λάρισα τον παντοπώλη Κωνσταντίνο Χρ. Δαλαμπίρα.
Στις 20 Ιουλίου 1885 αρρώστησε σοβαρά και προαισθανόμενος τον επερχόμενο θάνατό του συνέταξε τη διαθήκη του σύμφωνα με την οποία διέθεσε μία κατοικία στη συνοικία Καλιάς στη θετή του θυγατέρα Βασιλική και μία άμπελο εκτάσεως τριών στρεμμάτων στη συνοικία Χατιτζέ Κανδέν στον υποδηματοποιό και ανεψιό του Ηλία Ιωάννου (ή Γιαννόπουλο) [4]. Κληροδότησε επίσης 60 χρυσές τουρκικές λίρες στην Μαριγώ Κωνσταντίνου [5] και από 20 λίρες: στην Βάγια, θυγατέρα του Ιωάννη Σαμαρά και σύζυγο του Βασιλείου Γεωργίου (ή Καλισιώτη), στα παιδιά του παντοπώλη Αναστασίου Αποστολίδη, στον Ιωάννη Βασαρδάνη, στα παιδιά του Αθανασίου Σκοτινιώτη, στην Μαριγώ, σύζυγο του Νικολάου Κυριακίδη, στην Αθηνά, σύζυγο του Θεοδώρου Καπουρνίδη [6] και στον Κωνσταντίνο, υιό του Αναστασίου Ζαρμάνη. Επίσης χάρισε τα χρέη (40 λίρες) στον γαμπρό του Κωνσταντίνο Χρ. Δαλαμπίρα, ενώ διέθεσε 460 δρχ. στο Ταμείο του Εθνικού Στόλου και από 5 χρυσές τουρκικές λίρες στους ναούς του Αγίου Αχιλλίου, των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Χαραλάμπους, του Αγίου Αθανασίου και της Αγίας Μαρίνας.
Ως εκτελεστές της διαθήκης ορίσθηκαν: ο ιατρός Αναστάσιος Ζαρμάνης και οι παντοπώλες Αναστάσιος Αποστολίδης, Κωνσταντίνος Δαλαμπίρας, Βασίλειος Γεωργίου (ή Καλισιώτης) και Αθανάσιος Σκοτινώτης. Στους προαναφερθέντες κληροδότησε την εντολή να καταθέσουν τα χρήματα που θα απέμειναν μετά τη διανομή, καθώς και αυτά που τυχόν θα προέκυπταν στο μέλλον από την διαχείριση της ακινήτου περιουσίας του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Επίσης άφησε την εντολή με τους ετήσιους τόκους να τελείται κατ’ έτος Αρχιερατικό μνημόσυνο (στον ναό του Αγίου Αθανασίου) στην μνήμη του (και της συζύγου του) και να χορηγούνται διάφορα ποσά «εις τα υπανδρευόμενα πτωχά κορίτσια ως προίκα» [7].
Στις 30 Ιουλίου 1885 συνέταξε άλλη διαθήκη με την οποία ακύρωνε την προηγούμενη [8]. Οι εκτελεστές της διαθήκης παρέμειναν τα ίδια πρόσωπα, ενώ τα κληροδοτήματα παρέμειναν τα ίδια εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων: Στην Μαριγώ Κωνσταντίνου άφησε 50 λίρες αντί για 60, υπό τον όρο να μην εγείρει αξιώσεις για καταβολή δεδουλευμένων μισθών μετά τον θάνατό του, ενώ στον ανεψιό του άφησε εκτός από την άμπελο και 10 χρυσές τουρκικές λίρες. Επιπλέον κληροδότησε 5 λίρες στον ναό της Παναγίας στα Ταμπάκικα που δεν είχε συμπεριληφθεί στην προηγούμενη διαθήκη και από δύο λίρες σε όλους τους συγγενείς του μέχρι του έκτου βαθμού.
Ωστόσο βρέθηκε και τρίτη διαθήκη (8 Αυγούστου 1885) με την οποία ακύρωνε τις δύο προηγούμενες [9]. Οι προαναφερθέντες εκτελεστές της διαθήκης ορίστηκαν ως γενικοί κληρονόμοι του 25% της ετήσιας καθαρής προσόδου της κινητής και ακινήτου περιουσίας του. Και σε αυτήν την περίπτωση τα κληροδοτήματα παρέμειναν σχεδόν τα ίδια: Στη θετή του θυγατέρα Βασιλική κληροδότησε την κατοικία του στη συνοικία Αρναούτ (συμπεριλαμβανομένων των σκευών, της επίπλωσης και των τιμαλφών) [και όχι την αντίστοιχη στην συνοικία Καλιάς], ενώ άφησε από 20 λίρες στην Αικατερίνη Σαμαρά [και όχι στη Βάγια Καλισιώτη] και στην Κωνστάντω Βασαρδάνη [και όχι στον Ιωάννη].
Ο Ευάγγελος Αποστολίδης απεβίωσε στη Λάρισα στις 2 Σεπτεμβρίου 1885. Στις 8 Σεπτεμβρίου διενεργήθηκε η απογραφή της κινητής περιουσίας που υπήρχε στην έπαυλη της συνοικίας Αρναούτ [10]. Ως εκτιμητές ορίστηκαν οι έμποροι Νικόλαος Σηλυβρίδης και Αθανάσιος Σταβέλας. Βρέθηκαν τιμαλφή, μετρητά, χρυσός, αδάμαντες, ομόλογα και χρεόγραφα συνολικής αξίας 6.923,50 νέων αργυρών δρχ. τα οποία όμως δεν αποδόθηκαν στην θετή του θυγατέρα η οποία προσέφυγε στη δικαιοσύνη. Οι διενεργήσαντες την απογραφή δεν βρήκαν καμία απόδειξη για τυχόν χρέη του Αποστολίδη προς τρίτους.
Η ακίνητη περιουσία του περιελάμβανε ακόμα τρείς κατοικίες και έξι καταστήματα στη Λάρισα καθώς και το ήμισυ εξ αδιαιρέτου ενός μύλου, μίας οικίας και ενός μπαξέ στο χωριό Δερελή (σημ. Γόννοι της Λάρισας).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Την ίδια περίοδο συναντούμε στον Τύρναβο τον ιατρό και φαρμακέμπορο Δημήτριο Αποστολίδη για τον οποίο δεν γνωρίζουμε εάν είχε κάποια συγγενική σχέση με τον βιογραφούμενο. Ο Δημήτριος Αποστολίδης είχε ορισθεί από τον αρμόδιο υπουργό ως μέλος της διαρκούς επιτροπής του Τυρνάβου «προς σύνταξιν της παγίας διατιμήσεως και ετησίων αυτής αναθεωρήσεων» (ΦΕΚ 136/Α/15-10-1882). Στις 30 Οκτωβρίου 1882 του χορηγήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία η άδεια εξασκήσεως του επαγγέλματός του σε όλη την Ελληνική επικράτεια (ΦΕΚ 155/Α/3-11-1882).
[2]. Δ. Νικολαΐδης [επιμ.], Παράρτημα των Οθωμανικών Κωδίκων. Εν Κωνσταντινουπόλει, 1874, σ. 134-136.
[3]. Μάρκος Σγάντζος, «Οι ιατροί, φαρμακοποιοί και μαίες της Θεσσαλίας στα τέλη του 19ου αιώνα», Θεσσαλικό Ημερολόγιο (Λάρισα), τ. 51 (2007), σ. 257-288. Ειδικώς, σ. 259.
[4]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 015 [1885], αρ. 4361 (20 Ιουλίου 1885).
[5]. Εργαζόταν ως οικιακή βοηθός από το 1880. Ήταν ανεψιά του π. Νικηφόρου, ηγουμένου της ιεράς μονής Κορώνης των Αγράφων.
[6]. Εμπειρικός φαρμακοποιός της Λάρισας το φαρμακείο του οποίου κλείστηκε (20 Οκτωβρίου 1882) με υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 143/Α/23-10-1882). Αργότερα διορίσθηκε δικαστικός κλητήρας. Απεβίωσε στη Λάρισα το 1898.
[7]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 015 [1885], αρ. 4361 (20 Ιουλίου 1885).
[8]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 013 [1885], αρ. 3756 (30 Ιουλίου 1885).
[9]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 013 [1885], αρ. 3768 (8 Αυγούστου 1885).
[10]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 014 [1885], αρ. 3896 (8 Σεπτεμβρίου 1885).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου