Ο τελευταίος μόλις είχε επιστρέψει από μεταπτυχιακές σπουδές στην Εσπερία (Βυτεμβέργη, Μόναχο, Βιέννη) [1]. Μετά από μία σχεδόν πενταετία ο Τσόκανος θεωρούνταν από τους πιο καταρτισμένους εμπειρικούς φαρμακοποιούς της πόλης. Το 1876 ο Λογιωτάτου μεταβίβασε το κατάστημα (φαρμακείο) μετά του οικοπέδου στον Τσόκανο και στον αρχιτέκτονα Ιωάννη Ν. Μακρή (εξ αδιαιρέτου) [2], αλλά διατήρησε εντός αυτού ένα χώρο ως ιατρείο. Το φαρμακείο του Τσόκανου ήταν γνωστό και σαν φαρμακείο Λογιωτάτου [3].
Μετά την απελευθέρωση της Λάρισας (1881) και την ψήφιση του σχετικού Νόμου [4] υπέβαλλε αίτηση στην Επιτροπή του Ιατροσυνεδρίου για την διατήρηση του φαρμακείου του. Δικαίωμα διατήρησης είχαν αυτοί που ήταν κάτοχοι φαρμακείου πριν από τις 23 Ιουνίου 1878. Έλαβε μέρος στις διενεργηθείσες εξετάσεις για τη λήψη νόμιμου πτυχίου φαρμακοποιού. Στις 9 Οκτωβρίου 1882 κρίθηκε ικανός και του χορηγήθηκε άδεια διατήρησης και λειτουργίας του φαρμακείου και περιορισμένη άδεια για την εξάσκηση της φαρμακευτικής τέχνης [5]. Λίγο αργότερα ο Τσόκανος πραγματοποίησε εκτεταμένη ανακαίνιση στο φαρμακείο το οποίο λειτούργησε υπό την επωνυμία «Η Υγεία» [6].
Στις 21 Απριλίου 1883 αγόρασε έναντι 1.150 δρχ. από τους κληρονόμους του Οθωμανού κτηματία Μπεζίτ Φεϊζουλάχ [7] οι οποίοι μετά την απελευθέρωση της Λάρισας είχαν εγκατασταθεί στην Ελασσώνα, την μεγάλη έπαυλή τους στην συνοικία Τεκελή Ατίκ (οδός Σεΐχ εφένδη). Η έπαυλη διέθετε οκτώ δωμάτια, τρία μαγειρεία, τρία φρέατα, λουτρά, αποθήκες, στάβλους και άλλους βοηθητικούς χώρους.
Στις 19 Μαρτίου 1885 αγόρασε αντί 100 χρυσών τουρκικών λιρών (2.248 δρχ.) από τον χρυσοχόο Στέργιο Νικολάου Γκαλιμάνη το ήμισυ εξ αδιαιρέτου μίας οικίας οκτώ δωματίων [8] που βρισκόταν σε οικόπεδο εκτάσεως 1.000 τετραγωνικών μέτρων στην συνοικία Τεκελή Ατίκ [9]. Στο οικόπεδο αυτό ο Τσόκανος ανήγειρε την ίδια περίοδο και άλλη μία μεγαλύτερη κατοικία [10].
Μετά το τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και της προσωρινής κατοχής της Θεσσαλίας (1898) ο ιατρός και μετέπειτα δήμαρχος της Λάρισας Μιχαήλ Σάπκας (1873-1956) προσκάλεσε τον Παναγιώτη Τσόκανο να συνδράμει το έργο της Φιλοπτώχου Μακεδονικής Αδελφότητος. Οι δύο άνδρες είχαν συνδεθεί πριν από τον πόλεμο με μία δυνατή φιλία η οποία εξελίχθηκε σε «αδελφική» σχέση τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Όταν απεβίωσε ο Αχιλλέας Λογιωτάτου (4 Φεβρουαρίου 1896), ο Τσόκανος παραχώρησε το ιατρείο που χρησιμοποιούσε στο φαρμακείο του ο πρώτος, στον Μιχαήλ Σάπκα. Οι δύο άνδρες αγόρασαν (εξ αδιαιρέτου) τον Ιούνιο του 1899 και αντί 37.000 δρχ., αγροτεμάχια εκατοντάδων στρεμμάτων, αμπελώνες, κατοικίες, αποθήκες, μηχανολογικό εξοπλισμό και χιλιάδες ζώα (αιγοπρόβατα, βόες, αγελάδες και ίππους) που βρισκόταν στο Νεμπεγλέρ (Νίκαια) της Λάρισας και ανήκαν στην κυριότητα των κτηματιών Κωνσταντίνου (Γουντή), Αχιλλέα, Νικολάου, Αντωνίου και Αριστείδη Χονδρονάσιου, κατοίκων Νεμπεγλέρ [11]. Όταν δύο χρόνια αργότερα (1901) ο Σάπκας εκλέχθηκε πρόεδρος της Μακεδονικής Αδελφότητος, ο Τσόκανος διαμόρφωσε στο υπόγειο του φαρμακείου του ένα μυστικό δωμάτιο στο οποίο εκτός από τη φύλαξη όπλων και πυρομαχικών, πραγματοποιούνταν οι μυστικές συναντήσεις αξιωματικών που έφευγαν μεταμφιεσμένοι για τη Μακεδονία [12].
Ο Παναγιώτης Τσόκανος αρνήθηκε να διεκδικήσει τον δημαρχιακό θώκο στις δημοτικές εκλογές του 1903 [13]. Απεβίωσε στη Λάρισα το 1924. Δεν είχε νυμφευθεί και δεν είχε αποκτήσει απογόνους. Η αδελφή του Αικατερίνη είχε παντρευτεί στο Τσιότι τον κτηματία Νικόλαο Κουνιτσιώτη [14]. Είχε ακόμα και μία ανεψιά (από αδελφό), την Μάρθα Τσόκανου η οποία τον Φεβρουάριο του 1902 παντρεύτηκε στη Λάρισα τον Στέφανο Κυλικά [15]. Στον τελευταίο πέρασε η κυριότητα του φαρμακείου του Τσόκανου μετά τον θάνατό του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Όλοι σχεδόν οι ιατροί εκείνης της περιόδου διατηρούσαν φαρμακεία για την εξυπηρέτηση των ασθενών τους. Μετά από το 1881 απαγορεύθηκε η λειτουργία των φαρμακείων που ανήκαν σε ιατρούς, εκτός εάν οι τελευταίοι ήταν παράλληλα και διπλωματούχοι φαρμακευτικής.
[2]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 027 [1889], αρ. 8547 (29 Απριλίου 1889). Στις αρχές του 20ού αιώνα ο Τσόκανος έμεινε μοναδικός ιδιοκτήτης του ακινήτου.
[3]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 252 (3 Μαΐου 1884).
[4]. Νόμος ΑΚΒ΄ (22 Ιουνίου 1882): «Περί ασκήσεως των ιατρικών εν γένει επαγγελμάτων εν ταις προσαρτηθείσαις Επαρχίαις» (ΦΕΚ 55/Α/25-6-1882).
[5]. Υπουργική απόφαση 37493 (9 Οκτωβρίου 1882): «Περί χορηγήσεως αδείας του μετέρχεσθαι τινας την φαρμακευτικήν εν τοις νέαις επαρχίαις» (ΦΕΚ 133/Α/12-10-1882).
[6]. Λάρισσα (Λάρισα), φ. 8 (15 Δεκεμβρίου 1884).
[7]. Οι κληρονόμοι ήταν: η Πεμσέ Χανούμ (χήρα σύζυγος), ο Αλή εφένδης και ο Τζελάλ εφένδης (υιοί) και η Φατμέ Χανούμ (θυγατέρα). Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 006 [1883], αρ. 1507 (21 Απριλίου 1883).
[8]. Την οικία είχε αγοράσει το 1883 ο Γκαλιμάνης από τον Οθωμανό κτηματία Λουτφή εφένδη Χασήμ έναντι 140 χρυσών τουρκικών λιρών (3.220 δρχ.). Βλ. Αρχείο Φίλιου, φκ. 011 [1883], αρ. 3615 (27 Οκτωβρίου 1883).
[9]. Αρχείο Φίλιου, φκ. 014 [1885], υπφκ. 001, αρ. 6475 (19 Μαρτίου 1885).
[10]. Το 1891 συντάχθηκε διανεμητήριο με το οποίο οι δύο οικίες και το οικόπεδο αξίας 4.500 δρχ. χωρίστηκαν σε ανεξάρτητες ιδιοκτησίες. Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 033 [1891], αρ. 11514 (25 Μαΐου 1891).
[11]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 073 [1899], αρ. 27115 & 27116 (28 Ιουνίου 1899).
[12]. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Ο Παύλος Μελάς στη Λάρισα και το φαρμακείο Τσόκανου», Ελευθερία (Λάρισα), φ. 22 Ιανουαρίου 2014.
[13]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 678 (20 Απριλίου 1903).
[14]. Το 1895 ο Τσόκανος «επιθυμώντας να ανταμείψη τας πολλάς και διαφόρους περιποιήσεις της αδελφής του προς αυτόν» της χάρισε μία μεγάλη άμαξα και δύο ίππους αξίας 400 δρχ. Βλ. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 050 [1895], αρ. 17990 (26 Απριλίου 1895).
[15]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 618 (24 Φεβρουαρίου 1902).
* Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου